
Σύγχρονη Εποχή, 1994, 91 σελ. € 6,12
Γράφει ο Χάρης Παπαδόπουλος
Λέγεται συχνά ότι «η γνώση είναι δύναμη». Κι όταν παρουσιάζεται ένα βιβλίο με σοκαριστικό θέμα κι εύγλωττη γραφή, οι κριτικοί δεν παραλείπουν να σημειώσουν την ειλικρίνεια και την αμεσότητα του συγγραφέα.
Βέβαια, συνήθως καταχτιέται πολύ δύσκολα η γνώση ενώ «η ειλικρίνεια και η αμεσότητα» τις πιο πολλές φορές στεφανώνουν επιδεικτικά ένα φτωχό και ρηχό περιεχόμενο. Κάποτε μοιάζει το να πετύχεις ένα καλό βιβλίο, που να συνδυάζει αμεσότητα και βάθος, σαφήνεια και έμπνευση, τόσο σπάνιο όσο και το να βρεις χρυσάφι σκάβοντας το χώμα.
Ισχυριζόμαστε ότι η μπροσούρα του Λένιν, που επιχειρούμε να παρουσιάσουμε εδώ, είναι καθαρό χρυσάφι. Είναι πολύ μικρή (λιγότερο από 90 σελίδες), γραμμένη με οργή και πάθος, και ταυτόχρονα εμπνευσμένη και εύστοχη. Ο Λένιν ρίχνει τους κεραυνούς του πάνω στους ηγέτες της ευρωπαϊκής Αριστεράς, που στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο πρόδωσαν την υπόθεση του σοσιαλισμού και της αλληλεγγύης ανάμεσα στους εργάτες και τις εργάτριες των διαφόρων χωρών.
Πτώση στο κενό
Στην Ευρώπη το 1914-1918 τα κόμματα της Αριστεράς (που ήταν ενωμένα και συγκροτημένα στις γραμμές της Σοσιαλιστικής ή αλλιώς Β΄Διεθνούς), διάλεξαν τον εύκολο δρόμο και συστρατεύτηκαν το καθένα με την κυβέρνησή του και τη χώρα του, ενάντια στους υποτιθέμενους «εχθρούς της πατρίδας». Πουθενά δεν οργανώθηκαν έστω απλές διαμαρτυρίες κατά του πολέμου. Δεκάδες εκατομμύρια φαντάροι και άμαχοι κατέληξαν να γίνουν κρέας για τα κανόνια στον πιο μάταιο, άχρηστο και παράλογο πόλεμο που είχε υπάρξει ως τότε στην Ιστορία. Και οι σοσιαλιστικές ηγεσίες στήριξαν το ξεκλήρισμα που έλαβε χώρα ανάμεσα σε «χορτάτους» και «πεινασμένους» ιμπεριαλιστές για το ξαναμοίρασμα μεταξύ τους των αποικιών και των επενδυτικών ευκαιριών.

Ο Λένιν δεν μένει μόνο στην καταγγελία της προδοσίας. Δεν θα θυμόταν κανείς το βιβλιαράκι του μετά από εκατό χρόνια, αν ήταν μονάχα ένας παθιασμένος λίβελλος. «Η χρεοκοπία της Β΄ Διεθνούς» εξακολουθεί να διαβάζεται ως σήμερα από χιλιάδες μέλη της επαναστατικής Αριστεράς σ’ όλο τον κόσμο, επειδή είναι μια κρίσιμη συνεισφορά στον μαρξισμό και πιο συγκεκριμένα στην «τέχνη της εξέγερσης».
Το κείμενο του Λένιν παρουσιάζει αναλυτικά τα κριτήρια για το πώς ορίζεται μια κατάσταση ως επαναστατική και ανοίγει τη συζήτηση για το πώς από μια επαναστατική κρίση μπορούμε να οδηγηθούμε στη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης. Η φράση-ορόσημο του Λένιν, που περιγράφει το τι σημαίνει επαναστατική κατάσταση, «δεν αρκεί οι κάτω να μη θέλουνε, πρέπει και οι επάνω να μην μπορούνε να ζήσουν όπως παλιά», προέρχεται από αυτό εδώ το σύγγραμμα.
Αξίζει να σημειωθεί πως όλα αυτά γράφτηκαν σ’ εκείνη την ιστορική στιγμή που η Αριστερά φαινόταν, σ’ όλο τον πλανήτη, πιο ηττημένη κι αφερέγγυα από ποτέ, και η υπόθεση της Επανάστασης έδειχνε περισσότερο απίθανο να πραγματοποιηθεί ακόμη και από διαγαλαξιακό ταξίδι. Όμως, χρειάστηκαν να περάσουν λίγο παραπάνω από δύο χρόνια από τον Μάη του 1915 που γράφτηκαν αυτές οι γραμμές για να εφαρμοστεί η ανάλυση του βιβλίου από τον ίδιο τον Λένιν και συντρόφους του στο μεγαλύτερο επαναστατικό γεγονός της Ιστορίας, τον Οκτώβρη του 1917 στη Ρωσία.
Επιπλέον στην μπροσούρα του ο Λένιν επιχειρεί να διαπραγματευτεί τη γενεσιουργό αιτία της προδοσίας της ηγεσίας της Αριστεράς το 1914. Γιατί, την κρίσιμη ώρα οι ηγέτες «μετρήθηκαν και βρέθηκαν λειψοί»; Γιατί υποταχθήκανε ολοκληρωτικά στις καπιταλιστικές κυβερνήσεις κι αρνήθηκαν να οργανώσουν τη μάχη;

Πίσω από τη λιποταξία των ηγετών ο Λένιν ανιχνεύει τη διάθεση για ταξικό συμβιβασμό. Γράφει στη μπροσούρα:
«Όποιος παρηγορεί τον σκλάβο αντί να τον ξεσηκώνει ενάντια στη σκλαβιά, αυτός βοηθάει τους δουλοχτήτες.
Όλες οι τάξεις που καταπιέζουν έχουν ανάγκη, για να περιφρουρήσουν την κυριαρχία τους, από δύο κοινωνικά λειτουργήματα: από το λειτούργημα του δήμιου και από το λειτούργημα του παπά. Ο δήμιος πρέπει να καταπνίγει τη διαμαρτυρία και την αγανάκτηση των καταπιεζόμενων. Ο παπάς πρέπει να τους παρηγορεί, να τους ζωγραφίζει τις προοπτικές (αυτό είναι πολύ βολικό να γίνεται, όταν δεν προσφέρεται καμιά εγγύηση ότι οι προοπτικές αυτές είναι πραγματοποιήσιμες…) μετριασμού των συμφορών και των θυσιών με τη διατήρηση της ταξικής κυριαρχίας κι έτσι να τις συμφιλιώνει μ ΄ αυτή την κυριαρχία να τις αποτρέπει από την επαναστατική δράση, να εξαλείφει τις επαναστατικές τους διαθέσεις, να εξουθενώνει την επαναστατική τους αποφασιστικότητα»
Και, συνεχίζει ο Λένιν, σχολιάζοντας τον «παρηγορητικό» και συμβιβαστικό ρόλο της μεγαλύτερης «αυθεντίας» του μαρξισμού εκείνης της εποχής, του Καρλ Κάουτσκι στη Γερμανία: «ο Κάουτσκι μετέτρεψε τον μαρξισμό στην πιο αποκρουστική και την πιο κουτή αντεπαναστατική θεωρία, στον πιο βρομερό παπαδισμό».

«Οι δουλειές προχωρούν»
Το μέγεθος της εξαχρείωσης των ηγεσιών των σοσιαλιστικών κομμάτων το δίνει η σπουδή τους να γαντζωθούν στα υπουργικά χαρτοφυλάκια και να «συντονίσουν» την ανθρωποσφαγή. Τηλεγραφούσε ο Χουίσμαν, γραμματέας του Διεθνούς Σοσιαλιστικού Γραφείου, συγχαίροντας τον επικεφαλής των Δανών σοσιαλιστών: «Είδα στις εφημερίδες ότι διοριστήκατε υπουργός. Τα εγκάρδιά μου συγχαρητήρια . Έτσι λοιπόν έχουμε ήδη σε όλον τον κόσμο δέκα σοσιαλιστές υπουργούς. Οι δουλειές προχωρούν. Τους καλύτερους χαιρετισμούς».
Στον κυνισμό και την παράλυση που
έφερε στην Αριστερά η προδοσία, ο Λένιν απαντούσε με ενάργεια και ξεκάθαρες
θέσεις:
«Μα,
όσο κι αν είναι δυσάρεστο στις διάφορες «αυθεντίες» της II
Διεθνούς, πρέπει να δούμε τα πράγματα κατά πρόσωπο, να τα πούμε με το όνομά
τους, να δείξουμε στους εργάτες την αλήθεια…. Τα σοσιαλιστικά κόμματα δεν είναι λέσχες
συζητήσεων, αλλά οργανώσεις του μαχόμενου προλεταριάτου, και όταν μια σειρά
τάγματα περνούν με το μέρος του εχθρού πρέπει να τα κατονομάσουμε και να τα
στιγματίσουμε σαν προδοτικά». Ο Λένιν επιμένει να θυμίζει «την υποχρέωση των
σοσιαλιστών να ξυπνούν, να τραντάζουν το λαό, κι όχι να τον αποκοιμίζουν με τον
σωβινισμό … να επωφελούνται από την κρίση για να επιταχύνουν την κατάρρευση του
καπιταλισμού» κι όχι να παίρνουν το ρόλο του γιατρού στο προσκεφάλι του».
Ο Λένιν απευθυνόταν σε ένα συγκεκριμένο κοινό, στη νέα πρωτοπορία που θα έπαιρνε την ευθύνη να οργανώσει την ανατροπή των συσχετισμών: «Η πείρα του πολέμου, όπως και η πείρα κάθε κρίσης στην Ιστορία, κάθε μεγάλης συμφοράς και κάθε στροφής στη ζωή του ανθρώπου, αποβλακώνει ορισμένους και τους κάνει να λυγίζουν, σε αντάλλαγμα όμως διαφωτίζει και ατσαλώνει άλλους, και η Ιστορία όλου του κόσμου δείχνει γενικά πως ο αριθμός και η δύναμη αυτών των τελευταίων …είναι μεγαλύτερα από τον αριθμό και τη δύναμη των πρώτων».
Η τέχνη της εξέγερσης
Όπως κάθε βαθιά κρίση στην ανθρώπινη κοινωνία, ο παγκόσμιος πόλεμος του 1914-1918 είχε και τη θετική του πλευρά. Έβαλε στην πιο αυστηρή δοκιμασία κάθε πολιτική παράδοση, κάθε οργάνωση και κάθε ηγεσία. Αποκάλυψε τη σαπίλα και τις αντιφάσεις της ειρηνικής, νόμιμης περιόδου ανάπτυξης της Αριστεράς στην Ευρώπη κι ανέδειξε όλη τη σημασία που έχουν οι ξεκάθαρες ιδέες και τη ριζωμένη στην εργατική τάξη πρωτοπορία για τη νίκη των σοσιαλιστικών ιδεών. Οι μπολσεβίκοι, ο Λένιν κι όσοι κι όσες δεν πρόδωσαν το 1914, βρέθηκαν ανάμεσα στο σφυρί και στο αμόνι κι εκεί ατσαλώθηκαν.

Μπορούσε να αποτρέψει η εργατική τάξη την προδοσία των ηγετών της; Όχι, χωρίς να στηριχτεί σε μια νέα πολιτική οργάνωση, επιχειρηματολογεί ο Λένιν.
«Η μάζα δεν μπορούσε να ενεργήσει οργανωμένα, γιατί η οργάνωση της, που είχε δημιουργηθεί προηγούμενα, πρόδωσε τη μάζα, και για να δημιουργηθεί μια νέα οργάνωση χρειάζεται καιρός, απαιτείται αποφασιστικότητα για να πεταχτεί η παλιά, η σάπια οργάνωση που έφαγε τα ψωμιά της…( τα καπιταλιστικά κράτη) καλούσαν τις μάζες ατομικά, βάζοντάς τους το τελεσίγραφο «ή πας στο στρατό, όπως σου συστήνουν και οι ηγέτες σου, η τουφεκίζεσαιl».
Οι μάζες χωρίς οργάνωση δεν έχουν ενιαία θέληση…»
Η οργάνωση των πιο ξεκάθαρων, των πιο πρωτοπόρων αγωνιστών κι αγωνιστριών είναι το κλειδί που θα ανοίξει τις ευκαιρίες για την επανάσταση. Αλλά πως αναγνωρίζονται αυτές οι ευκαιρίες:
«Για έναν μαρξιστή δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επανάσταση είναι αδύνατη χωρίς επαναστατική κατάσταση, μα κάθε επαναστατική κατάσταση δεν οδηγεί στην επανάσταση. Ποια είναι, μιλώντας γενικά, τα γνωρίσματα μιας επαναστατικής κατάστασης;
1) Η αδυναμία των κυρίαρχων τάξεων να διατηρήσουν σε αναλλοίωτη μορφή την κυριαρχία τους… Συνήθως για να ξεσπάσει η επανάσταση δεν είναι αρκετό «τα κάτω στρώματα να μη θέλουν» μα χρειάζεται ακόμα “και οι κορυφές να μην μπορούν να ζήσουν όπως παλιά”.
2) Επιδείνωση μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη, της ανέχειας και της αθλιότητας των καταπιεσμένων τάξεων.
3) Σημαντικό ανέβασμα ….της δραστηριότητας των μαζών, που σε “ειρηνική “εποχή αφήνουν να τις ληστεύουν ήσυχα, ενώ σε καιρούς θύελλας τραβιούνται, τόσο από τις συνθήκες της κρίσης όσο και από τις ίδιες τις ηγεσίες τους, στην δικιά του ιστορική δράση […]
[…] Θα οδηγήσει άραγε αυτό σε επανάσταση; Αυτό δεν το ξέρουμε και κανένας δεν μπορεί να το ξέρει. Θα το δείξει μόνο η πείρα της ανάπτυξης των επαναστατικών δυνάμεων και του περάσματος της πρωτοπόρας τάξης, του προλεταριάτου, σε δράση… Εδώ όμως γίνεται συζήτηση για την πιο αναμφισβήτητη και την πιο βασική υποχρέωση όλων των σοσιαλιστών: την υποχρέωση να αποκαλύπτουν μπροστά στις μάζες την ύπαρξη επαναστατικής κατάστασης… να ξυπνούν την επαναστατική συνείδηση και την επαναστατική αποφασιστικότητα του προλεταριάτου, να το βοηθούν να περνά σε επαναστατική δράση και να ιδρύουν τις οργανώσεις που θα δρουν σε αυτή τη κατεύθυνση, οργανώσεις που να ανταποκρίνονται στην επαναστατική κατάσταση».

Οι ιδέες του Λένιν βρήκαν, παρά τις δυσκολίες και την απομόνωση, τον δρόμο για το κοινό τους, ακριβώς χάρη στη στοιχειώδη οργάνωση των συντρόφων και των συντροφισσών, που επέμεναν να πηγαίνουν κόντρα στο ρεύμα της διάλυσης και του σωβινισμού. Και η δικαίωση της Επανάστασης του 1917 ήταν πολύ πιο κοντά από ό,τι και ο ίδιος ο Λένιν μπορούσε να φανταστεί.
Σήμερα οι ίδιες ιδέες μπορούν να γίνουν κάτι πολύ παραπάνω από ένα συναρπαστικό ανάγνωσμα και μια αφήγηση θάρρους και εξαιρετικής αντοχής. Μπορούν να χρησιμεύσουν σαν οδηγός, σαν τον χάρτη του θησαυρού, για τους μαχητές και τις μαχήτριες που έχουν πάρει την απόφαση να τον ανακαλύψουν και να τον κερδίσουν.
*Η βιβλιοκριτική αυτή δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο «ΚΟΚΚΙΝΟ», το θεωρητικό περιοδικό της Διεθνιστικής Εργατικής Αριστεράς, στο τεύχος 2, φθινόπωρο 2015.