Για το δικαίωμα στην πόλη

Γράφει η Εύα Κουμπιάδη

Οι πόλεις μας αλλάζουν γύρω μας διαρκώς, με ιλιγγιώδεις ρυθμούς· αλλάζει η όψη των κτιρίων, ο κόσμος που κυκλοφορεί, η αξία των περιοχών. Τα σκαμπανεβάσματα της αγοράς θα πει κάποιος, και δεν θα έχει άδικο. Αυτό που δεν συνειδητοποιούμε συνήθως όμως, είναι ότι η “αγορά” αυτή δεν κινείται με τόσο τυχαίο τρόπο. Η πείρα έχει δείξει πως το μεγάλο κεφάλαιο ενεργεί παγκοσμίως ακολουθώντας πολύ συγκεκριμένα μοτίβα για να διαμορφώσει τις πόλεις με τον τρόπο που εξυπηρετεί τα συμφέροντα του, ήτοι χώρο κατανάλωσης αγαθών, υπηρεσιών, ακόμη και πολιτισμού.

Η εφευρετικότητα των μοτίβων αυτών εντυπωσιάζει. Ένας εξ αυτών των τρόπων είναι ο λεγόμενος “εξευγενισμός” (gentrification). Ως εξευγενισμός νοείται η στοχευμένη εξαγορά ακινήτων σε γειτονιές υποτιμημένες και φτωχοποιημένες, όπου κατοικούν συνήθως εργάτ(ρι)ες και μετανάστ(ρι)ες. Στη συνέχεια, οι κάτοικοι εκδιώκονται, τα κτίρια κατεδαφίζονται, και στη θέση τους ανεγείρονται καινούρια, μοντέρνα κτίσματα που σχηματίζουν την “τέλεια” γειτονιά: πολυτελή διαμερίσματα, εμπορικά κέντρα, γραφεία επιχειρήσεων, νέα εστιατόρια και μπαρ, ξενοδοχεία. Μάλιστα, τις περισσότερες φορές το marketing οικειοποιείται πλήρως τον πρώην βιομηχανικό κι εργατικό χαρακτήρα της γειτονιάς για να σχηματίσει τη νέα “urban” ταυτότητα της περιοχής.

Υπάρχουν βέβαια και πολύ πιο πολύπλοκοι μηχανισμοί, μιας και δεν είναι πάντα εύκολο να εκδιωχθεί ολόκληρη η κοινότητα που κατοικούσε εκεί. Το κεφάλαιο, με τη μεγάλη προσαρμοστικότητα που το διακρίνει, εκμεταλλεύεται προς κερδοφορία του ακόμη και τις οικονομικές κρίσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αμερικανογενής κρίση του 2008, όπου είχε στηθεί μία τραπεζική απάτη τεραστίων διαστάσεων γύρω από την αγορά ακινήτων. Οι τράπεζες είχαν δημιουργήσει μία “φούσκα”, μία τεχνητή εικόνα ότι η αγορά πάει καλά, ενώ γνώριζαν πολύ καλά ότι επρόκειτο να καταρρεύσει. Σε αυτήν την περίοδο, εγκρίνονταν στεγαστικά δάνεια και υποθήκες σε πολύ φτωχά νοικοκυριά, με ανύπαρκτες προϋποθέσεις, ενώ ήταν φανερό ότι δεν θα ήταν σε θέση να τα αποπληρώσουν. Η τακτική αυτή αφορούσε ιδιαίτερα περιοχές υποβαθμισμένες, αλλά πολλά υποσχόμενες αν έπεφταν στα σωστά χέρια, ενώ παρατηρήθηκε ότι ο στόχος ήταν περισσότερο μαύρες οικογένειες. Όταν η φούσκα αυτή αναπόφευκτα έσπασε, όλα αυτά τα δάνεια “κοκκίνισαν” και αμέτρητα νοικοκυριά βρέθηκαν καταχρεωμένα. Ακολούθησε ένα μεγάλο κύμα εξώσεων και πλειστηριασμών σπιτιών, όπου οι μεγαλοεπενδυτές μπορούσαν πλέον να πλειοδοτήσουν ανενόχλητοι.

Το πρότυπο προς το οποίο αναδιαμορφώνεται το αστικό τοπίο είναι πολύ συγκεκριμένο, και απλουστευτικά θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στο παράδειγμα του Παρισιού: όμορφο και λαμπερό κέντρο, απλησίαστα ενοίκια, πόλος έλξης τουριστών, μία πόλη προς κατανάλωση, από τα ξενοδοχεία και τις ακριβές μπουτίκ μέχρι τα μουσεία και τα θέατρα. Κι έξω από το όριο του περιφερειακού: βιομηχανική ζώνη, γκέτο, άσχημες εργατικές πολυκατοικίες όπου ζουν άνθρωποι στοιβαγμένοι. Το παράδειγμα του Παρισιού δεν είναι τυχαίο. Έχει να κάνει με το πότε και το πώς η πόλη αυτή έγινε η “Πόλη του Φωτός”. Ήταν η πείρα των επαναστατικών γεγονότων του 1848, που οδήγησε στην ανάθεση στον Haussmann του έργου να ανοίξει τεράστιες λεωφόρους, να γεμίσει το κέντρο της πόλης με μεγαλόπρεπα μνημεία. Τα εργοστάσια στο κέντρο της πόλης και τα στενά σοκάκια είναι επικίνδυνα, καθώς μπορούν να οδηγήσουν σε αναταράξεις όπου η παρέμβαση της αστυνομίας και του στρατού είναι δυσχερής. Προς την ίδια κατεύθυνση κινούνται όλες οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές σήμερα: σε επίπεδο πόλης, προτεραιότητα είναι η πρόληψη όλων των δυνάμει ρηξιακών καταστάσεων. Αυτό γίνεται φανερό από τη σταδιακή απομάκρυνση των πανεπιστημίων -κατ΄εξοχήν εργαστήρι κοινωνικών εξεγέρσεων- από το κέντρο (βλ. Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου), από τη στοχοποίηση και την πρόσφατη κατάργηση του ασύλου, από τα λοκ άουτ στις σχολές του κέντρου κάθε 17 Νοέμβρη και 6 Δεκέμβρη, από την καθήλωση των μεταναστ(ρι)ών εκτός αστικού ιστού και την εξαγγελία για το γκρέμισμα των Φυλακών Κορυδαλλού. Οτιδήποτε αποτελεί παραφωνία στην “κανονικότητα”, οποιοσδήποτε αντιστέκεται στην ησυχία, την τάξη και την ασφάλεια, καταστέλλεται με συνοπτικές διαδικασίες.

Οι πόλεις αυτές δεν μας χωράνε. Είναι γυαλισμένες βιτρίνες, που κάνουν για τους επιχειρηματίες, τους τουρίστες, τους καταναλωτές. Είναι για ανθρώπους νοικοκυραίους που κοιτάνε τη δουλειά τους και συναινούν σιωπηλά. Δεν χωράνε τους φτωχούς, τους πρόσφυγες, τους ανήσυχους/ες και τους ονειροπόλους/ες. Οι δικές μας πόλεις δεν έχουν περιφράξεις, κάγκελα και φρουρούς. Έχουν ανοιχτούς, δημόσιους χώρους και κοινά αγαθά. Οι δικές μας γειτονιές είναι εστίες αλληλεγγύης, αυτοδιάθεσης και διαφορετικότητας. Είναι χωνευτήρι ιδεών, προβληματισμών, πειραματισμού. Είναι ανυπάκουες, είναι εξεγερμένες. Σπιθαμή προς σπιθαμή να πάρουμε πίσω τις πόλεις μας.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s