Ανακοίνωση της Σύνταξης της ΚΟΚΚΙΝΗΣ για το αίσχος της αναχαίτησης «της γης των κολασμένων» στον Έβρο

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εδώ και δύο εικοσιτετράωρα στον Έβρο επιχειρεί να ξεπεράσει σε μισαλλοδοξία την ακροδεξιά κυβέρνηση Όρμπαν της Ουγγαρίας και διεκδικεί το χρυσό –ή μάλλον το φαιό- μετάλλιο ρατσισμού σε όλη την Ευρώπη.
Η αναχαίτηση των μεταναστ(ρι)ών και προσφύγων στα συρματοπλέγματα του Έβρου με δακρυγόνα, ξύλο και πυροβολισμούς στον αέρα δείχνει σε όλον τον κόσμο το άθλιο πρόσωπο της «περίφραχτης Ευρώπης», που θέλει η Ευρωπαϊκή Ένωση και εφαρμόζει κατά γράμμα η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Ταυτόχρονα, αυτή η επιχείρηση αποκαλύπτει και το πραγματικό πολιτικό πρόγραμμα της κυβέρνησης της Δεξιάς στην Ελλάδα: Μισανθρωπιά και αγριότητα απέναντι στους πιο αδύναμους, συντριβή όλων των δικαιωμάτων των κατώτερων τάξεων, ξεκινώντας πρώτα από όλα από το πιο ανίσχυρο κομμάτι: τους/τις μετανάστ(ρι)ες και τους πρόσφυγες.
Η κυβέρνηση της ΝΔ επιχειρεί να εξασφαλίσει και μια εξάπλωση της εκλογικής της βάσης με τον πόλεμο κατά των μεταναστ(ρι)ών: Ο Μητσοτάκης, μέσα από το δόγμα «Νόμος και Τάξη» προσπαθεί να ξαναενώσει τη δεξιά πολυκατοικία κάτω από τη σημαία της Νέας Δημοκρατίας. Ο Μητσοτάκης παλεύει να περιθωριοποιήσει τα ακροδεξιά πολιτικά σχήματα, που ανταγωνίζονται τη Ν.Δ. για την ηγεμονία στον χώρο. Αλλά για να το κάνει αυτό υιοθετεί αυτούσια την πολιτική ατζέντα της ακροδεξιάς.
Έτσι, από την κυβέρνηση της Δεξιάς –αλλά και από το σύνολο των ΜΜΕ, που συντονίζονται όλα στην πράξη μαζί της- διακηρύσσεται ως ύψιστο αγαθό η «ασφάλεια», που υποτίθεται πως κινδυνεύει από τους μετανάστες και όχι από την νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης, η οποία διαλύει την Υγεία και κάνει κουρέλι την Παιδεία.
Αυτό το κυνικό σχέδιο της κυβέρνησης μπάζει από παντού. Ήδη, στη Λέσβο και στη Χίο, ο σχεδιασμός της κυβέρνησης δοκίμασε τη γεύση της πανωλεθρίας με την άτακτη απόσυρση των ΜΑΤ. Υπάρχουν αρκετά δεδομένα για να εξελιχθεί σε φιάσκο και η απόπειρα καταστολής των απελπισμένων στον Έβρο.
Αλλά, ανεξάρτητα από τον βαθμό επιτυχίας της επιχείρησης μισαλλοδοξίας της κυβέρνησης στον Έβρο, η ένωση ενός ισχυρού στρατοπέδου της Δεξιάς υπό το δόγμα «Νόμος και Τάξη» του Μητσοτάκη και κάτω από τον θόλο των γκλοπ των ΜΑΤ, δεν έχει αξιόλογες πιθανότητες να προκόψει. Τα γκλοπ δεν είναι απάντηση στις εργατικές και λαϊκές ανάγκες, δεν ισοφαρίζουν τις συντάξεις φιλοδώρημα και τις αποδοχές στο όριο της επιβίωσης. Και βεβαίως, τα γκλοπ, τα δακρυγόνα και η κρατική καταστολή δεν μπορούν ποτέ να καταφέρουν να σταματήσουν ανθρώπους, που τρέχουν να ξεφύγουν από πολέμους με εκατόμβες νεκρών.
Και τώρα;
Μόνο η μαζική και μαχητική υπεράσπιση των πιο αδύναμων θυμάτων της κυβέρνησης, των μεταναστ(ρι)ών, στον Έβρο και στα καμπς, θα απειλήσει το κεντρικό πολιτικό σχέδιο της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας με ναυάγιο.
Και μόνο ένα μαχητικό διεκδικητικό εργατικό κίνημα, που θα απαιτεί να σπάσει η λιτότητα για τους φτωχούς και το ανεξέλεγκτο γλέντι για τους πλούσιους, θα καταφέρει να ανατρέψει τα σχέδια της κυβέρνησης στην οικονομία και την κοινωνική πολιτική, τα οποία συνοψίζονται στο «λιτότητα μέχρι να σβήσει ο ήλιος».
Και, αν ενωθούν αυτά τα δύο κινήματα στην πάλη τους ενάντια στην κυβέρνηση της Δεξιάς, θα έχει αλλάξει ήδη όλος ο συσχετισμός των δυνάμεων. Και η αλλαγή αυτή θα είναι ραγδαία, όπως ακριβώς ήταν και η ανατροπή των κυβερνητικών σχεδιασμών σε Λέσβο-Χίο.
Αυτή είναι η δουλειά της επαναστατικής Αριστεράς. Να στρατευτεί με τους ταπεινούς και καταφρονεμένους της συγκυρίας, τους/τις μετανάστ(ρι)ες και πρόσφυγες, και να μην αφήσει τη Δεξιά να ενώσει τον κόσμο των ‘νοικοκυραίων’ και των ξενόφοβων σε μια ισχυρή και ενιαία παράταξη, που θα επιβάλλει την τρομολαγνική ατζέντα της. Και να ενισχύσει και να στηρίξει κάθε εργατικό αγώνα ενάντια στη λιτότητα, ενώνοντάς τον με κάθε άλλη κοινωνική αντίσταση μέσα στην κοινωνία και τους εργαζόμενους.
Η παγκόσμια συγκυρία, με το καταπληκτικό κύμα των μαζικών διαδηλώσεων και των εξεγέρσεων, μας ευνοεί περισσότερο από ποτέ. Τώρα είναι η ώρα για να μετατραπεί η δυσαρέσκεια σε ενότητα και αγώνα.
Οι ευκαιρίες για οργάνωση και δράση είναι μπροστά μας.
2 Μάρτη 2020
[* Φράση από τις «Παροιμίες Σολομώντα», 6ο κεφάλαιο, στίχος 18. Πρόκειται για βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης]