Ο διεφθαρμένος καπιταλισμός του Λιβάνου πίσω από την έκρηξη της Βηρυτού

Γράφει ο Ομάρ Χασάν

(ο σύντροφος Ομάρ Χασάν είναι ο εκδότης του Marxist Left Review και ζει στην Αυστραλία)

Ο διεφθαρμένος καπιταλισμός του Λιβάνου πίσω από την έκρηξη της Βηρυτού

Μια έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού κατέστρεψε την πόλη, σκοτώνοντας περισσότερους από 130 ανθρώπους και τραυματίζοντας χιλιάδες άλλους. Είναι μια τεράστια τραγωδία, ένα τεράστιο πλήγμα για έναν πληθυσμό που υποφέρει ήδη από οικονομικές, πολιτικές και υγειονομικές κρίσεις. Φταίει η διαφθορά και η ανικανότητα, αλλά η αλήθεια είναι πιο ολέθρια. Τα γεγονότα του Λιβάνου είναι ένα άλλο κατηγορητήριο για το βάρβαρο καπιταλιστικό σύστημα, το οποίο δεν μπορεί να καλύψει τις πιο βασικές ανάγκες των ανθρώπων που είναι παγιδευμένοι μέσα σ’ αυτό.

Το πιο προφανές πρόβλημα είναι η εγκληματική αμέλεια των λιμενικών αρχών, οι οποίες άφησαν να τοποθετηθεί ένα βουνό εκρηκτικών σε μια αποθήκη στην καρδιά της πρωτεύουσας του Λιβάνου για περισσότερα από έξι χρόνια. Πουθενά στον κόσμο αυτό δεν θα ήταν ένα μικρό λάθος, ή μια λεπτομέρεια που διέφυγε από την προσοχή των διαχειριστών του εξαιρετικά κερδοφόρου λιμένα. Μια έρευνα του Al Jazeera διαπίστωσε ότι εστάλησαν τουλάχιστον έξι επιστολές από τελωνειακούς υπαλλήλους προς τις δικαστικές αρχές που ζητούσαν επείγουσα επίλυση του θέματος, καμία από τις οποίες δεν έλαβε απάντηση. Δεν είναι απλώς ένα πρόβλημα εφησυχασμένων δικαστών. Ολόκληρη η πολιτική τάξη ευθύνεται για τη δημιουργία μιας κουλτούρας στην οποία η δωροδοκία, η προσωπική ανέλιξη και η κερδοσκοπία είναι ο κανόνας – όπου οι ατελείωτοι ανταγωνισμοί για εξουσία και πλούτο έχουν εξαλείψει οποιαδήποτε αντίληψη για υπηρεσία υπέρ των λαϊκών συμφερόντων.

Αυτή η ανικανότητα αντανακλάται σε άλλους τομείς. Εικόνες αμέσως μετά την έκρηξη έδειχναν αίματα στους δρόμους καθώς ασθενοφόρα, σκούτερ και ιδιωτικά οχήματα οδηγούσαν απεγνωσμένα χιλιάδες θύματα στα νοσοκομεία του Λιβάνου. Ωστόσο, η έκρηξη αφάνισε δύο από τα κύρια νοσοκομεία της Βηρυτού, τα οποία έπρεπε να εκκενωθούν μετά την έκρηξη. Πολλά από τα υπόλοιπα νοσοκομεία υπέστησαν σοβαρές ζημιές, καθιστώντας τα ανασφαλή για θεραπεία. Ακόμη χειρότερα, είχαν ήδη κατακλυστεί από τον αυξανόμενο αριθμό ασθενών με COVID-19. Υπάρχουν τώρα αναφορές για άτομα που υποβάλλονται σε θεραπεία σε διαδρόμους και αποστέλλονται σε περιφερειακές κλινικές. Όσοι έχουν ελαφρούς τραυματισμούς αποθαρρύνονται συλλήβδην από το να προσέλθουν για θεραπεία επειδή, όπως αναφέρουν οι New York Times, μια αποθήκη που κατέχει μεγάλο μέρος των ιατρικών προμηθειών του Λιβάνου μπορεί να έχει καταστραφεί.

Ένας απίστευτος αριθμός 300.000 ανθρώπων έχασαν τα σπίτια τους από την έκρηξη, με πολλούς περισσότερους να προσπαθούν να επισκευάσουν και να ανανεώσουν την καταστραμμένη ζωή τους. Βίντεο από το διαδίκτυο δείχνουν οικογένειες συγκεντρωμένες στα παράθυρα, χιλιόμετρα μακριά από την έκρηξη που χτυπήθηκαν από το ωστικό κύμα και τα σπασμένα γυαλιά. Λίγοι κάτοικοι έχουν ασφάλιση και αυτοί που έχουν θα δυσκολευτούν να λάβουν τις κατάλληλες αποζημιώσεις, δεδομένου του πληθωρισμού της χώρας.

Η ανεργία, ήδη στα ύψη λόγω της πρόσφατης οικονομικής αναταραχής, θα αυξηθεί περισσότερο επειδή πολλές μικρές επιχειρήσεις δεν έχουν τα χρήματα ή την πελατειακή βάση για να ανοίξουν ξανά. Τον Απρίλιο, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμούσε ότι το 45% του πληθυσμού ζει σε συνθήκες φτώχειας. Αυτή η κρίση θα καταστρέψει πολλές εκατοντάδες χιλιάδες ακόμη. Λιγότερο επείγον, αλλά σημαντικό για την αριστερά, είναι ότι ορισμένες από τις κατεστραμμένες περιοχές φιλοξενούσαν μια ζωντανή νεολαιίστικη υποκουλτούρα που ήταν αριστερή και χωρίς αποκλεισμούς. Ποιος ξέρει αν τα προάστια όπως το Gemmayze και το Mar Mikhael μπορούν να αναβιώσουν ως κέντρα της ακμάζουσας ακτιβιστικής σκηνής.

«Έχουμε χάσει τα πάντα, έχουμε χάσει τις αναμνήσεις μας, τους δρόμους μας, τις ζωές μας, την ελπίδα μας», θρηνεί στο Facebook η Ρίμα Ματζέντ, μια σοσιαλίστρια και συνδικαλίστρια ακτιβίστρια στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού. «Αυτή η μαφία, ο κάθε ένας απ’ αυτούς, είναι υπεύθυνη… που έκαναν αυτή τη χώρα πραγματική κόλαση».

Ο Λίβανος υπήρξε ο τόπος μιας σειράς σημαντικών κινημάτων διαμαρτυρίας τα τελευταία χρόνια, το κάθε ένα από τα οποία μεγάλωσε και απέκτησε πιο λαϊκή βάση. Από το 2015-16 και την καμπάνια «Εσείς Βρωμάτε!», ενάντια στην κακοδιαχείριση από τις εταιρείες επεξεργασίας σκουπιδιών στη Βηρυτό, μέχρι την «επανάσταση του Οκτωβρίου» του περασμένου χρόνου –που πυροδοτήθηκε όταν ανακοίνωσε η κυβέρνηση φόρο 6$ τον μήνα για διαδικτυακές φωνητικές κλήσεις όπως το WhatsApp– ακτιβιστές/στριες έχουν δείξει μια αυξανόμενη διάθεση να αμφισβητήσουν ολόκληρη την οικονομική και πολιτική ελίτ.

Λόγω αυτής της πρόσφατης ιστορίας, η χώρα είναι προετοιμασμένη να αντιδράσει σε αυτήν την τελευταία αγριότητα. Και οι ακτιβιστές/στριες δεν χρειάζονταν πολλές προτροπές – στο διαδίκτυο, έχουν αναβιώσει hashtags από την επανάσταση και επίσης εξαπλώνεται ένα καινούριο: «Ετοιμάστε τις θηλιές». Ένα tweet που έγινε viral περιέχει μια εικόνα με το κάθε μεγάλο πολιτικό ηγέτη με τη λεζάντα «Σταματήστε τις προσευχές, ξέρετε τι να κάνετε», ενώ ένα άλλο είναι μια φωτογραφία ενός μπαλκονιού στη Βηρυτό με ένα χειρόγραφο πλακάτ με θηλιά. Ένα από τα πιο δημοφιλή είναι μια λίστα με Λιβανέζους δισεκατομμυριούχους που συνοδεύεται από το σχόλιο: «Πριν ζητήσουμε από την Κάιλι να ανοίξει το πορτοφόλι της, ζητήστε από αυτούς να αδειάσουν τα δικά τους». (Αναφέρεται στην διάσημη επιχειρηματία των ΗΠΑ Κάιλι Κρίστεν, η οποία ζήτησε από τους οπαδούς της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να κάνουν δωρεές.)

Καθώς το αρχικό σοκ υποχωρεί, είναι πιθανό αυτός ο θυμός να βρει έκφραση στους δρόμους. Για να αποτρέψει την επερχόμενη εξέγερση, η μη δημοφιλής κυβέρνηση έχει κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης δύο εβδομάδων και έχει δώσει έκτακτες εξουσίες στον στρατό. Είναι απίθανο αυτή η αυταρχική κίνηση να καταφέρει να καταπνίξει τη λαϊκή οργή. Χθες, ένας μικρός αριθμός διαδηλωτών επιτέθηκε στη συνοδεία του Σά’αντ Χαρίρι στη Βηρυτό. Ο Χαρίρι είναι ένας εξέχων φιλο-Σαουδάραβας εκατομμυριούχος, καθώς και πρώην πρωθυπουργός, και περιφρονείται ευρέως.

Ο Χαρίρι και ολόκληρο το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο είναι υπεύθυνοι για την ταπεινωτική κατάσταση της λιβανέζικης κοινωνίας και της οικονομίας. Δεκαετίες ιδιωτικοποιήσεων, περικοπές στις κοινωνικές υπηρεσίες και στην πρόνοια έχουν αφήσει τους φτωχούς ευάλωτους στο παραμικρό οικονομικό σοκ. Τα περισσότερα σπίτια δεν έχουν ακόμη κανονική πρόσβαση στο υπερτιμημένο ηλεκτρικό ρεύμα και πρέπει να αγοράζουν εμφιαλωμένο νερό.

Για να βοηθήσουν τους κερδοσκόπους των χρηματαγορών στο επίκεντρο του καπιταλισμού του Λιβάνου, οι αρχές διόγκωσαν τεχνητά τη λιβανέζικη λίρα μέσω της πρόσδεσής της στο δολάριο των ΗΠΑ. Αλλά αυτό το σύστημα κατέρρευσε τους τελευταίους μήνες, οδηγώντας σε ποσοστό πληθωρισμού άνω του 400%. Η δραματική μείωση της αγοραστικής δύναμης του νομίσματος άφησε απένταρο το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Τώρα οι τράπεζες του Λιβάνου αρνούνται να αφήσουν τους πελάτες να αποσύρουν δολάρια ΗΠΑ από τους λογαριασμούς τους, επιμένοντας να τα πάρουν αφού μετατραπούν σε καταρρέουσα λίρα. Ωστόσο, οι τράπεζες συνεχίζουν να διαπραγματεύονται χρησιμοποιώντας την επίσημη συναλλαγματική ισοτιμία, πράγμα που σημαίνει ότι μπορούν να μεταφέρουν όλο το κόστος του πληθωρισμού στους πελάτες τους. Με αυτόν τον τρόπο εξάγουν εκατομμύρια από τους εργαζόμενους και τους φτωχούς, ενώ οι πλούσιοι έχουν το δικαίωμα να μεταφέρουν τον πλούτο τους σε υπεράκτιες περιοχές.

Η Βηρυτός περιγραφόταν ως το Παρίσι της Μέσης Ανατολής. Σήμερα είναι μια σκληρή, γκρίζα πόλη που υποφέρει από υπερβολική φτώχεια, πάρα πολλά αυτοκίνητα, πολύ θόρυβο, πολύ λίγους χώρους πρασίνου. Δεν υπάρχουν οδικοί κανόνες και πεζοδρόμια και οι πεζοί αναγκάζονται να κινούνται γύρω από συντρίμμια, όγκους σκουπιδιών και οχήματα που κινούνται ακανόνιστα στους στενούς δρόμους. Στην πολιτική και οικονομική καρδιά του Λιβάνου, περίπου δυόμισι εκατομμύρια άνθρωποι ζουν έτσι – περισσότερο από το ένα τρίτο του πληθυσμού της χώρας.

Η πόλη είναι συνηθισμένη στη βία και τις εκρήξεις. Επιβίωσε από έναν από τους χειρότερους εμφύλιους πολέμους της Μέσης Ανατολής κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1970 και του 1980, όταν οι σεχταριστές οπλαρχηγοί και οι αυτοκρατορικοί σύμμαχοί τους σφετερίστηκαν και κατέστρεψαν ένα δυναμικό και ριζοσπαστικό κίνημα που ξεκίνησε από τα κάτω από φοιτητές και εργάτες. Αν και οι μάχες και οι σφαγές συνεχίστηκαν για χρόνια, απογυμνώθηκαν από οποιοδήποτε κοινωνικό περιεχόμενο, έγιναν απολιτικές και μηδενικές τελετουργίες που συντονίστηκαν από εκατομμυριούχους πολέμαρχους με μοναδικό στόχο την υπεράσπιση και την επέκταση της εξουσίας τους.

Οι πληγές εκείνων των τρομερών χρόνων –όταν οι δρόμοι και οι άνθρωποι διαχωρίστηκαν άκαμπτα, Μουσουλμάνοι εναντίον Χριστιανών, δύση εναντίον ανατολής– εξακολουθούν να είναι ορατές. Οι τρύπες από τις σφαίρες γεμίζουν τα κτίρια στις φτωχότερες γειτονιές, που συχνά καλύπτονται από τεράστιες εικόνες σεκταριστικών ανδρείκελων που ενδιαφέρονται περισσότερο να μαζέψουν ψήφους από το να βοηθήσουν τη λεγόμενη κοινότητά τους. Οι διαιρέσεις που δημιουργούνται από τα χρόνια του εμφυλίου πολέμου γίνονται αισθητές στους δρόμους και οι πολιτική αφοσίωση έχει παραμείνει σχετικά σταθερή, μέχρι τους πρόσφατους γύρους ακτιβισμού.

Ωστόσο, ορισμένα πράγματα έχουν αλλάξει μετά τον πόλεμο. Οι ελίτ στο Λίβανο είναι πιο διαφορετικές, σουνιτικά και σιιτικά ονόματα μπαίνουν συχνότερα στη λίστα των 100 πλουσιότερων. Ως αποτέλεσμα, η πόλη δεν διαιρείται πλέον κυρίως μεταξύ πλούσιων χριστιανικών και φτωχών μουσουλμανικών περιοχών, αλλά ανά τάξη. Το ισλαμιστικό πολιτικό κόμμα Χεζμπολάχ, κάποτε μια αντιφατική έκφραση των φιλοδοξιών της κατεστραμμένης Σιιτικής κοινότητας, είναι πλέον ένα παγιωμένο τμήμα της λιβανικής ελίτ. Αυτό αντικατοπτρίζεται σαφέστερα στη στρατηγική του συμμαχία με τον Μισέλ Αούν, ένα από τα πιο αιμοβόρα ακροδεξιά πρόσωπα του εμφυλίου πολέμου. Οι περιοδικές συγκρούσεις με το Ισραήλ είναι απλώς θέατρο που συγκαλύπτει το ρόλο της Χεζμπολάχ στη λεηλασία του Λιβάνου από την καπιταλιστική τάξη, μαζί με τους λεγόμενους εχθρούς της στη συμμαχία της 14ης Μαρτίου.

Πολύ συχνά, για τα προβλήματα στον Λίβανο οι κατηγορίες επιρρίπτονται στη «διαφθορά» και την «ανικανότητα». Ενώ υπάρχει ένα στοιχείο αλήθειας σ’ αυτές τις κατηγορίες, αυτά τα ζητήματα προκύπτουν από τη λειτουργία μιας κοινωνίας που βασίζεται στο κέρδος για τους λίγους εις βάρος της πλειοψηφίας του πληθυσμού. Τα δεξιά έντυπα, όπως οι Financial Times, χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τον λαό της Βηρυτού και, στη συνέχεια, προτείνουν τον πιο τεχνοκρατικό καπιταλισμό ως λύση. Η αλήθεια είναι ότι ο καπιταλισμός δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς διαφθορά, ανικανότητα και δολοφονίες. Όλο το σύστημα φταίει, από τους Λιβανέζους καπιταλιστές που το διαχειρίζονται, μέχρι τους παγκόσμιους καπιταλιστές που τους συμβουλεύουν.

Η μόνη απλή απάντηση σε αυτό το τρομερό νέο έγκλημα που διαπράχθηκε εναντίον της πόλης της Βηρυτού και του λαού της που υποφέρει επί χρόνια είναι να συντρίψει το σύστημα που προκαλεί τέτοια δυστυχία. Οι εργαζόμενοι, οι φοιτητές και οι φτωχοί του Λιβάνου έχουν αποδειχθεί ικανοί να ταρακουνήσουν τα θεμέλια του συστήματος τα τελευταία χρόνια. Τώρα ήρθε η ώρα να ολοκληρώσουν αυτό το έργο.

Μετάφραση: e la libertà

Omar Hassan, «Lebanon’s Corrupt Capitalism Behind Beirut Blast», Red Flag, 6 Αυγούστου 2020 – Europe Solidaire Sans Frontières, 6 Αυγούστου 2020 – Alliance of Middle Eastern and North African Socialists, 8 Αυγούστου 2020.

Ο Omar Hassan είναι ο συντάκτης του Marxist Left Review. Είναι υποψήφιος των Σοσιαλιστών της Βικτώρια [Πολιτεία της Αυστραλίας] για το δημοτικό συμβούλιο του Darebin.

Για να συνδράμετε τις προσπάθειες ανακούφισης στο Λίβανο, δείτε την έκκληση από τον Λιβανέζο σοσιαλιστή Jade Saab: https://jadesaab.com/a-personal-appeal-for-lebanon-d44afec29227?gi=e429bbd59572

  • Την ανάρτηση αλιεύσαμε από την ιστοσελίδα e la libertà 

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s