
Σκέψεις με αφορμή τη χτεσινή προβολή από την ΕΡΤ -1 της τηλεοπτικής ταινίας «Ατέλειωτη Νύχτα» (Endless night) βασισμένης σε μυθιστόρημα της Αγκάθα Κρίστι
Γράφει ο Χάρης Παπαδόπουλος
Κάθε φορά που βλέπω ένα έργο σαν τη χτεσινή περιπέτεια της Μις Μαρπλ που πρόβαλε η ΕΡΤ -1, θυμάμαι ένα συμβάν που έζησα στην εφηβεία μου, με τον -πεθαμένο σήμερα – αδελφό της μάνας μου, τον αγαπημένο θείο Γιάννη.
Ήμουν το πολύ δεκαπέντε χρονών. Έτυχε, μια θεία που εργαζόταν τότε ως ηθοποιός στο Κρατικό Θέατρο Βόρειας Ελλάδας, να εξασφαλίσει ορισμένες προσκλήσεις για την οικογένεια για να δούμε παράσταση με το έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ «Ο κύκλος με την κιμωλία».
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε. Δεν θυμάμαι ούτε το πόσοι και ποιοι συγγενείς πήγαμε ούτε το τι εντύπωση έκανε η παράσταση στους άλλους. Θυμάμαι πάντως ολοζώντανα πως ήμουν ενθουσιασμένος, μια και – παρόλο που ήμουν ο Βενιαμίν εκείνη τη στιγμή στην οικογένεια – είχα ξαναδεί το συγκεκριμένο έργο από άλλο θεατρικό σχήμα. Έτσι ζούσα με πάθος κάθε στιγμή της παράστασης. Και με είχαν συνεπάρει ιδιαίτερα οι σκηνές με τον δικαστή Αζντάκ, που είναι από τότε ο αγαπημένος μου θεατρικός ήρωας.
Αντίθετα, ο θείος Γιάννης σε όλη την παράσταση ήταν βαρύς και επιφυλακτικός. Και μόνο όταν έπεσε η αυλαία σηκώθηκε όρθιος και συμμετείχε στο χειροκρότημα με τον ίδιο ενθουσιασμό με εμένα. Βγαίνοντας από το ΚΘΒΕ, ο θείος μάς εκμυστηρεύτηκε: «Δεν περίμενα πως θα ήταν καλό το έργο ως το τέλος. Έλεγα δεν μπορεί, κάπου θα καταφέρνουν να δικαιώνονται αυτοί. Κάπου στο τέλος θα κερδίζουν και θα βγαίνουνε λάδι». Και διευκρίνισε ο θείος μου το «αυτοί»: «Οι δεξιοί, οι πλούσιοι».
Ο θείος Γιάννης είχε έρθει από την Κατερίνη για να δει την παράσταση. Υποθέτω πως το μεγάλο γεγονός ήταν το ότι μια συγγενής μας έπαιζε έναν θεατρικό ρόλο στον μεγαλύτερο θεατρικό οργανισμό της Βόρειας Ελλάδας και έπρεπε να δώσουμε το ‘παρών’ οικογενειακώς. Προφανώς ο θείος δεν είχε ξανακούσει το όνομα του συγγραφέα, του Μπρεχτ. Και όσο και αν τον είχε αγγίξει το έργο, δεν έπαψε ως το τέλος να επαγρυπνεί για το τι μήνυμα θα περνούσε στον κόσμο και σε μας, στην οικογένεια.
Πέρασαν δεκαετίες. Έτυχε να γνωριστώ λίγο με το έργο του Λένιν. Και ξανασυνάντησα στα κείμενά του άπειρες φορές το «αυτοί» που χαρακτήριζε συνεχώς τον ταξικό εχθρό. Ο Λένιν από τη μια και ο θείος Γιάννης, που δεν τον είχε διαβάσει ποτέ από την άλλη, συναντήθηκαν στην ίδια δύσπιστη στάση απέναντι στον κόσμο «αυτὠν». Των εχθρών της δικιάς μας τάξης.
Τα θυμήθηκα όλα αυτά, με τη χτεσινή προβολή του «Endless night» της Αγκάθα Κρίστι. Επειδή τέτοια ακριβώς ήταν τα έργα που περίμενε με καχυποψία ο θείος Γιάννης. Προσεγμένα, εκλεπτυσμένα και με δυνατές ανατροπές. Όχι από την αρχή αντικομμουνιστικά και στρατευμένα κατά των ταπεινών, όχι απροκάλυπτα εχθρικά κατά των καταπιεσμένων. Αλλά λεπτοδουλεμένα, ραφινάτα, με το πολιτικό μήνυμα να το αντιλαμβάνεσαι με το τέλος του έργου.
Στο συγκεκριμένο έργο της Αγκάθα Κρίστι, το σκοτεινό κίνητρο του δολοφόνου είναι ο φθόνος για τον πλούτο. Ο δολοφόνος είναι ένας ανελέητος και μοχθηρός άνθρωπος της εργατικής τάξης, ένας πρεκάριος πιο σωστά, που δολοπλοκεί και οργανώνει δολοφονίες στην προσπάθειά του να αποκτήσει μια αμύθητη περιουσία.
Και οι κάτοχοι του πλούτου, οι «βδέλλες» όπως κατονομάζονται αρκετές φορές μέσα στην ταινία, αλλά και στο βιβλίο της Αγκάθα Κρίστι, είναι εκείνοι που δικαιώνονται στο τέλος για την επιφυλακτικότητά τους απέναντι στους ταπεινούς, για τον φόβο τους μπροστά στο κοινωνικό πλησίασμα των καθημερινών ανθρώπων της δουλειάς.
Το έργο της Κρίστι, όπως και το αντίστοιχο του Μπέρτολτ Μπρεχτ, είναι και τα δυο ξεχωριστά, και τα δυο πολύ δουλεμένα κείμενα. Αλλά μεγάλο έργο, αξιομνημόνευτο, δεν θα μπορούσε να είναι το έργο της Κρίστι. Τον λόγο για αυτό αποτυπώνει στην «Αισθητική» του ο Πλεχάνωφ.
Ένα λογοτεχνικό έργο, εξηγεί εκεί μέσα ο συγγραφέας, δεν αρκεί να περιγράφει με δύναμη ισχυρά συναισθήματα. Πρέπει αυτά τα συναισθήματα να εξυψώνονται σε πανανθρώπινης σημασίας αξίες.
Έτσι, δυνατό συναίσθημα είναι ο απελπισμένος έρωτας μιας νέας κοπέλας. Ένα άλλο είναι ο φόβος ενός κεφαλαιούχου που τρέμει μήπως χάσει την επένδυσή του. Όμως μόνο το πρώτο συναίσθημα μπορεί να δημιουργήσει μεγαλόπνοο λογοτεχνικό έργο. Το δεύτερο όχι.
Και αν η ταινία πάνω στο βιβλίο της Αγκάθα Κρίστι έχει προσεγμένη και αξιομνημόνευτη ατμόσφαιρα και διαθέτει ίντριγκα δουλεμένη με λεπτοβελονιά, δεν διαθέτει περιεχόμενο που να στηρίζει και να δικαιολογεί αυτή τη μορφή.
Και ακόμη και η αστυνομική πλοκή στο τέλος αποδεικνύεται αναιμική και λίγη. Καθόλου τυχαία, το «Endless night» είναι το μόνο ίσως βιβλίο της Αγκάθα Κρίστι που αναγνωρίζεις τον δολοφόνο ήδη από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου. Και από το πρώτο-δεύτερο λεπτό της ταινίας.
Επειδή μεγάλη τέχνη σημαίνει να αφυπνίζεις και να ενοχλείς. Όχι να αναπαράγεις στερεότυπα, φοβίες και προκαταλήψεις. Μεγάλη τέχνη σημαίνει να ανοίγεις δρόμους στη γνώση, όχι να τους κλείνεις.
Μεγάλη τέχνη μπορεί να γίνει υπό οποιαδήποτε μορφή. Και από δημιουργούς κάθε ιδεολογίας και κάθε πίστης. Αλλά όχι με όποιο και να ‘ναι περιεχόμενο.