
Γράφει η Lale Alatlı
(1ος όροφος: κινείται ένα μολύβι)
Μαμά, μπαμπά,
Πριν ξεκινήσω να γράφω αυτά που σκέφτομαι, θέλω να ξέρετε ότι σας αγαπώ και πως, ό, τι και αν γίνει, θα παραμείνετε για μένα οι καλύτεροι γονείς του κόσμου.
Από παιδί ήθελα να γίνω σωστή σαν εσάς όταν μεγαλώσω. Μία πολίτης που αγαπάει την πατρίδα, τη θρησκεία και την οικογένειά της. Και μια κόρη που θα κάνει ευτυχισμένους τους γονείς της με έναν καλό γάμο και τρία εγγονάκια (όπως ζητάει ο πρόεδρος της δημοκρατίας μας), που θα τρέχουν τσιρίζοντας από δω κι από εκεί. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν έγιναν όπως θα θέλατε.
Τώρα κοιτάζω για τελευταία φορά έξω από το παράθυρο του σπιτιού μας και βλέπω απέναντι τις κουρτίνες να χορεύουν στον αέρα σαν φαντάσματα. Κάποια παιδιά παίζουν στη μέση του δρόμου. Μόλις βγήκε από την εξώπορτα ο Μεστάν. Λίγο στεναχωρημένος μου φαίνεται. Ο από πάνω γείτονας, ο κατά τα άλλα τόσο θρησκευόμενος, πρέπει πάλι να τον έχει διώξει με τη σκούπα! Μακάρι να ήμουν κι εγώ μια ξένοιαστη γάτα σαν το Μεστάν σ’ αυτήν την πολυκατοικία. Κανείς δεν θα ασχολιόταν μαζί μου, οι μέρες μου θα ήταν ήρεμες, θα έλαμπε ο ήλιος και για μένα. Θα ζητούσα μόνο λίγο φαγητό κι ένα μέρος να κοιμηθώ. Έλα όμως που δεν είμαι γάτα και δεν δικαιούμαι τίποτε από αυτά, ακόμα και στο ίδιο μου το σπίτι.
Ξέρω πως μ΄ αγαπάτε, όπως επίσης ότι δεν υπάρχει περίπτωση να μπορέσετε να δεχτείτε τον τρόπο ζωής μου. Γνωρίζω πόσο θα θυμώσετε όταν θα βρείτε αυτήν την επιστολή. Πολύ πιθανόν η μαμά να λιποθυμήσει και ο μπαμπάς να ξαναρχίσει να καπνίζει και να πίνει. Την επόμενη μέρα που ο θυμός σας θα έχει καταλαγιάσει, η μαμά θα ψάχνει να βρει το καλύτερο ψέμα να πει στις γειτόνισσες, για να μην πούνε ότι η κόρη του Ισμαήλ το έσκασε με μία γυναίκα. Μετά, κάποιοι θα σας πούνε ότι είναι ένα βιολογικό ελάττωμα, μια παρέκκλιση, μια ιδιαιτερότητα. Οι πιο προοδευτικοί θα θεωρήσουν ότι είναι θέμα επιλογής, θα ρωτήσουν αν δοκίμασα με άνδρα, μήπως δεν συνάντησα το σωστό άτομο, θα σας πουν να επισκεφτούμε έναν γιατρό που βοήθησε τον γιο του τάδε και τον πάντρεψε. Όχι μαμά, όχι μπαμπά, δεν είναι κάτι που διάλεξα. Είναι αυτό που είμαι.
Αργότερα, θα αναρωτηθείτε πού κάνατε λάθος, ύστερα θα σκεφτείτε πού έκανα εγώ λάθος. Ξέρω πολύ καλά ότι δεν μπορείτε να ξεχωρίσετε τον ομοφυλόφιλο από τον παιδόφιλο. Σκεφτείτε απλώς ότι αντί για έναν καλό γαμπρό, βρήκα μια καλή νύφη.
Γνωρίζω πολύ καλά ότι, ακόμα κι αν με δεχτείτε έτσι όπως είμαι, αν δεν φύγω, η ζωή σας θα γίνει πολύ δύσκολη. Θα είστε οι ανώμαλοι της κοινωνίας ή τουλάχιστον οι γονείς της ανώμαλης. Σε μια χώρα που ο πατέρας σκοτώνει το παιδί του επειδή είναι ομοφυλόφιλο, σε μια χώρα που επιλέγει να αγνοεί την ύπαρξη των ομοφυλόφιλων εδώ και αιώνες, πώς να επιζήσω εγώ;
Βέβαια, θα μου λείψουν τα κουλούρια με σουσάμι της θείας Σελμά στη γωνία, τα μαύρα τσάγια από τη Ριζούντα που έφτιαχνε η Σεντά, η μυρωδιά του σαλεπιού τα χειμωνιάτικα βράδια, ακόμα και η γκρι πολυκατοικία μας, χωμένη ανάμεσα στους ουρανοξύστες.
Μπαμπά, με αποκαλούσες πάντα «λουλούδι μου». Είμαι ένα λουλούδι για άλλο κλίμα, εδώ θα μαραζώσω, θα με κόψουν.
Μαμά, με έλεγες «ελαφάκι μου». Το ελαφάκι θέλει την ελευθερία του. Πώς να ζήσει εδώ με τους κανόνες μίας κοινωνίας λύκων; Δεν θα το αφήσουν ήσυχο.
Πόσο πολύ θα ήθελα να με καταλαβαίνατε! Για να κάνω πιο εύκολη τη ζωή όλων μας, αποφάσισα να φύγω. Δεν θα ήταν εύκολο ούτε και για σας να με τιμωρήσετε όπως απαιτεί το περιβάλλον εδώ.
Μη στεναχωριέστε για μένα, δεν είμαι μόνη. Φεύγω με την Εμινέ. Μπορεί εσείς να με ξεχάσετε, αλλά εγώ δεν θα σας ξεχάσω, θα είστε πάντα μαζί μου. Η Εμινέ είναι έγκυος και το παιδί μας θα λέγεται Ισμαήλ.
Με πολλή αγάπη,
Λεϊλά
(2ος όροφος: χτυπάει ένα τηλέφωνο)
Καλησπέρα κύριε υπουργέ, λέγομαι Ουμούτ Όζτουρκ και είμαι δικηγόρος. Σας τηλεφωνώ από το δικηγορικό μου γραφείο στην Κωνσταντινούπολη για την υπόθεση της μακρινής σας ξαδέρφης, της κυρίας Αϊχάν Ζαμάν, που συγχωρέθηκε περίπου ένα μήνα πριν. Σας στέλνω τα συλλυπητήριά μου.
Μετά από πολλές έρευνες βρήκαμε πως είστε ο μοναδικός κληρονόμος της. Δεν είχε παιδιά, ούτε και αδέρφια. Νομίζω πως θα κατανοήσετε τη δύσκολη και πολύ λεπτή θέση που βρίσκομαι. Σύμφωνα με τις έρευνές μας για το πρόσωπό σας, μάθαμε κάποιες πληροφορίες που ίσως αποτελέσουν εμπόδιο στην αποδοχή της κληρονομιάς. Γι’ αυτό και θα θέλαμε μια επιβεβαίωση από σας προκειμένου να συνεχίσουμε τις διαδικασίες.
Από ό,τι μάθαμε ήσασταν Πρόεδρος των Θρησκευτικών Υποθέσεων και τώρα είστε Υπουργός Θρησκευμάτων από το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Αν κάνω λάθος διορθώστε με παρακαλώ. Έχετε βρεθεί στη Μέκκα δεκαεφτά φορές για προσκύνημα. Από τις πληροφορίες που έχουμε, αναγνωρίζουμε και εκτιμάμε το τεράστιο θρησκευτικό έργο που έχετε προσφέρει και εξακολουθείτε να προσφέρετε στη χώρα και στο λαό μας.
Η υπόθεση κληρονομιάς της κυρίας Ζαμάν είναι αρκετά ιδιαίτερη και πολύπλοκη, ακόμα και για το γραφείο μας. Θα αναφερθώ εν συντομία στους όρους που είχε θέσει η ίδια, ώστε να σκεφτείτε και να μας τηλεφωνήσετε μέσα σε μια εβδομάδα, για να κανονίσουμε μέρα και ώρα για να μας δηλώσετε γραπτώς και προφορικώς την τελική σας απόφαση.
Ας ξεκινήσω από τα θετικά. Πρώτα απ’ όλα πρέπει να σας διευκρινίσω ότι η κληρονομιά της κυρίας Ζαμάν αποτελείται από ένα συγκρότημα σπιτιών και από μια εταιρία στο κέντρο της Κωνσταντινούπολης, στο Καράκιοϊ, πολύ μεγάλης αξίας. Τα σπίτια αυτά είχαν κατασκευαστεί από το σουλτάνο για τους Ευρωπαίους της περιοχής στο τέλος του 19ου αιώνα. Η σημερινή αξία μόνο των ακινήτων υπολογίζεται γύρω στα έξι δισεκατομμύρια ευρώ. Η Κυρία Ζαμάν διαχειριζόταν αυτά τα σπίτια μέσω της εταιρίας της. Προσθέστε εσείς σ’ αυτά και τα επιπλέον χρήματα που μπορεί να φέρνει ένα συγκρότημα με οίκους ανοχής, που λειτουργούν αδιάλειπτα σε μια πόλη είκοσι εκατομμυρίων.
Η εταιρία αυτή δουλεύει μέχρι και σήμερα υπό την προστασία του κράτους, στο συγκρότημα που σας έχω αναφέρει.
Η Κυρία Ζαμάν έκτισε όλο αυτό το θησαυρό εντελώς μόνη της, γι’ αυτό και δεν ήθελε να πάει χαμένη αυτή η επιχείρηση, ακόμα και όταν δεν θα υπήρχε η ίδια. Σας διαβάζω σύντομα τους όρους.
1. Ο κληρονόμος της περιουσίας της πρέπει να συνεχίσει την ίδια δουλειά, χωρίς να αλλάξει το παραμικρό στο καταστατικό.
2. Ο κληρονόμος πρέπει να συμμετέχει στις γενικές συνελεύσεις με την ιδιότητα του προέδρου.
3. Ο κληρονόμος πρέπει να εξακολουθήσει να συνεργάζεται άψογα με την κυβέρνηση, την αστυνομία και με τις υπόλοιπες αρχές, όπως γινόταν μέχρι σήμερα.
4. Απαγορεύεται ρητά η πώληση της εταιρίας, των μεριδίων και των ακινήτων.
Κύριε υπουργέ, γνωρίζοντας την υποψηφιότητά σας στις εκλογές σε τρεις μήνες και τη θέση σας στην κυβέρνηση, κατανοούμε το πρόβλημά σας και σας παρακαλούμε να μας τηλεφωνήσετε, προκειμένου να μας επιβεβαιώσετε ότι λάβατε αυτό το μήνυμα. Θα θέλαμε να μας απαντήσετε, αν τελικά θα αποδεχτείτε την κληρονομιά των έντεκα περίπου δισεκατομμυρίων ευρώ. Τα τηλέφωνά μας είναι 0212 666 66 66. Καλό σας βράδυ.
(3ος όροφος: γουργουρίζει μια γάτα)
Η Τουρκιάν αποτελούσε το πρότυπο της σύγχρονης γυναίκας της δημοκρατίας. Πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις που ο ιδρυτής είχε ορίσει για μία γυναίκα εκατό χρόνια πριν.
Γεννήθηκε στην πρωτεύουσα σε μια κεμαλική οικογένεια. Ο πατέρας της ήταν αξιωματούχος του στρατού ξηράς. Η Τουρκιάν αποφοίτησε από την παιδαγωγική σχολή κι έγινε δασκάλα σαν τη μητέρα της. Της άρεσαν τα παιδιά, η καθημερινή ρουτίνα και οι τρεις μήνες διακοπές. Το σχολείο ήταν κοντά στο σπίτι της και πήγαινε με τα πόδια. Ήταν υπερήφανη που ήταν δασκάλα και μετέφερε τις αρχές της πατρίδας στους μικρούς μαθητές της. Κάθε πρωί στεκόταν για μισό λεπτό και χαιρετούσε με το κεφάλι της τη σημαία που ανέμιζε περήφανα.
Όταν έμπαινε στην τάξη όλοι οι μαθητές σηκώνονταν όρθιοι. Κι έτσι η δασκάλα Τουρκιάν ένιωθε ότι συνεχίζει τη δουλειά και του πατέρα και της μητέρας της, χωρίς να αδικεί κανέναν από τους δύο. Οι μαθητές είχαν διαφορετική καταγωγή ο καθένας, αλλά στην τάξη της όλοι ήταν ίδιοι, χωρίς διακρίσεις. Με τα ίδια ρούχα, με τις ίδιες κινήσεις, με μία μοναδική γλώσσα της λύκαινας Ασένα και με τα ίδια τραγούδια. Το αγαπημένο της ήταν ο εθνικός ύμνος.
Μετά το σχολείο επέστρεφε στο σπίτι εξαντλημένη. Φαγητό, τηλεφωνήματα, διάβασμα για την επόμενη μέρα και περνούσε η ώρα. Πριν περάσει από τη λέσχη, δεν ξεχνούσε ποτέ να ταΐζει και τον Μεστάν, τον γάτο της πολυκατοικίας. Όταν έλειπε ο από κάτω «ταλιμπάν με τη σκούπα» όπως τον αποκαλούσε η ίδια, τον έπαιρνε και στο σπίτι. Ο Μεστάν ήταν άσπρος, όμορφος. Με ένα μάτι μπλε και το άλλο κεχριμπαρένιο, ένας βέρος γάτος Αγκύρας. Ανήκε σε μια από τις παλαιότερες ράτσες γάτας με μακρύ μεταξωτό τρίχωμα και κομψό μακρύ σώμα, μακριά πόδια και μακριά ουρά. Βέβαια, ο Μεστάν είχε ασχημύνει λιγάκι, τόσα χρόνια στους δρόμους. Η Τουρκιάν όμως ήξερε πολύ καλά τι έκρυβε αυτός ο μετριόφρων κύριος στο DNA του.
Τελευταία χρόνια τη στεναχωρούσε η πολιτική κατάσταση της χώρας. Οι παλιές αξίες είχαν χαθεί. Η θρησκεία κυριαρχούσε παντού και αποδυνάμωνε τον πατριωτισμό. Κι έτσι, λίγα χρόνια πριν, είχε γραφτεί στα Μαύρα Λιοντάρια, μια εθνικιστική οργάνωση και πολλά απογεύματα συμμετείχε ενεργά σε διάφορες δραστηριότητες γυναικών της λέσχης.
Ο πατέρας της πάντα έλεγε πως το καθήκον προς την πατρίδα ολοκληρώνεται με την τελευταία μας πνοή. Ο συνταξιούχος αξιωματούχος που ήταν χρόνια Μαύρο Λιοντάρι, όταν έμαθε την ενεργή συμμετοχή της κόρης του, χάρηκε τόσο πολύ που της έκανε ένα αξέχαστο δώρο. Ένα σετ ταύτισης DNA, από αυτά που αποτελούνται από δύο απλές μπατονέτες. Κι εκείνη αμέσως τις έστειλε με το σάλιο της στο εργαστήρι της εταιρείας στο Χιούστον του Τέξας.
Σήμερα το πρωί έλαβε το κίτρινο, χοντρό φάκελο με το όνομά της τυπωμένο με μεγάλα γράμματα. Η καρδιά της χτυπούσε δυνατά. Τον άνοιξε και άρχισε να διαβάζει τα αποτελέσματα: «Κατά 20% Κούρδισσα, κατά 16% Ελληνίδα, κατά 15% Εβραία, κατά 15% Αρμένισα, κατά 14%, Σύρια, 7% Νιγηριανή, 6% Μεξικανή, 4% Κινέζα, 2% Αυστραλέζα και 1% Τουρκάλα».
Μία απόλυτη σιωπή επικράτησε στο διαμέρισμα. Μόνο το γουργουρητό του Μεστάν την διέκοπτε. Δεν ακουγόταν τίποτε. Ούτε καν οι χτύποι της καρδιάς της Τουρκιάν.
(4ος όροφος: φωνάζει σιωπηλά ένα παιδί)
Μου αρέσει πολύ να χαϊδεύω τον Μεστάν, μου αρέσουν όλες οι γάτες. Θέλω κι εγώ μια γάτα, αλλά ο μπαμπάς μου λέει ότι πρέπει να καταλάβω ότι μεγάλωσα και έγινα γυναίκα. Μου λέει πως πρέπει να μάθω να σέβομαι τη μαντίλα που φοράω στο κεφάλι. Εγώ δεν θέλω να τη φοράω και δεν ξέρω τι σημαίνει «σέβομαι τη μαντίλα». Μου αρέσει να πηγαίνω στο σχολείο και να παίζω με τους φίλους μου. Μερικοί με κοροϊδεύουν, τραβάνε τη μαντίλα μου για να μου τη βγάλουν, η δασκάλα όμως τους μαλώνει.
Η δασκάλα μου είναι πολύ καλή. Με αγκαλιάζει κάθε μέρα. Η μαμά δεν το κάνει, λέει πως είμαι πλέον γυναίκα και δεν είναι σωστό. Όπως λέει σε λίγο καιρό θα με αγκαλιάζει ο άνδρας μου. Δεν θέλω να με αγκαλιάζει κανένας άνδρας.
Και ο μπαμπάς με αγκαλιάζει, αλλά το κρατάμε μυστικό. Δεν το λέμε σε κανέναν. Εκείνος με χαϊδεύει σε όλο μου το σώμα. Μου λέει ότι τα καλά κορίτσια, μέχρι να παντρευτούν τα χαϊδεύουν οι μπαμπάδες τους.
Εμένα, μου αρέσει να χαϊδεύω μόνο τον Μεστάν.
*Εμπνευσμένο από τον τίτλο «Κοινωνική σαπίλα» της πρώτης ελληνικής ταινίας κοινωνικής κριτικής του Στέλιου Τατασόπουλου, του 1932.
