
Βιβλιοπαρουσίαση του έργου «Η πένα μου δεν σπάει, τα σύνορα είναι που θα σπάσουν» της Παρβάνα Αμίρι (Parwana Amiri)
Γράφει η Κική Σταματόγιαννη
«Έπρεπε να κρατήσω την πένα μου και να συνεχίσω να γράφω για όλους μας στη Μόρια – γιατί όλοι πρέπει να συνεχίσουμε τον αγώνα»
(Παρβάνα Αμίρι)
Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχαν στον πλανήτη εθνικά σύνορα. Νοητές γραμμές που κομμάτιαζαν τη γη και μαζί τις ζωές των ανθρώπων. Δεν μπορούσες εύκολα να περάσεις από το ένα κομμάτι στο άλλο. Υπήρχαν απάνθρωπες νομοθεσίες, απαγορεύσεις, φρουροί και φυλακές.
Όταν τα σύνορα και οι πόλεμοι θα είναι μια θλιβερή υποσημείωση στα βιβλία της ιστορίας του μέλλοντος, θα διαβάζουν βιβλία όπως αυτό της Παρβάνα Αμίρι, για να καταλάβουν τι σήμαινε κάποτε για την ανθρωπότητα να είσαι πρόσφυγας. Τι τεράστιο κόστος σε ανθρώπινες ζωές συνεπαγόταν αυτή η κτηνωδία.
Να στέκεσαι με τις ώρες στην ουρά, αφού έχεις διασχίσει σχεδόν μισό/ένα χιλιόμετρο, για να πάρεις ένα πιάτο άνοστο φαγητό, που ίσα-ίσα φτάνει για να σε κρατήσει στη ζωή. Να μαζεύεις τα γέρικα κλαδιά απ’ τις ελιές για να ανάψεις φωτιά και να ψήσεις ψωμί, προκειμένου να το πουλήσεις για να αγοράσεις φάρμακα. Να σκεπάζεσαι το βράδυ με τις ίδιες κουβέρτες που το πρωί τις έχεις στρωμένες σαν χαλί μέσα στη σκηνή, που κατ’ ευφημισμό κάποιοι το ονομάζουν «σπίτι». Να είσαι ανάπηρος και να μην μπορείς να μετακινηθείς μέσα στα λασποτόπια των κέντρων συγκέντρωσης, που κάποιοι κατ’ ευφημισμό τα ονομάζουν «κέντρα φιλοξενίας». Να είσαι άρρωστη και το να επισκεφθείς ένα νοσοκομείο να καταντά ένας μικρός γραφειοκρατικός Γολγοθάς. Να είσαι γυναίκα, προσφύγισσα, και να φοβάσαι να πας το βράδυ στην τουαλέτα χωρίς κάποιον μαζί σου, μόνο και μόνο για να μη δεχθείς επίθεση ή για να μην καταλήξεις θύμα βιασμού. Να προσπαθείς να κρατήσεις το σώμα σου καθαρό μέσα στη βρωμιά και τα σκουπίδια χωρίς τρεχούμενο ζεστό νερό. Με μία βρύση να αντιστοιχεί σε χιλιάδες. Να είσαι τρανς και να μην σου αναγνωρίζεται μια τοσηδά ελευθερία για να εκφραστείς καταπώς νιώθεις. Να αυτοκτονείς, καθώς σου ’χουν στραγγαλίσει όλα τα χρώματα απ’ τον ορίζοντα.
Η Παρβάνα Αμίρι και τα γραπτά της μέσα από το κολαστήριο της Μόριας στη Λέσβο γίνονται η συνείδησή μας για το τι σημαίνει να είσαι πρόσφυγας εγκλωβισμένος/η στα στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Ελλάδα του 21ου αιώνα. Μια νεαρή προσφύγισσα από το Αφγανιστάν, μόλις στα 17 της χρόνια, γίνεται το πλάσμα που βρίσκει τη δύναμη να κρατήσει έναν τεράστιο μεγεθυντικό φακό. Για εμάς. Έτσι ώστε να μπορέσουμε να δούμε όλα όσα δεν μας αφήνουν να δούμε τα τείχη που έχουν υψώσει γύρω από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Την εγκατάλειψη, τους καθημερινούς μικροεξευτελισμούς, την πίκρα, τη βαναυσότητα να ζεις μια ζωή χωρίς την παραμικρή προοπτική. Η πένα της γίνεται αιχμηρό νυστέρι, που ανατέμνει μια πραγματικότητα ζοφερή. Σκίζει την επιφάνεια για να δούμε τι συμβαίνει από κάτω. Και βλέπουμε ανθρώπους να ζουν την προσωπική τους κόλαση, αφημένοι στην τύχη τους, στη ζούγκλα των στρατοπέδων.
Οι πιο σκληρές πέτρες είναι εκείνες που δημιουργούνται μέσα στην υψηλή θερμότητα των ηφαιστείων
Μια βιωματική ιστορία γραμμένη απ’ αυτήν ισοδυναμεί με χιλιάδες λέξεις γραμμένες από όλες και όλους εμάς. Ό,τι κι αν ονειρεύτηκε φεύγοντας από το Αφγανιστάν, έχει γίνει με πάταγο συντρίμμια. Η Ευρώπη «η ήπειρος της ελπίδας… το λαμπρό φως» την εγκλώβισε, τη φυλάκισε. Χωρίς να έχει κάνει το παραμικρό έγκλημα. Και έχει κάθε λόγο να είναι θυμωμένη. Αλλά η Παρβάνα δεν είναι θυμωμένη. Είναι δύσπιστη. Δύσπιστη απέναντι στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που στέρησαν σε αυτήν και σε χιλιάδες άλλους σαν αυτήν ακόμα και τα απλούστερα και πλέον αυτονόητα πράγματα τον 21ο αιώνα: τη θέρμανση, το ηλεκτρικό ρεύμα, «μια ζεστή κουβέρτα, μια στέγη, μια μπουκιά φαγητό και ένα φλιτζάνι τσάι». Πράγματα άπιαστα, που δεν τολμούν πια ούτε να τα ονειρευτούν. «Και τι θα λέγατε αν κρατούσατε μια χούφτα χώμα της Μόριας και βλέπατε ότι είναι πιο αδύναμο κι από τη στάχτη, γιατί κάθε βράδυ περισσότεροι από 20.000 άστεγοι φωνάζουν τη δυσπιστία τους στον κόσμο;».
Αυτή τη δυσπιστία της τη βάζει σε λέξεις. Λέξεις που ενδυναμώνουν τόσο την ίδια -για να αντέξει- όσο και τους άλλους. Αυτές οι λέξεις, αυτά τα λόγια μεταφρασμένα σε κινήσεις αλληλεγγύης, θα σπάνε πάντα τα σύνορα που οι ισχυροί αυτού του κόσμου έχτισαν. Σ’ αυτό έχει δίκιο η Παρβάνα. Οι φθόγγοι που συναρμόστηκαν σε φράσεις, γραμμένες στα αγγλικά με τη βοήθεια ενός φακού τα βράδια στη σκηνή της, θα γίνουν το μεγάφωνο της οργής των κατατρεγμένων ανθρώπων. Θα παρασύρουν στο πέρασμά τους ό,τι σαθρό και άδικο υψώθηκε στη γη μόνο και μόνο για να αλυσοδέσει την ελευθερία όσων αναζητούν έναν καλύτερο κόσμο.
«Το πρώτο πράγμα που θέλω να σας πω είναι ότι δεν ήρθαμε στην Ευρώπη για χρήματα ούτε για να γίνουμε Ευρωπαίοι πολίτες. Ήρθαμε απλώς για να ανασάνουμε, για να ζήσουμε μία μέρα με ειρήνη».
Χρωστάμε ένα ευτυχισμένο τέλος στις ιστορίες της Παρβάνα.
Χρωστάμε ένα γενναιόδωρο Και ζήσαν αυτοί καλά και όλοι οι καταπιεσμένοι άνθρωποι αυτού του κόσμου αφάνταστα καλύτερα. Χωρίς σύνορα, χωρίς φρουρούς και φυλακές.
«Η πένα μου δεν σπάει, τα σύνορα είναι που θα σπάσουν – Γράμματα στον κόσμο από τη Μόρια», Parwana Amiri, εκδ. Ακυβέρνητες Πολιτείες, μετάφραση: http://lesvos.w2eu.net/, 2019-2020.
*Η παραπάνω βιβλιοπαρουσίαση βρίσκεται δημοσιευμένη στην εφημερίδα Η ΚΟΚΚΙΝΗ φύλλο 12ο, Σεπτέμβρης 2021, που κυκλοφορεί.