
Κυριακή και δύο αναγνωστικές προτάσεις από τη Λάλε Άλατλι
Παντού παρών
Όταν βρείτε αυτό το γράμμα, θα είμαι πολύ μακριά σας. Θέλω να ξέρετε ότι δεν φταίει κανείς. Είναι καθαρά δική μου υπόθεση και δική μου απόφαση.
Μέχρι εκείνη τη μέρα που η δασκάλα μάς τον αποκάλυψε, δεν είχα καταλάβει ότι με παρακολουθούσε. «Είναι παντού παρών και μας παρακολουθεί. Βλέπει τα πάντα» είπε. «Γι’ αυτό και πρέπει να προσέχουμε ό,τι κάνουμε και να του είμαστε ευγνώμονες κάθε φορά που δεν μας τιμωρεί».
Κατά την επιστροφή στο σπίτι, ενώ ο ήλιος έπαιζε κρυφτό πίσω μου, μια τεράστια σκιά έπεσε ξαφνικά μπροστά μου. Ήταν εκείνος. Διέκρινα τα μακριά του γένια μέχρι την κοιλιά του. Με ακολούθησε μέχρι το σπίτι. Φοβήθηκα. Δεν είπα τίποτα στους γονείς μου. Η μαμά δεν πρόσεξε ότι δεν πήγαινα στην τουαλέτα. Δεν μπορούσα μπροστά του. «Είναι παντού και μας παρακολουθεί». Την επόμενη μέρα, όταν ξύπνησα μέσα στα υγρά σεντόνια, η μαμά ανησύχησε. «Τελευταία φορά που είχες κατουρήσει το κρεβάτι σου, ήσουν δύο χρονών!» Δεν απάντησα.
Δεν γινόταν, όμως, να συνεχίσει έτσι. Σιγά-σιγά άρχισα να συνηθίζω την παρουσία του. Πηγαίναμε παντού μαζί. Στην τουαλέτα τού έλεγα να κλείσει τα μάτια του. Δεν ήξερα αν το έκανε ή όχι. Αλλά ήξερα πολύ καλά ότι έλεγχε όλες μου τις κινήσεις. Κάθε βράδυ τον ευχαριστούσα με μια προσευχή στα αραβικά, που δεν με είχε κάψει στη φωτιά του.
Του άρεσε να μου κάνει δυσάρεστα αστεία, εμφανιζόμενος με διάφορες μορφές. Τη μέρα που πήγαμε με το σχολείο στο σινεμά να δούμε τον Πινόκιο, είχε διαλέξει να παίξει μαζί μου πάνω στη λευκή κουρτίνα. Τον έβλεπα για πρώτη φορά. Ήταν τεράστιος και στο ύψος και στο πλάτος. Φορούσε μαύρα ρούχα. Τα βρώμικα γένια του είχαν μεγαλώσει κι άλλο. Ήταν όπως τον φανταζόμουν και είχε το παρατσούκλι «Mangiafuooco». Ήμουν σίγουρη πως θα με έπαιρνε μαζί του αν τον μαρτυρούσα σε κάποιον. Έμεινα πιστή στο μυστικό μας.
Πέρασαν τα χρόνια, μεγάλωσα, έφυγα μακριά από την οικογένεια μου, από τη χώρα όπου γεννήθηκα και από εκείνον. Πού και πού θυμόμουν εκείνες τις εφιαλτικές μέρες που είχα περάσει μαζί του, αλλά πλέον δεν πίστευα ότι υπήρχε. Ήταν οι παιδικοί φόβοι, ίσως λόγω του χωρισμού των γονιών μου. Μετά από χρονιά ψυχοθεραπείας νόμιζα πως είχα νικήσει τους φόβους μου.
Σήμερα το πρωί ήταν η πρώτη μου μέρα στη δουλειά, στην τράπεζα. Ετοιμάστηκα δύο ώρες μπροστά στον καθρέφτη, άλλαξα επτά ρούχα και στο τέλος κατάφερα να γίνω αυτή η δυναμική γυναίκα που ήθελα, τουλάχιστον στην εμφάνιση. Κρύβοντας καλά την πολύχρονη ανεργία μου, μπήκα με μεγάλη αυτοπεποίθηση στο κατάστημα. Με έστειλαν κατευθείαν στον διευθυντή. Καθόταν εκεί, τεράστιος. Τόσα χρόνια περίμενε ύπουλα για να με ξανασυναντήσει. Πάλι μαυροντυμένος, αυτή τη φορά με γραβάτα, με γένια κι ένα λεπτό μουστάκι. «Καλώς ήρθατε» μου είπε. «Εδώ, στο κατάστημά μας, είμαστε πάντα ένα βήμα πιο μπροστά από τον πελάτη. Δάνειο, ασφάλεια, ιατρική περίθαλψη, ό,τι μπορεί να χρειαστεί το διασφαλίζει η εταιρία μας. Είμαστε παντού παρόντες και παρακολουθούμε τα πάντα!». Χαμογέλασε.
Κατάλαβα πως πάλι ήθελε να παίξει μαζί μου, κι όπως πάντα όχι έντιμα! Κρυμμένος πίσω από άλλες προσωπικότητες, σε διαφορετικές καταστάσεις, όπου δεν μπορούσα να αντιδράσω και να τον πολεμήσω. Πίστευα ότι είχε τρελάνει όχι μόνο εμένα, αλλά όλους τους ανθρώπους. Μάζεψα ό,τι θάρρος μού είχε απομείνει και πήρα την απόφαση να πάω να τον βρω, μετά τη δουλειά, πρόσωπο με πρόσωπο και να του μιλήσω από κοντά.
Μ’ αυτό το γράμμα χαιρετώ όλους σας, που με αγαπάτε, πριν ξεκινήσω τον δρόμο χωρίς επιστροφή και το πιο φθηνό ταξίδι με 20 Lexotanil και λίγη βότκα, που θα με πάνε στη βασιλεία Του.
Lale Alatli
Πρώτη δημοσίευση: culturebook
————————————-
Καλύτερα να χωρίσουμε
Η παρουσία του χθες, μου επιβεβαίωσε, για άλλη μια φορά, το πόσο σωστή ήταν η απόφασή μου. Μια ζωή εγώ ήμουν αυτή που έτρεχα από πίσω του. Από την πρώτη στιγμή μού έκοψε την ανάσα. Πόσες φορές εγκατέλειψα παρέες, μέρη, ταξίδια, θέατρα, φαγητά, συναυλίες για χάρη του. Πόσα ψέματα είχα πει πρώτα στους γονείς μου, μετά στους φίλους… ακόμα και στα παιδιά μου. Ήταν η σταθερή αξία της ζωής μου. Μόνο και μόνο για να είμαι μαζί του, για να νιώθω τη μυρωδιά του στα ρουθούνια, για να είμαι μαζί του στο κρεβάτι, στο ασανσέρ, στο γραφείο, στο αυτοκίνητο, έξω από τα σουπερμάρκετ, στα βενζινάδικα. Μια φορά ακόμα και στην τουαλέτα του αεροπλάνου.
Μαζί του απόλαυσα την κάθε στιγμή, όσο καταστροφική και να ήταν για μένα. Το κόστος, οικονομικό και συναισθηματικό, ήταν μόνο δικό μου. Δεν μου έδειχνε ότι με ήθελε, απλώς αποδεχόταν την τρελή επιθυμία μου με σοβαρή αδιαφορία.
Ήξερα ότι δεν μου έκανε καλό, αλλά δεν μπορούσα να ζήσω χωρίς την παρουσία του, μέσα μου, πλάι μου, στα χέρια μου, στα χείλη μου, στη γλώσσα μου.
Τελικά πόσο απλό ήταν! Πήρα μια βαθιά ανάσα, τα πνευμόνια μου γέμισαν με τη μυρωδιά του καφέ. Του είπα «Καλύτερα να χωρίσουμε!» Έτρεμε η φωνή μου. Δεν απάντησε. Ξαναείπα «Καλύτερα να χωρίσουμε!» Έτρεμα ολόκληρη. Μας κοιτούσαν από τα άλλα τραπέζια. Μου φάνηκε σα να γελούσαν τα πρόσωπα από τα πορτρέτα στους τοίχους. Δεν μ’ ένοιαζε τίποτα. Ήθελα να του δώσω μια τελευταία ευκαιρία, ίσως για να ακούσω το «Όχι, να μην χωρίσουμε!». Τρίτη φορά και πιο δυνατά. «Καλύτερα να χωρίσουμε!» Σιωπή.
Δεν είχα άλλη υπομονή. Σηκώθηκα και βγήκα από το μαγαζί αφήνοντας το τελευταίο μου τσιγάρο, μόνο του στο τραπέζι οριστικά.
Lale Alatli