
Γράφει ο Χάρης Παπαδόπουλος
«Έχασαν την πρωτοβουλία. Που σημαίνει πως έχασαν τον πόλεμο»
(Φρανκ Χέρμπερτ «Ντιούν»)
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει βαλτώσει.
80 ημέρες μετά τη ρώσικη εισβολή της 24ης Φλεβάρη και τα στρατεύματα του Πούτιν δεν καταφέρνουν να πετύχουν μια χειροπιαστή νίκη στην ανατολική Ουκρανία, πέρα από την κατάληψη της ρημαγμένης Μαριούπολης. Η περίοδος της ανοιξιάτικης λάσπης, που τόσο ταλαιπώρησε και καθυστέρησε τις ρωσικές φάλαγγες, έχει πια περάσει. Ωστόσο, δεν υπάρχει σε κανένα μέτωπο μια διακριτή ρωσική προέλαση. Μόνο βήμα σημειωτόν, αμηχανία και κούραση. Και απώλειες, που συνεχώς συσσωρεύονται.
Από την άλλη μεριά, η ουκρανική κυβέρνηση φαίνεται πως ξεπέρασε τον κάβο. Η υπεράφθονη στρατιωτική ενίσχυση από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ οδήγησε στον μετριασμό της ρωσικής στρατιωτικής υπεροχής στα πεδία των μαχών. Η πολιορκία του Κιέβου έχει λυθεί εδώ και εβδομάδες. Και του Χαρκόβου λύεται, ενώ γράφονται αυτές οι γραμμές.
Όμως το τέρμα του πολέμου είναι, απ’ ό,τι φαίνεται, πολύ μακριά ακόμα. Η ουκρανική κυβέρνηση δείχνει πως θα αντέξει για αρκετό καιρό. Αλλά δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη νίκη. Τουλάχιστον όχι χωρίς μια πολιτική ανατροπή στη Ρωσία.
Το καθεστώς του Πούτιν εισήλθε μόνο του σε αδιέξοδο. Δείχνει αδύνατο να καταφέρει να απεμπλακεί από την Ουκρανία με αξιοπρέπεια και κάποια πολιτικά οφέλη. Αν πάλι συνεχίσει, θα συσσωρεύει μόνο καταστροφές και απώλειες και τις κατάρες των μανάδων των φαντάρων, μέχρι –ενδεχομένως- να καταρρεύσει. Και ειδικά η Ρωσία έχει ιστορικό προηγούμενο δύο επαναστάσεων, του 1905 και του 1917, που ξέσπασαν μετά από πολεμικές πανωλεθρίες.
Η Ουκρανία δεν γίνεται να κατακτηθεί. Αυτό θα ήταν αδύνατο να συμβεί, ακόμη και αν δεν εμπλέκονταν στο ελάχιστο οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, για να στηρίξουν την κυβέρνηση του Ζελένσκι. Η Ουκρανία αντέχει, επειδή οι λαοί της –ανάμεσά τους και η πολυάριθμη ρωσική μειονότητα της χώρας- δεν θέλουν να υποταχθούν στον κατοχικό στρατό του Πούτιν. Η ρώσικη εισβολή ξεσήκωσε τον κόσμο, που πήρε τα όπλα, για να υπερασπίσει το σπίτι του. Και τη λαϊκή οργή κανένας στρατός, ακόμα και αυτός μιας υπερδύναμης, δεν είναι σε θέση να την κατατροπώσει.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως στον πόλεμο στην Ουκρανία πρέπει, η Αριστερά και τα κινήματα, να υποστηρίξουμε την πλευρά του Ζελένσκι, όσο και αν αυτή έχει τη σαφή υποστήριξη του ουκρανικού λαού.
Ας το ξαναπούμε με σαφήνεια. Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ολότελα άδικος και από τις δύο πλευρές. Είναι πόλεμος ανάμεσα σε δυο ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα. Μόνο που το ένα, το ΝΑΤΟ, διεξάγει τον πόλεμο μέσω των αναλώσιμων Ουκρανών φαντάρων.
Είναι εγκληματικό να στηρίζει κανείς τον Πούτιν και την ιμπεριαλιστική εισβολή του ρώσικου στρατού σε μια ξένη χώρα. Άλλο τόσο άθλιο, όμως, είναι να ζητάς να σταλούν «αμυντικά» όπλα στον στρατό της Ουκρανίας, που οργανικό και αναπόσπαστο τμήμα του αποτελούν οι ναζιστές φονιάδες του τάγματος Αζόφ. Η ουκρανική κυβέρνηση είναι πρόθυμος σύμμαχος του ΝΑΤΟ και του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ στην ανατολική Ευρώπη και τη Μαύρη Θάλασσα. Οι δυτικοί ιμπεριαλιστές έχουν κάθε λόγο να τη στηρίζουν. Εμείς όχι.
Και τώρα;
«Η Ουκρανία είναι για τη Ρωσία ό,τι είναι για την Αγγλία η Ιρλανδία» (Λένιν)
Η ευφυής σύγκριση του Λένιν μάς πάει κατευθείαν στο επίδικο που μας αφορά: Στη στάση της Αριστεράς.
Μια αγγλική Αριστερά που αδιαφορεί για την εθνική καταπίεση των Ιρλανδών, που δικαιολογεί ή προσπερνά το ζήτημα των δυνάμεων κατοχής –στο σύνολο της Ιρλανδίας τότε, στο Μπέλφαστ σήμερα- και που δεν κάνει σημαία της την ιρλανδική αυτοδιάθεση, δεν είναι πραγματική Αριστερά. Αλλά ένας συρφετός παλιανθρώπων, υποκριτών και πατριδοκάπηλων.
Ακριβώς το ίδιο ισχύει για τη σημερινή ρώσικη «κομμουνιστική» Αριστερά, που έσπευσε να συμπαραταχθεί με την εισβολή του Πούτιν. Πρόκειται για ανθρώπους τόσο σάπιους, τόσο υποταγμένους στο ρωσικό βοναπαρτιστικό καθεστώς και στους ολιγάρχες, που έχουν απλώς καταχραστεί ξεδιάντροπα τα κομμουνιστικά σύμβολα. Αυτοί οι «κομμουνιστές» υποτάσσονται χωρίς ντροπή στο Κρεμλίνο και στην κρατική αιγίδα που αυτό τους εξασφαλίζει. Την ίδια ακριβώς ώρα που ο Πούτιν, μαζί με την εισβολή στην Ουκρανία, ξεκινούσε την ολομέτωπη σταυροφορία του ενάντια στον Λένιν και την πολιτική κληρονομιά του. «Σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί» έγραφε ο Βολφ Μπίρμαν για τους ανατολικογερμανούς σταλινικούς γραφειοκρατίσκους του καιρού του. Έτσι ακριβώς. Και ακόμα χειρότερα.
Την τιμή της Αριστεράς στη Ρωσία τη διασώζουν μονάχα οι μικρές συλλογικότητες που τόλμησαν να πάνε κόντρα στον πόλεμο του Πούτιν. Οι συντρόφισσες και οι σύντροφοι, που ρισκάρουν τη σωματική τους ακεραιότητα βγαίνοντας κατά μόνας με αντιπολεμικά πλακάτ στους δρόμους των πόλεων, ώσπου να τους σύρει δεσμώτες στα κρατητήρια η ρωσική αστυνομία. Οι άνθρωποι που χάνουν τις δουλειές τους και την ελευθερία τους για να διαχωριστούν από το διαρκές έγκλημα πολέμου, που επιτελεί ο ρωσικός στρατός στην Ουκρανία.
Και, πάνω από όλα, είναι οι μανάδες που απαιτούν από τον Πούτιν εξηγήσεις για το πού χάθηκαν τα παιδιά τους, για το πού κείτονται τα άψυχα κορμιά τους. Όπως οι μανάδες των ναυτών του βυθισμένου ρωσικού καταδρομικού «Μόσκβα».
Είναι, για την ώρα, λίγες χιλιάδες οι άνθρωποι στη Ρωσία που κινητοποιούνται ενεργά απέναντι στον πόλεμο. Το κίνημα αυτό σε καμιά περίπτωση δεν είναι σε θέση να διεκδικήσει τον δρόμο από την αστυνομία. Πρόκειται ακόμη για μικρά σύνολα ανθρώπων, που κινούνται «κόντρα στο ρεύμα». Όμως, ποιο είναι αυτό το ρεύμα;
Στη Ρωσία, όπως και σε ολόκληρο τον πλανήτη τους τελευταίους αιώνες, κάθε πολεμική σύρραξη ξεσήκωνε συνήθως έναν εθνικιστικό πυρετό στην αρχή των στρατιωτικών συμβάντων. Εκατομμύρια άνθρωποι, στις αρχές κάθε πολέμου, συνήθως καταλαμβάνονται από «εθνική έξαρση» και διαδηλώνουν την πρόθεσή τους «να πεθάνουν για την πατρίδα», ενώ οι αντιπολεμικές φωνές είναι, κατά κανόνα, απομονωμένες και τραγικά μειοψηφικές. Και μόνο μετά από χρόνια μακελειού και ματαιώσεων, το αντιπολεμικό κίνημα δυναμώνει και ενδέχεται να καταφέρει να καθορίσει εξελίξεις και να ανατρέψει φιλοπόλεμες κυβερνήσεις.
Όμως, στη Ρωσία του Πούτιν το 2022, δεν έχει παρατηρηθεί μαζικός ενθουσιασμός για τον πόλεμο, παρόλο που επιχειρήθηκε από την κυβέρνηση να δικαιολογηθεί η εισβολή στην Ουκρανία με πατριωτικά, και μάλιστα με αντιφασιστικά επιχειρήματα. Αυτή την παγερή σε γενικές γραμμές στάση του λαού στη Ρωσία φοβάται και το καθεστώς Πούτιν. Γι’ αυτό και διστάζει ακόμη να προχωρήσει σε μια επιστράτευση κληρωτών, έστω και σε περιορισμένη κλίμακα. Οι κυβερνώντες αντιλαμβάνονται πως η μαζική επιστροφή φέρετρων και σακατεμένων φαντάρων από την εκστρατεία στην Ουκρανία ίσως και να πολλαπλασιάσει ραγδαία το αντιπολεμικό κίνημα στη χώρα τους. Έτσι, τρέχουν να στρατολογήσουν μισθοφόρους και να υποσχεθούν πακτωλό αποζημιώσεων στις οικογένειες των νεκρών Ρώσων στρατιωτών και στους τραυματίες επιζήσαντες των μαχών.
Ενδεικτικό για την κατάσταση πνευμάτων στη Ρωσία είναι πως τις αντιπολεμικές διαμαρτυρίες τρέχει να τις εξαλείψει παντού η Αστυνομία. Πουθενά δεν κινητοποιήθηκαν μαζικά εθνικιστικές ομάδες και εξαγριωμένοι πολίτες «του νόμου και της τάξης» για να απομονώσουν τους/τις ακτιβιστ(ρι)ες κατά του πολέμου. Μόνο οι πληρωμένες και οργανωμένες στρατιωτικά δυνάμεις καταστολής. Και άλλος κανείς.
Η πίεση που δέχεται το ρωσικό καθεστώς, σε συνδυασμό με μια κατακόρυφη αύξηση της δυσαρέσκειας των μαζών, που θα προκαλέσει μια ενδεχόμενη πανωλεθρία, κάνει αυτή τη στιγμή τη Ρωσία να βάζει υποψηφιότητα στο να μετατραπεί σε αδύναμο κρίκο στην αλυσίδα των ιμπεριαλιστικών χωρών.

Ούτε ΝΑΤΟ ούτε και Ρωσία, στον δρόμο κατεβαίνουμε για μια άλλη κοινωνία
Ενώ η Ρωσία αυτοπαγιδεύτηκε σε μια ασφυκτική κατάσταση, οι χώρες του ΝΑΤΟ ποντάρουν σε νέα επέκταση προς ανατολάς. Την ίδια ώρα οι στρατιωτικές δαπάνες των χωρών του ΝΑΤΟ εκτοξεύονται στα ύψη, με πρωταθλήτρια μέχρι στιγμής τη Γερμανία.
Γι’ αυτό και έχει τεράστια σημασία να εντείνει το αντιπολεμικό κίνημα στη Δύση τις δράσεις και την πολεμική του ενάντια στο ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ. Το ΝΑΤΟ δεν πρέπει να επεκταθεί, αλλά να διαλυθεί, για να περιοριστούν οι κίνδυνοι για την ειρήνη.
Δουλειά ενάντια στον πόλεμο στη Δύση σημαίνει συνεχείς καμπάνιες για να δοθούν λεφτά για υγεία–παιδεία και στήριξη του εργατικού εισοδήματος. Και όχι για νέους εξοπλισμούς και νέες στρατιωτικές βάσεις. Ούτε για στρατιωτική «βοήθεια» στην Ουκρανία.
Είναι βαθιά υποκρισία να δίνεται άσυλο μονάχα στους πρόσφυγες/ισσες από την Ουκρανία και όλοι/ες οι υπόλοιποι/ες να θαλασσοπνίγονται και να δολοφονούνται επιχειρώντας να βρουν καταφύγιο στην περίκλειστη Ευρώπη και τις περίφρακτες ΗΠΑ. Και όλα τα θύματα των πολέμων και της φτώχειας, που δημιούργησε η ιμπεριαλιστική Δύση, να αντιμετωπίζονται ως παρείσακτοι και περιττοί και να οδηγούνται σε άθλια στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Είναι καιρός για κοινή δράση όλης της Αριστεράς και των κινημάτων σε ολόκληρη τη Δύση ενάντια στις στρατιωτικές δαπάνες, τα F-16 και F-35, τα Ραφάλ, τους πυραύλους και τις φρεγάτες. Και ενάντια στην απίστευτη ακρίβεια, που τραυματίζει επώδυνα τα εργατικά εισοδήματα. Καμιά δράση καταπιεσμένων και κανένα κίνημα δικαιωμάτων, ούτε εργατικό ούτε φεμινιστικό, λοατκια+ ή οικολογικό, δεν θα μπορέσει να σταθεί και να διεκδικήσει το παραμικρό αν δεν ανοίξει μέτωπο με την πολεμοκαπηλεία, τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς και τον ρατσισμό ενάντια στους πρόσφυγες/ισσες.
Η επαναστατική Αριστερά, στην Ελλάδα και σε κάθε δυτική χώρα, οφείλει να εξηγήσει υπομονετικά μέσα στα κινήματα πως «ο δικός μας πόλεμος γίνεται εδώ ενάντια στην ακρίβεια και τον ρατσισμό». Όμως δεν αρκούν οι ικανότητες στην προπαγάνδα. Είναι απόλυτα αναγκαίες οι καθαρές ιδέες.
Δεν βοηθούν καθόλου τον αγώνα ενάντια στο ΝΑΤΟ, τις στρατιωτικές δαπάνες και τις βάσεις η προπαγάνδα και οι αυταπάτες κάποιων ομάδων υπέρ του Πούτιν, ως τάχα αντίπαλου δέους στη Δύση. Όσοι ευτελίζουν το σύνθημα «ο εχθρός βρίσκεται στην ίδια μας τη χώρα» καλώντας σε συστράτευση με το καθεστώς Πούτιν ενάντια στη Δύση, ξεχνούν πως ο Λένιν προπαγάνδιζε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπέρ της μετατροπής του σε σοσιαλιστική επανάσταση. Οι μπολσεβίκοι και ο Λένιν –ποτέ και καμιά στιγμή- δεν κατάντησαν φερέφωνα του γερμανικού επιτελείου.
Ακόμη χειρότερα: μέσα στην επαναστατική Αριστερά μάς χαντακώνουν οι θέσεις πως θα πρέπει να υποστηριχτεί ο «αμυντικός» στρατιωτικός εξοπλισμός της Ουκρανίας απέναντι στον εισβολέα Πούτιν. Οι σύντροφοι της πλειοψηφίας της 4ης Διεθνούς, που τα ισχυρίζονται αυτά, καταλήγουν να δικαιολογούν έμμεσα τον εξοπλισμό της Ουκρανίας από το ΝΑΤΟ.
Προτείνουμε σε αυτούς τους συντρόφους να μελετήσουν σε βάθος το πού κατέληξαν παλιότεροι επαναστάτες στις Δυτικές χώρες –και στην Ελλάδα- τη δεκαετία του ’90, που κατρακύλησαν στο σημείο να διεκδικούν από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ τον βομβαρδισμό της Σερβίας με επιχείρημα πως έτσι θα σταματήσει ο πόλεμος. Το να στέκεσαι στο πλευρό του «δικού σου» ιμπεριαλισμού, έστω και ξεκινώντας με τις καλύτερες και φιλειρηνικές προθέσεις, είναι κατρακύλα χωρίς επιστροφή για κάθε κομμουνίστρια και κάθε κομμουνιστή.
Η δουλειά της επαναστατικής Αριστεράς είναι να ενοποιήσει τα κινήματα των καταπιεσμένων, πείθοντάς τα να στραφούν ενάντια στα αφεντικά, το κράτος τους και τον ιμπεριαλισμό. Δεν είναι δική μας υπόθεση να προτείνουμε ένα εύκολο υποκατάστατο της δράσης των μαζών, βρίσκοντάς το είτε στη μία ιμπεριαλιστική δύναμη που συγκρούεται στην Ουκρανία είτε στην άλλη.
Το καθήκον μας είναι να ενώνουμε όλους/ες τους εκμεταλλευόμενους/ες και κάθε καταπιεσμένο πλάσμα σε κοινό αγώνα ενάντια στους δυνάστες τους. Και να τους υπενθυμίσουμε τα λόγια του αφρικάνικου μικρού σκορπιού στο διήγημα που έγραψε ο Καζαντζάκης για τη δολοφονημένη Ρόζα Λούξεμπουργκ:
«Εγώ, ο μικρός σκορπιός, δεν καταδέχομαι να παρακαλέσω για τον οίκτο κανενός.
Εγώ, ο μικρός σκορπιός, όταν θέλω να κάνω κάτι, το κάνω με την ουρά μου».
Το μέλλον μας δεν είναι ο πόλεμος και η βία,
Οργάνωση και αγώνας για μια άλλη κοινωνία»
*Το άρθρο βρίσκεται δημοσιευμένο στην εφημερίδα Η ΚΟΚΚΙΝΗ, φύλλο 15ο, Μάης – Ιούνης 2022, που κυκλοφορεί.