
ΚΑΝΤΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝ
Kantate zu Lenins Todestag
1
Σαν πέθανε ο Λένιν
Διηγούνται πως ένας στρατιώτης της νεκρικής φρουράς
Στους συντρόφους του είπε: Δεν ήθελα
Να το πιστέψω. Μπήκα μέσα ’κει που ήταν ξαπλωμένος και
Του φώναξα μέσα στ’ αυτί: «Ιλίτς
Έρχονται οι εκμεταλλευτές!» Δεν κινήθηκε. Τώρα
Ξέρω πως είναι νεκρός.
2
Σαν φεύγει ένας καλός άνθρωπος
Με τι μπορεί κανείς να τον κρατήσει;
Πέστε του για τι πράμα είναι αναγκαίος.
Αυτό θα τον κρατήσει.
3
Τι θα μπορούσε τον Λένιν να κρατήσει;
4
Ο στρατιώτης σκέφτηκε:
Σαν ακούσει πως έρχονται οι εκμεταλλευτές
Κι άρρωστος να ’ναι, θα σηκωθεί και πάλι.
Μπορεί με δεκανίκια να ’ρθει
Μπορεί ίσα-ίσα να καταφέρνει να συρθεί, μα
Θα σηκωθεί οπωσδήποτε και θα ’ρθει
Ν’ αγωνιστεί ενάντια στους εκμεταλλευτές.
5
Ο στρατιώτης ήξερε καλά πως ο Λένιν
Ολόκληρη τη ζωή του ενάντια στους εκμεταλλευτές
Αγωνιζότανε.
6
Κι όταν ο στρατιώτης, που είχε βοηθήσει
Να γίνει η έφοδος στα χειμερινά ανάκτορα
Ήθελε σπίτι του να πάει, γιατί ‘κει πέρα
Κιόλας μοίραζαν των τσιφλικάδων τα χωράφια
Τότε ο Λένιν του ’χε πει: Μείνε ακόμα!
Ακόμα υπάρχουν εκμεταλλευτές.
Κι όσο υπάρχει εκμετάλλευση
Πρέπει συνέχεια ν’ αγωνιζόμαστε ενάντιά της.
Για όσον καιρό ακόμα υπάρχει.
Πρέπει ενάντιά της ν’ αγωνίζεσαι.
7
Οι αδύνατοι δεν αγωνίζονται. Οι δυνατότεροι
Αγωνίζονται ίσως μια ώρα παραπάνω.
Αυτοί που δυνατότεροι ακόμα είναι, αγωνίζονται χρόνια πολλά. Αλλά
Οι δυνατότεροι απ’ όλους αγωνίζονται όλη τη ζωής τους. Αυτοί
Είναι απαραίτητοι.
8
(Ε γ κ ώ μ ι ο σ τ ο ν ε π α ν α σ τ ά τ η)
Όταν η καταπίεση αυξάνει
Πολλοί αποθαρρύνονται
Μα το δικό του κουράγιο μεγαλώνει.
Οργανώνει τον αγώνα του
Για τη δεκάρα από το μεροκάματο και για το τσάι
Και για την κρατική εξουσία.
Ρωτάει την ιδιοκτησία:
Από πού φτιάχτηκες;
Ρωτάει τις απόψεις:
Ποιον ωφελείτε;
Όπου τα πάντα καλύπτει η σιωπή
Εκεί αυτός θα μιλήσει
Κι όπου η καταπίεση κυριαρχεί και για τη μοίρα γίνεται
κουβέντα
Αυτός θα πει τα πράματα με τ’ όνομά τους.
Όπου κάθεται στο τραπέζι
Κάθεται η δυσαρέσκεια στο τραπέζι
Το φαΐ γίνεται κακό
Κι η κάμαρη στενή θα μας φαντάζει.
Προς τα ’κει που τον κυνηγάνε
Πηγαίνει η εξέγερση, κι από όπου αυτός καταδιωγμένος φεύγει
Μένει η αναταραχή.
9
Τον καιρό που πέθανε ο Λένιν κι έλειψε
Είχε καταχτηθεί η νίκη στον αγώνα, μα η γη είχε ερημώσει.
Οι μάζες ήτανε εξεγερμένες, μα
Ο δρόμος βρισκόταν στο σκοτάδι.
Σαν πέθανε ο Λένιν
Καθότανε οι στρατιώτες στην άκρη του δρόμου και κλαίγανε
Κι οι εργάτες αφήνανε τρέχοντας τις μηχανές και
Ανεμίζαν τις γροθιές τους.
10
Σαν έφυγε ο Λένιν, ήταν
Σα να ’λεγε στα φύλλα του το δέντρο:
Φεύγω!
11
Περάσαν από τότε δεκαπέντε χρόνια.
Το ένα έκτο της γης
Είναι απελευθερωμένο από την εκμετάλλευση.
Στην κραυγή: Έρχονται οι εκμεταλλευτές!
Σηκώνονται πάντα και πάλι οι μάζες
Προετοιμασμένες να αγωνιστούνε.
12
Ο Λένιν βρίσκεται θρονιασμένος
Στη μεγάλη καρδιά της εργατικής τάξης.
Ήταν ο δάσκαλός μας.
Αγωνίστηκε μαζί μας.
Βρίσκεται θρονιασμένος
Στη μεγάλη καρδιά της εργατικής τάξης.
1938
Μπέρτολτ Μπρεχτ, «Ποιήματα»
*Μετάφραση: Νάντια Βαλαβάνη, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1987