ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ: 10 χρόνια μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα

Γράφει η Κική Σταματόγιαννη

Πέρασαν 10 χρόνια από τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα στις 18 Σεπτέμβρη του 2013. Μια δολοφονία, που αποτέλεσε την οδυνηρή κατάληξη ενός συνεχώς κλιμακούμενου, επιδεικτικού και χυδαίου τραμπουκισμού των ναζιστών φονιάδων.

10 χρόνια μετά από εκείνον τον θλιβερό Σεπτέμβρη το σκηνικό, όπως έχει διαμορφωθεί ειδικά μετά τα εκλογικά αποτελέσματα της 25ης Ιούνη, μας έχει αφήσει δύο κρατούμενα. Κατά πρώτο λόγο, επιβεβαίωσε την κυριαρχία της πιο σκληρής νεοφιλελεύθερης Δεξιάς των τελευταίων δεκαετιών. Μιας Δεξιάς, που έχει ενστερνιστεί ακραία ρατσιστική ρητορική, τα στελέχη της και ο πρωθυπουργός φωτογραφίζονται μπροστά στον απάνθρωπο φράχτη του Έβρου και έχει επιλέξει τον δρόμο της καταστολής απέναντι σε οτιδήποτε αμφισβητεί την εξουσία της.

Παράλληλα, όμως, έχουμε την είσοδο στη Βουλή 3 μορφωμάτων με άμεση απεύθυνση σε ακροδεξιό ακροατήριο. Ανάμεσά τους –και πρώτο σε ψήφους και βουλευτές στον ακροδεξιό γαλαξία- βρέθηκε το ψηφοδέλτιο των «Σπαρτιατών», ένα βολικό ψευδώνυμο για να επανεμφανιστούν στην κεντρική πολιτική σκηνή οι ναζιστές του Κασιδιάρη. Η πρώτη πολιτική ενέργεια των «Σπαρτιατών» ήταν να προκαλέσουν δημόσια, οργανώνοντας φασιστική αντισυγκέντρωση ενάντια στο Αυτοοργανωμένο Pride στα Χανιά τον Ιούνη λίγο μετά την εκλογή τους στο κοινοβούλιο.

Κατά τη συνήθη τακτική τους οι ναζιστές τείνουν να επιστρέφουν στο προσκήνιο κάθε φορά που κυβέρνηση, Δεξιά και συστημικά ΜΜΕ απευθύνονται και συσπειρώνουν τους νοικοκυραίους και τον μικροαστικό «εθνικό κορμό». Μέσα σε ένα περιβάλλον όπου θεριεύει το μίσος, ο ρατσιστικός, σεξιστικός και ομο/τρανσφοβικός λόγος, οι ναζί εμφανίζονται ως πιο αυθεντικοί εκφραστές του, κολυμπώντας μέσα στον κόσμο των «νοικοκυραίων» όπως τα ψάρια στο νερό. Κάθε φορά που κομμάτια της κοινωνίας και των φτωχών στρωμάτων χαίρονται, επειδή οι μετανάστ(ρι)ες καταλήγουν στον βυθό, όπως στη μαζική δολοφονία που προκάλεσαν λιμενικό, ελληνική κυβέρνηση και Ευρωπαϊκή Ένωση στην Πύλο, αυτοί που κάνουν ταμείο στο τέλος-τέλος είναι οι ναζί. Όπως ακριβώς έγινε με τους «Σπαρτιάτες» του Κασιδιάρη.

Τι έχει αλλάξει σε σχέση με το 2013;

Μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και τη δίκη της Χρυσής Αυγής που ακολούθησε ο οργανωτικός μηχανισμός του ναζιστικού κόμματος δέχτηκε πολύ σοβαρά πλήγματα. Τα εκατομμύρια ευρώ, που θα εισέπραττε η Χρυσή Αυγή από το κράτος ως εκλογική επιχορήγηση, παραμένουν ως σήμερα δεσμευμένα. Τα περισσότερα γραφεία τους έκλεισαν, οι οργανώσεις φυλλορρόησαν από μέλη και συχνά υπολειτουργούν. Ταυτόχρονα, μια σειρά ηγετικών στελεχών του ναζισμού, με πρώτους–πρώτους τον Λαγό και τον Κασιδιάρη, αποχώρησαν από τη ΧΑ και επιχειρούν να εμφανιστούν δημόσια ως «σοβαρή» Ακροδεξιά. Αλλά ούτε έτσι κατόρθωσαν να αποφύγουν τον εγκλεισμό τους στη φυλακή και την απαγόρευση καθόδου στις εκλογές των πολιτικών μορφωμάτων τους. 

Για το αντιφασιστικό κίνημα, η 7η Οκτώβρη 2020, η μέρα που ανακοινώθηκε η απόφαση καταδίκης της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης, παραμένει μια εμβληματική μέρα. Η Αθήνα γνώρισε μια συγκλονιστική αντιφασιστική συγκέντρωση. Ήταν τέτοιο το μέγεθος, η ένταση και ο παλμός που θα πρέπει να ανατρέξουμε πολλά χρόνια στο παρελθόν για να συναντήσουμε ανάλογης μαζικότητας αντιναζιστική κινητοποίηση. Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλη την Ευρώπη.

Μπορούμε να μιλάμε για «εκφασισμό της κοινωνίας»;

Ο φασισμός είναι μια έννοια με πολύ συγκεκριμένο πολιτικό περιεχόμενο. Σημαίνει ένα απόλυτα αντιδραστικό λαϊκό μικροαστικό κίνημα με στόχο την εξουσία. Ακριβώς επειδή είναι αντιδραστικό κίνημα, στρέφεται ενάντια στους πιο αδύναμους: την εργατική τάξη και κάθε συλλογικότητά της, τους/τις πρόσφυγες, μετανάστ(ρι)ες, μουσουλμάνους, λοατκια+, ανάπηρους, οροθετικούς. Θέλει τις γυναίκες στο σπίτι να γεννούν παιδιά και µε ιδιαίτερη λύσσα επιχειρεί να συντρίψει κάθε είδους κοινωνική δράση των καταπιεσμένων.

Ξεσηκώνει μεγάλα πλήθη, δουλεύει μέσα στον κόσμο και προσπαθεί να χτίσει γρήγορα μια δυνατή οργάνωση. Ο φασισμός τρέφεται και μεγεθύνεται από πολλά ποτάμια:

– Από την οργή και τα παράπονα των μικροαστών, που καταρρέουν μπροστά στην κρίση «και χρειάζεται ένας στιβαρός ηγέτης να χτυπήσει τη γροθιά του στο τραπέζι», για να επιστρέψει η ελπίδα.

– Από τον φόβο τους πως θα κατρακυλήσουν στο επίπεδο των πιο χτυπημένων κομματιών, των άνεργων, των μεταναστ(ρι)ών χωρίς χαρτιά και δικαιώματα, των «περιθωριακών» της κοινωνίας. Γι’ αυτό και επιτίθενται σ’ αυτά τα πληθυσμιακά κομμάτια χωρίς κανένα έλεος.

– Από φαντασιώσεις εθνικού μεγαλείου, που είναι η άλλη πλευρά της απελπισίας και της ασημαντότητας που αισθάνονται.

– Από τον διάχυτο μισανθρωπισμό που παράγει άφθονο η καπιταλιστική κοινωνία. Ο φασισμός χρειάζεται και αυτός ένα είδος πρωτοπορίας. Αποφασισμένους μαχητές, που θα δώσουν και θα κερδίσουν στον δρόμο μάχες ενάντια στην Αριστερά και τα κινήματα. Δεν μπορεί να δουλέψει χωρίς τάγματα εφόδου, γι’ αυτό έχει απόλυτη ανάγκη από την πρώτη ύλη του κοινωνικού μισανθρωπισμού για να στρατολογήσει τους στρατιώτες του. Έχει ανάγκη από την «ανθρώπινη σκόνη».

Όμως, ο διάχυτος μισανθρωπισμός δεν είναι το ίδιο πράγμα με τον φασισμό. Ο τελευταίος συνεπάγεται οργάνωση μάχης και συγκροτημένη μαζική απεύθυνση. Ο μισανθρωπισμός είναι το περιβάλλον το οποίο τρέφει τον φασισμό. Αλλά είναι σοβαρό λάθος, για όσες και όσους θέλουμε να παλέψουμε ενάντια στο τέρας, να το συγχέουμε με το περιβάλλον που το συντηρεί.

Με το να θεωρούμε πως έχουμε να αντιμετωπίσουμε «κοινωνικό φασισμό», είναι σα να λέμε πως ο φασισμός έχει ήδη κυριαρχήσει στην κοινωνία, πως η κοινωνία συνολικά είναι εναντίον μας. Έτσι, παραλείπουμε τον κρίσιμο κρίκο του αγώνα σήμερα, που είναι το να εμποδίσουμε κάθε εμφάνιση των ταγμάτων εφόδου στον δρόμο και στις γειτονιές, κάθε οργανωτική ανάπτυξη των φασιστών. Δεν έχουμε την παραμικρή πολυτέλεια να θεωρούμε πως ο πόλεμος έχει ήδη χαθεί, αποφεύγοντας το καθήκον της μάχης τώρα.

Το ναζιστικό τέρας πληγώθηκε σοβαρά, αλλά δεν εξολοθρεύθηκε. Δολοφονικές επιθέσεις από νεοναζί, ζήσαμε αρκετές από τότε. Και υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να το ζήσουμε και πάλι όσο δεν μπαίνει ένα οριστικό τέλος στη φασιστική δράση. Είναι απολύτως θετικό το γεγονός ότι τα στελέχη της ΧΑ είναι στη φυλακή. Και ακόμη θετικότερο το ότι συναντούν σοβαρά εμπόδια, που φράζουν τον δρόμο τους στο να σκορπούν ανεμπόδιστα παντού το δηλητήριό τους, τόσο στην κεντρική πολιτική σκηνή όσο και στους δρόμους. Τα νεοναζιστικά τάγματα εφόδου, στον ρόλο εφεδρείας της Αστυνομίας σε επιχειρήσεις καταστολής, αλλά και ως ομάδα πίεσης και τρόμου κατά των κινημάτων και των καταπιεσμένων, είναι πάντοτε πολύ χρήσιμη στο σύστημα. Ιδιαίτερα σε καιρούς γενικευμένης οικονομικής και πολιτικής κρίσης, όπως η σημερινή.

Όλα τα σφυριά χτυπούν σ’ αυτό το εδώ και τώρα: Να οργανωθούμε και να δράσουμε.

Να μην αφήσουμε τους ναζί να επανεμφανιστούν στον δρόμο. Να τους στερήσουμε κάθε σπιθαμή γης.

Είμαστε η Αριστερά και το αντιφασιστικό κίνημα, που καλούμαστε να διασφαλίσουμε το «ποτέ και πουθενά».

  • Το άρθρο βρίσκεται δημοσιευμένο στην εφημερίδα «Η Κόκκινη» φύλλο 20ο, Σεπτέμβρης 2023, που κυκλοφορεί.

Σχολιάστε