«Μπορούσαμε να αποδράσουμε από την Ακροναυπλία»: Ένα ακόμη άγνωστο έγκλημα του σταλινισμού ενάντια στο εργατικό κίνημα στην Ελλάδα

(Απόσπασμα από το άρθρο του Χ. Αναστασιάδη «40 χρόνια από την εκατόμβη στο Κούρνοβο»– Μαρξιστικό Δελτίο τευχ. 18, Απρίλης- Ιούνης 1983, σελ. 49-58 – Παρατίθεται στο βιβλίο του Χ. Αναστασιάδη «Ο Τροτσκισμός και η εποχή μας» Πρωτοποριακή Βιβλιοθήκη 2003, σελ. 257-261)

Ένα «ταμπού»

Υπάρχει όμως μια άγνωστη στον πολύ κόσμο πτυχή, μια παρασιωπημένη αλήθεια σχετικά με τους ακροναυπλιώτες αγωνιστές που βρέθηκαν στις εκατόμβες του Ιούνη του 1943 στο Κούρνοβο και της Πρωτομαγιάς του 1944 στην Καισαριανή. Στις γραμμές της ρεφορμιστικής Αριστεράς η ιστορία αυτή έχει συγκαλυφθεί από τις υπεύθυνες ηγεσίες του ΚΚΕ και του ΚΚΕ εσ.

Οι εκατοντάδες ακροναυπλιώτες που πέσανε στο Κούρνοβο τον Ιούνη του 1943 και στην Καισαριανή την Πρωτομαγιά του 1944 θα είχαν ασφαλώς σωθεί αν δύο τρία χρόνια πριν (τον Απρίλη του 1941) οι γραφειοκράτες ηγέτες στην Ακροναυπλία- Ιωαννίδης, Θέος, Μπαρτζιώτας κλπ.- εκμεταλλεύονταν την εξαιρετική ευκαιρία που παρουσιάστηκε με την κατάρρευση του αστικού κρατικού μηχανισμού και δέχονταν την πρόταση που ο Π. Πουλιόπουλος έκανε στην Ομάδα Συμβίωσης να αποφασιστεί η απόδραση. Η πρόταση όμως εκείνη αποκρούστηκε με το συκοφαντικό ισχυρισμό των σταλινικών ηγετών ότι «ο Πουλιόπουλος θέλει να ρίξει σε περιπέτεια την Ομάδα», ενώ ο διοικητής του στρατοπέδου τους έδωσε «το λόγο του σαν Έλληνας αξιωματικός» ότι θα απελευθέρωνε τους κρατούμενους μετά την επιβίβαση των Άγγλων στρατιωτών!

Είναι ένα «Κατηγορώ» αυτό που απευθύναμε από τότε μέχρι σήμερα και από τα όργανα μας («Διεθνιστής» της Κατοχής, «Εργατική Πάλη» κλπ.) και από το βιβλίο «Βασικά ζητήματα του εργατικού μας κινήματος». Σ’ αυτό το «Κατηγορώ» δεν απάντησε η σταλινική γραφειοκρατία του ΚΚΕ από τους Λουλέδες ως τους Παρτσαλίδηδες. Ύστερα από δεκαετίες επιβεβαιώθηκε από τρεις τίμιες μαρτυρίες εκ μέρους παλιών αγωνιστών: του Βασίλη Γιαννόγκωνα (στο βιβλίο του «Ακροναυπλία», 1963), του Γιάννη Μανούσακα (στο βιβλίο του «Ακροναυπλία – θρύλος και πραγματικότητα», 1975), του Γεράσιμου Ποδαρά (στο άρθρο του «Η Ακροναυπλία και μερικές ιστορικές αλήθειες…» στο περιοδικό «Αντί», φύλλο 79 της 3.9.1977), του Βασίλη Έξαρχου σε άρθρο του με τίτλο «Μπορούσαμε να αποδράσουμε από την Ακροναυπλία» («Αυγή» 2 και 3 Απρίλη 1980). Αξίζει να τις παραθέσουμε κι εδώ:

Γιαννόγκωνας: «Κι όμως μπορούσαμε να έχουμε γλυτώσει τόσα θύματα. Χωρίς καμιά αντίσταση θα δραπετεύαμε… Την τελευταία νύχτα ο Ιωαννίδης (σημ. «Κόκκινης«: έγκλειστο στην Ακροναυπλία ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, μέλος του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος) τα ματαίωσε όλα… Ο Παντελής Πουλιόπουλος είχε αναφανδόν υποστηρίξει την άποψη της δραπέτευσης, αλλά μάταια».

Μανούσακας: «Αδύνατο και χρεοκοπημένο το Υπουργείο της Ασφάλειας να μας κρατήσει εκεί μέσα ώσπου να ρθουν οι Γερμανοί, κατάφερε να το κάνει, με την ίδια τη δύναμη και την υποστήριξη μας, η ηγεσία η δικιά μας… Βρεθήκαμε λοιπόν με την κατάχτηση από τους Γερμανούς της χώρας μας ξάναρχα μαντρωμένοι από τον αντιπατριωτιμό του Υπουργείου της Ασφάλειας κι από την ανικανότητα της ηγεσίας μας και την αδράνεια τη δική μας».

Ποδαράς: «Αυτά που γράφει ο Μπαρτζιώτας στο βιβλίο του, όπως και αυτά που είπε ο Γιάννης Ιωαννίδης σε μια μαγνητοφωνημένη συνομιλία του είναι παιδαριώδη. Όταν από 70 χωροφύλακες που είχε η φρουρά του στρατοπέδου έμειναν μόνο καμιά δεκαριά με το βομβαρδισμό από τους Γερμανούς, που κι αυτούς τους κρατούσε με τα δόντια η διοίκηση, είναι φανερό ότι φεύγαμε ότι ώρα θέλαμε εάν η καθοδήγηση το αποφάσιζε… Εδώ πρέπει να πούμε ότι γι’ αυτό το μεγάλο και τρομερό έγκλημα να παραδοθούν με τη μεγαλύτερη απάθεια οι 650 ακροναυπλιώτες αγωνιστές στους Γερμανοϊταλούς φασίστες, δεν είναι μόνο υπεύθυνοι οι Μπαρτζιώτας και Ιωαννίδης, αλλά ολόκληρη η τότε ηγεσία της Ακροναυπλίας: Γιάννης Ιωαννίδης, Βασίλης Μπαρτζιώτας, Κώστας Θέος, Μήτσος Λεβογιάννης, Κώστας Λουλές, Ανδρέας Τσίπας, Κώστας Κολιγιάννης, Μήτσος Παπαρρήγας, Απόστολος Γκρόζος, Κώστας Βασάλος, Μιχάλης Σινάκος κλπ., που χωρίς να τους εκλέξει κανείς αποτελούσαν την ηγεσία του στρατοπέδου… Ο Σιάντος, ο Ιωαννίδης, ο Μπαρτζιώτας, ο Παρτσαλίδης, ο Ζεύγος, ο Ζαχαριάδης κλπ. Οι ηγέτες του ΚΚΕ είναι οι νεκροθάφτες του ελληνικού κινήματος και τα τερατώδη σφάλματα τους τα πλήρωσαν και τα πληρώνουν όχι μόνο οι κομμουνιστές, αλλά και ολόκληρος ο ελληνικός λαός».

Έξαρχος: «Δυνατότητες δραπέτευσης μας δόθηκαν στο τρίτο δεκαήμερο του Απρίλη του 1941: α) Όταν συγκεντρώθηκαν Έλληνες φαντάροι (δυο συντάγματα) κάτω από την Ακροναυπλία, β) Όταν επρόκειτο να εκραγεί το βομβαρδισμένο καράβι που ήταν φορτωμένο με νιτρογλυκερίνη και μας βγάλαν έξω από το στρατόπεδο, γ) Όταν επεκράτησε πανικός στην Αθήνα (μάλλον 26η και 27η 4/41) που μεταδόθηκε στο Ναύπλιο και στη φρουρά του στρατοπέδου και δ) Όταν αφοπλίστηκαν οι χωροφύλακες της φρουράς μας από τους Ιταλούς καραμπινιέρους… Μπορούσαμε και έπρεπε να δραπετεύσουμε, έστω και αν είχαμε- πράγμα αμφίβολο- και μερικές δεκάδες θύματα, όπως υποστηρίζουν οι Ιωαννίδης και Μπαρτζιώτας… Την ηγεσία την χαρακτήριζε ένα πνεύμα νομιμοφροσύνης, δισταγμών και ταλαντεύσεων, αναποφασιστικότητας και αναβλητικότητας». (…)

Σχολιάστε