ΠΥΛΟΣ

Γράφει η Ελένη Παπάζογλου

Μια βρεγμένη μαντίλα στο αμπάρι,

μπαίνουν νερά στη βάρκα μας

τα πόδια μου υγρά με σκασμένες πληγές απ’ το περπάτημα

τόσα χιλιόμετρα στην έρημο

πίναμε νερό απ’ το πηγάδι στην όαση

τώρα ένα άλλο νερό αλμυρό μας πνίγει.

Έφυγα από την πατρίδα μου για να γλιτώσω

οι προτιμήσεις μου προκαλούσαν λιθοβολισμό

μόνο και μόνο γιατί την αγαπώ.

Αγαπώ την Jasmine με τα χέρια βαμμένα με χέννα,

εγώ, η Leila απ’ το Κονγκό πού μυρίζω ανθρωπίλα και φοράω ένα σκουλαρίκι στη μύτη.

Αυτό το σκουλαρίκι είναι ό,τι απέμεινε από την περιουσία μας.

Τριγύρω επικρατεί πανικός

«Πνιγόμαστε» ακούγεται σε όλες τις γλώσσες της Αφρικής και ορμάμε όλοι προς την έξοδο

μάνες, μωρά πατείς με πατώσε στοιβαγμένοι σαν σαρδέλες.

75 από μας δε θα γλιτώσουν.

Δεν το ξέρω ακόμα, αλλά το διαισθάνομαι.

Η ατμόσφαιρα μυρίζει πανικό και θάνατο.

Δίπλα μου ένα 15χρονο αγόρι πηδά στο νερό.

Για να πληρώσω τα ναύλα μου έδωσα ό,τι είχα και δεν είχα μαζί με την παρθενιά μου.

Είχα την ατυχία να είμαι όμορφη.

Πηδώ κι εγώ στο νερό.

Νομίζω ότι είμαστε στην Ιταλία.

Αργότερα θα μάθω πως το μέρος το λένε Πύλο και είναι στην Ελλάδα.

Πύλος, όπως λέμε πύλη εισόδου.

Αν το μάθω ποτέ. Αν επιζήσω. Κολυμπώ.

Η μαντίλα μου υγρή, με βαραίνει αλλά δεν τη βγάζω.

Δεν θέλω να είμαι ξεσκέπαστη μπροστά στον Αλλάχ.

Τον Αλλάχ που προσεύχομαι να με σώσει.

Έχω δει την κόλαση. Αξίζω άραγε τον Παράδεισο;

*Το κείμενο της Ελένης Παπάζογλου βρίσκεται δημοσιευμένο στο 22ο φύλλο της εφημερίδας «Η Κόκκινη» (Μάρτης 2024), που κυκλοφορεί.

Σχολιάστε