
Η σοσιαλίστρια δημοσιογράφος από τις ΗΠΑ Λουίζ Μπράϊαντ, είχε ταξιδέψει στην επαναστατημένη Ρωσία το 1917 – 1918, μαζί με τον σύζυγό της Τζων Ρηντ.
Καρπός των παρατηρήσεών της και των συναντήσεων με πρωταγωνιστές της Ρωσικής Επανάστασης, ήταν το βιβλίο της «Έξι Κόκκινοι μήνες στη Ρωσία«. Στα ελληνικά κυκλοφορεί σε μετάφραση και έκδοση του Αντώνη Αρβανίτη.
Εδώ αναπαράγουμε ένα απόσπασμα από τις σελίδες 135-136, όπου η Λουίζ Μπραντ αναφέρεται στη γνωριμία της με τον μπολσεβίκο ηγέτη Λέοντα Τρότσκι.
«Κατά τις πρώτες μέρες της εξέγερσης των Μπολσεβίκων συνήθιζα να πηγαίνω κάθε πρωί στο Σμόλνι (σημ. «Κόκκινης«: Ινστιτούτο για δεσποινίδες της αριστοκρατίας στην Πετρούπολη. Στην επανάσταση του 1917 καταλήφθηκε από την εξεγερμένη εργατική τάξη και έγινε η έδρα του Σοβιέτ της Πετρούπολης. Από τον Σεπτέμβρη του 1917, οπότε οι Μπολσεβίκοι κατακτούν την πλειοψηφία στο Σοβιέτ της πόλης και πρόεδρός του εκλέγεται ο Λέων Τρότσκι, το Σμόλνι μεταμορφώνεται σε απόρθητο κάστρο του μπολσεβικισμού) για να παίρνω τα τελευταία νέα. Ο Τρότσκι και η όμορφη λεπτοκαμωμένη σύζυγός του, η οποία δεν μιλούσε σχεδόν τίποτε άλλο από Γαλλικά, ζούσαν σε ένα δωμάτιο στον τελευταίο όροφο.
Το δωμάτιο ήταν χωρισμένο σαν σοφίτα – στούντιο ενός φτωχού καλλιτέχνη. Στην μία άκρη ήταν δύο πρόχειρα κρεβάτια και ένα φτηνό μικρό κομμό και στην άλλη ένα γραφείο με δύο ή τρεις φτηνές ξύλινες καρέκλες. Δεν υπήρχαν φωτογραφίες, καμιά άνεση οπουδήποτε.
Ο Τρότσκι είχε καταλάβει αυτό το γραφείο όλο τον καιρό που είχε αναλάβει Υπουργός Εξωτερικών Υποθέσεων και πολλοί αξιωματούχοι το θεωρούσαν σκόπιμο να του τηλεφωνούν εκεί.
Έξω από την πόρτα δύο Κόκκινοι φρουροί είχαν συνεχή παρακολούθηση. Φαινόντουσαν μάλλον απειλητικοί, αλλά στην πραγματικότητα ήταν φιλικοί. Ήταν πάντα δυνατό να έχεις μια ακρόαση με τον Τρότσκι.
Η λειτουργία της κυβέρνησης ήταν ένα νέο καθήκον και συχνά προβληματικό για τους ανθρώπους στο Σμόλνι. Είχαν έναν αναμφισβήτητο σεβασμό για τον Λένιν και έτσι τον άφηναν αρκετά ανενόχλητο, ενώ κάθε δυσκολία κάτω από τον ήλιο πήγαινε στον Τρότσκι. Εργαζόταν σκληρά και έφτανε συχνά στα πρόθυρα νευρικής κρίσης. Για πολύν καιρό αρνιόταν να χρησιμοποιήσει στενογράφο και επίμονα έγραφε όλες του τις επιστολές με το χέρι. Λίγοι μήνες εμπειρίας ωστόσο, τον έκαναν να αλλάξει τις μεθόδους του. Πήρε δύο ικανούς στενογράφους και οι δύο Κόκκινοι φρουροί αντικαταστάθηκαν με υπασπιστές, που κάποτε ήταν αξιωματικοί του τακτικού στρατού.
Ο Τρότσκι είναι μικρόσωμος σαν κατασκευή. Φορά χοντρά γυαλιά και έχει σκούρα, θυελλώδη μάτια. Το μέτωπό του είναι πλατύ και τα μαλλιά του μαύρα και κυματιστά. Είναι λαμπρός και φλογερός ρήτορας. Αφού τον γνώρισα, οι ιστορίες για γερμανικό χρήμα μοιάζουν εντελώς ανόητες. Αρνήθηκε σταθερά να πάρει χρήματα από τον πατέρα του. Στην εξορία ήταν απελπιστικά φτωχός.
Τόσο ο Λένιν, όσο και ο Τρότσκι ζουν σε μεγάλη ανέχεια. Και οι δύο λαμβάνουν, μετά από αίτημά τους, μόνο πενήντα δολάρια τον μήνα. Νομίζω ότι ένας ψυχαναλυτής θα έλεγε πως ο Τρότσκι έχει κόμπλεξ με τα χρήματα. Τόσο φοβόταν τις μηχανορραφίες για να τον εμπλέξουν που πέταξε ανθρώπους έξω από το γραφείο του όταν ήρθαν να προσφέρουν, τίμια και θεμιτά, οικονομική βοήθεια στη Ρωσία».
