6 Μάρτη 1933: Η ελληνική «Κερενσκιάδα»

Γράφει ο Χάρης Παπαδόπουλος

Τα ξημερώματα της 6ης Μάρτη 1933 ένα στρατιωτικό κίνημα ξεκινούσε στην Αθήνα. Επικεφαλής του ο απόστρατος στρατηγός Πλαστήρας, έμπιστος του Βενιζέλου.

Την προηγούμενη μόλις ημέρα διεξαγόταν σε όλη τη χώρα εκλογές, που τις κέρδισε το  φιλοβασιλικό Λαϊκό Κόμμα, αντίπαλο των βενιζελικών. Έτσι, το βιαστικό πραξικόπημα του Πλαστήρα ερχόταν να προλάβει τους φιλοβασιλικούς, με επικεφαλής τον Τσαλδάρη, πριν σχηματίσουν κυβέρνηση.

Τελικά, το πραξικόπημα κατέρρευσε μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο.

Παρά τις εκκλήσεις του Π. Τσαλδάρη για «ψυχραιμία» προς την εκλογική του βάση, πολύς εργατόκοσμος, ανάμεσά τους και επαναστάτες αρχειομαρξιστές, κατέβηκαν στον δρόμο στην Αθήνα για να βάλουν φρένο στους πραξικοπηματίες.

Στην Ακαδημίας οι διαδηλωτές αντιμετώπισαν με γυμνά χέρια τον στρατό σε συγκρούσεις σώμα με σώμα. Και υποχώρησαν μόνο όταν επέλασαν εναντίον τους τα τανκς του Πλαστήρα. Πάντως ως τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας οι βενιζελικοί πραξικοπηματίες είχαν εγκαταλείψει τις θέσεις τους και είχαν  σκορπίσει στους τέσσερις ανέμους.

Το ολότελα ξεχασμένο σήμερα ιστορικό επεισόδιο το ανακαλέσαμε στη μνήμη μας με αφορμή την έκφραση «ελληνική Κερενσκιάδα» που αναφέρει αρκετές φορές ο μαρξιστής επαναστάτης Παντελής Πουλιόπουλος, στο βιβλίο του «Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα», στα σημεία που κάνει πολεμική ενάντια στην επαναστατική οργάνωση «Αρχείο του Μαρξισμού».

Ο συγγραφέας αναφέρεται σκωπτικά στο πολιτικό γλίστρημα των αρχειομαρξιστών να θεωρήσουν την 6 Μάρτη 1933 ως κάτι αντίστοιχο της Φεβρουαριανής Επανάστασης στη Ρωσία το 1917. Η ηγεσία των αρχειομαρξιστών εκτιμούσε πως η πολιτική συγκυρία στην Ελλάδα ήταν, ούτε λίγο ούτε πολύ, «επαναστατική» και άνοιγε την πιθανότητα σχετικά άμεσης κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη. Ενώ η απόπειρα πραξικοπήματος του Πλαστήρα αντιστοιχούσε, κατά την εκτίμηση της ηγεσίας των αρχειομαρξιστών στο αποτυχημένο πραξικόπημα της ρωσικής Δεξιάς με επικεφαλής τον Κορνίλοφ, τον Αύγουστο του 1917. Και, άρα, η κυβέρνηση Τσαλδάρη του Λαϊκού κόμματος ήταν το αντίστοιχο της κυβέρνησης Κερένσκι πριν καταλάβουν την εξουσία στη Ρωσία τα Σοβιέτ με επικεφαλής τους μπολσεβίκους.

Ποιο ήταν το ψήγμα αλήθειας που δικαιολογούσε και στήριζε μια τόσο άστοχη εκτίμηση; Ήταν η αξιολόγηση των αρχειομαρξιστών πως οι βενιζελικοί αποτελούσαν το κύριο κόμμα της αστικής τάξης στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. Ενώ, τάχα, το φιλοβασιλικό Λαϊκό κόμμα ήταν «μικροαστικό» και κόμμα των «φτωχομεσαίων μαζών».

Στην πραγματικότητα, το βενιζελικό Φιλελεύθερο κόμμα ήταν απλώς το κόμμα των πιο δυναμικών και επιθετικών κομματιών της ελληνικής αστικής τάξης. Σε αυτό το γεγονός οφείλονταν τόσο τα προοδευτικά μέτρα της πρώτης περιόδου του βενιζελισμού (Κυριακή αργία, περιορισμός ωρών εργασίας, μέτρα ασφάλισης κλπ.) όσο και ο ανοιχτά ιμπεριαλιστικός του χαρακτήρας, που έσπρωξε την Ελλάδα σε μια δεκαετία συνεχών πολεμικών εκστρατειών, από το 1912 ως το 1922.

Αλλά και το Λαϊκό κόμμα ήταν ένα κόμμα ακραιφνώς δεξιό που ήταν δεμένο με τα πιο καθυστερημένα και στενόμυαλα κομμάτια των αφεντάδων, στις πόλεις και στην ύπαιθρο. Οι «μικροαστοί» και η «φτωχολογιά» που το πλαισίωναν ήταν απλώς η εκλογική του πελατεία, όχι αυτοί που καθόριζαν τον κοινωνικό του χαρακτήρα.

Αν οι βενιζελικοί ήταν οι ιμπεριαλιστές που φαντασιώνονταν την «Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών» και ενορχήστρωσαν τη μικρασιατική εκστρατεία, οι βασιλικοί του Λαϊκού κόμματος θα είναι αυτοί που θα οδηγήσουν τον ελληνικό στρατό στην εκστρατεία του Σαγγάριου και στην κατάρρευση του μετώπου το 1922.   

Οι αυταπάτες των αρχειομαρξιστών δεν θα διαρκέσουν πολύ. Έτσι συμβαίνει πάντα με κάθε επαναστατική ομάδα που προσπαθεί να κόψει δρόμο και να ξεγελάσει την Ιστορία.

Ένα χρόνο μετά την εκτίμηση περί «ελληνικής Φεβρουαριανής επανάστασης», το 1934, το Αρχείο του Μαρξισμού επιχειρώντας να κάνει τακτική στροφή «προς τις μάζες» θα διασπαστεί και στην ουσία θα καταρρεύσει. Από τα 1600 αρχικά μέλη της οργάνωσης θα ακολουθήσουν την μία ομαδοποίηση, με επικεφαλής τον Γιωτόπουλο, μόλις τα 60 περίπου μέλη και την άλλη ομαδοποίηση, με τον Βιτσώρη, τα 75. Καμμιά από τις δύο ομάδες δεν θα καταφέρει να ανακάμψει από αυτήν την καταστροφή.

Γι’ αυτό η  ακρίβεια των πολιτικών εκτιμήσεων,

η ανάλυση της συγκεκριμένης κάθε φορά κατάστασης,

η προσπάθεια να εκπαιδευτούν επαναστατικά στελέχη ενώ ταυτόχρονα δίνονται μάχες στον δρόμο,

η ανάγκη να μάθουν όλα τα μέλη να χρησιμοποιούν το κεφάλι τους για να σκέφτονται και όχι μόνο να το κουνούν επιδοκιμαστικά σε ό,τι λέει η ηγεσία,

η αναγκαιότητα να ελέγχεται αυστηρά κάθε φορά η ηγεσία,

δεν είναι κάποια παραπανίσια πολυτέλεια που μπορούν να χαρίσουν στον εαυτό τους κάποιοι διανοούμενοι που διαθέτουν περισσότερο χρόνο.

Τα λάθη στον πολιτικό σχεδιασμό σημαίνουν, στην καλύτερη περίπτωση, χαμένες ευκαιρίες. Και, στη χειρότερη, πανωλεθρία.

«Έλεγξε τον λογαριασμό: Εσύ θα τον πληρώσεις». Αυτός ο στίχος του Μπρεχτ θα έπρεπε να βρίσκεται σε κάθε αίθουσα συνεδριάσεων και κομματικών αχτίφ όλων των ομαδοποιήσεων και των συλλογικοτήτων της επαναστατικής Αριστεράς.

  • To άρθρο είναι προδημοσίευση από το 27ο φύλλο της εφημερίδας «Η Κόκκινη» που προβλέπεται να κυκλοφορήσει στις 8 Μάρτη 2025.

Σχολιάστε