EΝΑ ΠΡΩΤΟ ΧΤΥΠΗΜΑ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΚΤΗΝΟΥΣ

Γράφουν η Έμα Λέιτες και ο Χάρης Παπαδόπουλος

Παράκρουση και πανικός

Αυτή η κατάσταση πνευμάτων επικρατεί μέσα στην άρχουσα τάξη των ΗΠΑ μετά την εκλογή του Μαμντάνι ως δημάρχου στη Νέα Υόρκη στις 4 Νοέμβρη.

Ο ίδιος ο πρόεδρος Τραμπ, με την ευγένεια και το τακτ που τον διακρίνουν, είχε αποκαλέσει πριν τις εκλογές ως «ηλίθιους» τα μέλη της εβραϊκής κοινότητας της Νέας Υόρκης που σκόπευαν να ψηφίσουν τον μουσουλμάνο και υποστηρικτή της Παλαιστίνης Μαμντάνι. Αυτή η δήλωση του Τραμπ ήταν το αποκορύφωμα ενός παραληρήματος ισλαμοφοβίας και ξενοφοβίας από την πλευρά του μεγάλου κεφαλαίου. Επιχειρήθηκε έτσι να απομονωθούν και να συσπειρωθούν οι λευκοί, Χριστιανοί και Εβραίοι, της Νέας Υόρκης απέναντι στις/ους μετανάστ(ρι)ες, τη λοατκια+ κοινότητα και τον κόσμο της Αριστεράς και των κινημάτων.

Όμως το κοινό που προσδοκούσε να καρπωθεί η Δεξιά, διεμβολίστηκε από τον στρατό των 100.000 εθελοντ(ρι)ών υπέρ του Μαμντάνι που έφτασαν παντού. Χτύπησαν τρία εκατομμύρια πόρτες στη Νέα Υόρκη. Συζήτησαν με τον κόσμο με πάθος ξεκινώντας από την ακρίβεια και τα υψηλά ενοίκια και φθάνοντας μέχρι την αλληλεγγύη με τους/τις μετανάστ(ρι)ες χωρίς χαρτιά και τη συμπαράσταση στην Παλαιστίνη. Ο Μαμντάνι, με πρόγραμμα το «Φορολογήστε τους πλούσιους», κέρδισε με διαφορά τις εκλογές. Και ακόμη και στο δύσκολο κοινό της πολυπληθούς εβραϊκής κοινότητας της πόλης το 33% τον ψήφισε, κόντρα στις σειρήνες του Τραμπ των ΜΜΕ και του κράτους του Ισραήλ.

Μετά τις εκλογές, το παραλήρημα και ο τρόμος των πλούσιων και ισχυρών έφτασε μέχρι και σε εκκλήσεις προς τον Τραμπ να ακυρώσει τις δημοτικές εκλογές στη Νέα Υόρκη, «πριν η πόλη μεταμορφωθεί σε σοσιαλιστικό κράτος», όπως π.χ. ήταν οι δηλώσεις του διάσημου ηθοποιού Γιον Βόϊτ.

Είναι ο Μαμντάνι κομμουνιστής;

Είναι αλήθεια πως η επιτυχία στις εκλογές ενός υποψηφίου που δηλώνει «Δημοκράτης σοσιαλιστής» και ζητά να πληρώσουν οι πλούσιοι για την κρίση, είναι φαινόμενο πρωτοφανές στις ΗΠΑ. Ο Μαμντάνι κέρδισε με την υπόσχεση να πάρει άμεσα και δραστικά μέτρα υπέρ των πιο φτωχών, να μεταμορφώσει τη Νέα Υόρκη σε ένα ασφαλές καταφύγιο τόσο για τους/τις μετανάστ(ρι)ες χωρίς χαρτιά που διώκονται ανελέητα από την ομοσπονδιακή υπηρεσία ICE όσο και για τα τρανς άτομα και όλη τη λοατκια+ κοινότητα, που έχουν μπει στο στόχαστρο της αντι-woke αντζέντας του προέδρου Τραμπ.

Ο Μαμντάνι αναλαμβάνει τα καθήκοντά του σε ενάμιση μήνα από τώρα, την Πρωτοχρονιά του 2026. Και τότε θα αρχίσει να αξιολογείται για το αν οι πράξεις του θα αντιστοιχούν στο πρόγραμμά του.

Όμως, κάποια αρνητικά δείγματα γραφής έχει ήδη δώσει από τώρα. Ο Μαμντάνι δεν ξέχασε να περιλάβει στα σχέδιά του για το μελλοντικό επιτελείο του την Τζέσικα Τις, την επικεφαλής επίτροπο της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης, η οποία παρεμπιπτόντως διαθέτει και οικογενειακή περιουσία δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ο Μαμντάνι δήλωσε πως η Τις θα παραμείνει στη θέση της. Και, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στην πανηγυρική ομιλία του, στις 4 Νοέμβρη: «η ασφάλεια και η δικαιοσύνη θα πάνε χέρι-χέρι, καθώς συνεργαζόμαστε με τους αστυνομικούς για τη μείωση της εγκληματικότητας», κλπ. κλπ.

Εκτός από την κυρία Τις, μια σειρά στελεχών του σκληρού συστημικού πυρήνα του Δημοκρατικού Κόμματος έχουν ήδη βρει τη θέση τους μέσα στον στενό κύκλο των συνεργατών του Μαντάνι. Η πιο εμβληματική περίπτωση είναι η Λίνα Καν, πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου επί προεδρίας Τζο Μπάιντεν. Ενώ ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα περιλαμβάνεται ήδη ανάμεσα στους πρόθυμους «συμβούλους», που παίρνουν τακτικά τηλέφωνο τον Μαμντάνι για να τον νουθετήσουν.

Ο Μαμντάνι, παρά τον πανικό που προκάλεσε η νίκη του στους μεγάλους καπιταλιστές των ΗΠΑ, απέχει πάρα πολύ από το να είναι «κομμουνιστής», όπως τον αποκάλεσε δημόσια ο Τραμπ. Είναι, στην πραγματικότητα, ένας σοσιαλδημοκράτης που έχει δεσμευτεί να διαχειριστεί το σύστημα, πασχίζοντας ταυτόχρονα να εφαρμόσει μια σειρά φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις. «Δύο ψυχές παλεύουνε μέσα στο ίδιο σώμα» έγραφε ο Γκαίτε στον Φάουστ. Αυτός ο στίχος ταιριάζει απόλυτα στο πολιτικό πρόγραμμα του Μαμντάνι. Και, ενδεχομένως, απηχεί και την ίδια την ψυχοσύνθεση του νεοεκλεγέντα δημάρχου.

Ο βάλτος, που απειλεί να καταπιεί και να χωνέψει τον Μαμντάνι, όπως κατάπιε και χώνεψε πολλούς και πολλές σημαντικές/ους ακτιβιστ(ρι)ες πριν από αυτόν, είναι το Δημοκρατικό Κόμμα. Ένα κόμμα απόλυτα ταυτισμένο με τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου και την ιμπεριαλιστική πολιτική των ΗΠΑ σε όλον τον πλανήτη.

Οι «Δημοκράτες Σοσιαλιστές», όπου ανήκει ο Μαμντάνι, είναι μια πολιτική οργάνωση μέσα στο Δημοκρατικό Κόμμα, που επιχειρούν να δράσουν ως αριστερή του πτέρυγα. Προβάλλουν ένα αρκετά ουτοπικό πρόγραμμα πράσινου κεϋνσιανισμού, μιας ήπιας διαχείρισης του καπιταλιστικού συστήματος, με πολλές ομοιότητες με το αντίστοιχο πρόγραμμα του Βαρουφάκη και του ΜΕΡΑ 25 στην Ελλάδα. Στην ουσία, παλεύουν να επιτύχουν ένα καινούργιο «New Deal», μια «νέα συμφωνία», όπως αυτή του Ρούζβελτ τη δεκαετία του ’30 στις ΗΠΑ, με περισσότερο δικαιωματικό και οικολογικό άρωμα.

Όμως, τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στο υπόλοιπο δυτικό στρατόπεδο, είναι ελάχιστοι οι μεγαλοκαπιταλιστές που ενδιαφέρονται για κεϋνσιανά πειράματα. Όλη, ουσιαστικά, η αφρόκρεμα της άρχουσας τάξης στον δυτικό κόσμο συστρατεύεται με φανατισμό στο σχέδιο του νεοφιλελευθερισμού και των θηριωδών εξοπλιστικών προγραμμάτων. «Να πληρώσουν οι φτωχότεροι την κρίση» και «κανόνια αντί για βούτυρο» είναι η γενική και παγκόσμια γραμμή του μεγάλου κεφαλαίου.

Και αντίστοιχη είναι η κατάσταση πνευμάτων μέσα στο Δημοκρατικό Κόμμα. Οι «Δημοκράτες Σοσιαλιστές» και οι διακηρύξεις τους γίνονται ανεκτοί στο κόμμα μέχρι να ενσωματωθούνε. Ή να περιθωριοποιηθούνε. Άλλο σενάριο δεν υπάρχει περίπτωση να επιτραπεί.

Εκτιμούμε πως ο Μαμντάνι θα επιχειρήσει να ελιχθεί και να ισορροπήσει ανάμεσα σε δυο αντίθετα ρεύματα. Από τη μια στο να εκφράσει την οργή των «από τα κάτω» απέναντι στον Τραμπ και τους μεγαλοκαρχαρίες του πλούτου. Και από την άλλη στο να μην φέρει τόσο μεγάλες ανατροπές που θα απειλήσουν το πολιτικό σύστημα.

Και τώρα;

Όμως, όποια και να είναι η μελλοντική πορεία του Μαντάνι, το σίγουρο είναι πως το τζίνι βγήκε από το μπουκάλι και πολύ δύσκολα θα ξαναμπεί. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι στη Νέα Υόρκη ξεμυτίσανε από το πολιτικό περιθώριο και πήγαν να ψηφίσουν στις κάλπες με βάση τα ταξικά τους συμφέροντα και ενάντια στους πλούσιους. Και τη νίκη του Μαμντάνι την πανηγύρισαν ως δική τους νίκη, ως δική τους αναγέννηση. Και ως δική τους απελευθέρωση.

Η νίκη Μαμντάνι, μαζί με την αντίστοιχη επιτυχία της Κέιτι Γουίλσον, επίσης μέλους των Δημοκρατών Σοσιαλιστών, η οποία εκλέχτηκε δήμαρχος στο Σιάτλ, στην άλλη άκρη των ΗΠΑ, είναι δείγματα πως η κατάσταση μέσα στη μητρόπολη του παγκόσμιου καπιταλισμού πήρε να αλλάζει δραστικά.

Το ίδιο ακριβώς δείχνει και η τεράστια επιτυχία των πανεθνικών αντιτραμπικών διαδηλώσεων της καμπάνιας «No Kings» («Όχι βασιλιάδες»), που κατέβασε στον δρόμο εκατομμύρια ανθρώπους για να δηλώσουν την αλληλεγγύη τους στις/τους μετανάστ(ρι)ες χωρίς χαρτιά και στα τρανς και λοατκια+ πλάσματα, ενώ σημαντικοί αριθμοί διαδηλωτ(ρι)ών φορούσαν κεφίγιες και κρατούσαν παλαιστινιακές σημαίες.

Ένα πράγμα είναι σίγουρο: Μόλις έναν χρόνο μετά τη δεύτερη εκλογή του Τραμπ, η ακροδεξιά αντιμεταναστευτική και αντι-woke ατζέντα του και η στήριξή του στο Ισραήλ, που διαπράττει γενοκτονία ενάντια στους Παλαιστίνιους με τα δολάρια και τα όπλα των ΗΠΑ, έχει ξεσηκώσει τεράστια οργή μέσα στην εργατική τάξη, τους φτωχούς και τους «από τα κάτω».

Η ακροδεξιά γραμμή του Τραμπ δεν μπορεί πλέον να κυριαρχήσει μέσα στις ΗΠΑ. Το πανεθνικό παραλήρημα γύρω από την εκτέλεση του ρατσιστή, φιλοσιωνιστή και ομοφοβικού Τσάρλι Κερκ, έμοιαζε προς στιγμήν ως σαρωτική αντεπίθεση του Τραμπ. Όμως η σπέκουλα πάνω στο πτώμα του νεκρού ακροδεξιού δεν πέρασε. Και η εκστρατεία που επιχειρήθηκε σε όλη τη χώρα, με αφορμή την εκτέλεση του Κερκ, για να ξεσηκωθεί το μίσος απέναντι στη ριζοσπαστική αριστερά και τα τρανς άτομα, αποδείχτηκε πως είχε κοντά ποδάρια.

Αυτές τις μέρες στις ΗΠΑ αρχίζουν να πραγματώνονται οι στίχοι του Μπρεχτ:

«Όταν τελειώσουν οι κυρίαρχοι να πουν ό,τι έχουνε να πούνε,

τότε θα πάρουν τον λόγο οι κυριαρχούμενοι».

Μαθήματα από τη Νέα Υόρκη

Η νίκη του Μαμντάνι κόντρα σε όλο τον μηχανισμό της άρχουσας τάξης στη Νέα Υόρκη αποδόθηκε σε δύο κύριους παράγοντες: πρώτο στο ότι μίλησε για τις ανάγκες των πιο φτωχών: να χτυπηθεί η ακρίβεια και τα υψηλά ενοίκια, να γίνει δωρεάν η συγκοινωνία μέσα στην πόλη και δωρεάν οι παιδικοί σταθμοί. Και δεύτερο στο ότι κινητοποίησε εκατό χιλιάδες εθελοντ(ρι)ες για να φτάσουν το μήνυμά του σε κάθε σπίτι.

Αυτά όλα είναι σωστά. Αλλά είναι μόνο η μισή αλήθεια.

Ο Μαμντάνι ξεκόλλησε από το αρχικό 1%, που έπαιρνε στις δημοσκοπήσεις, επειδή τόλμησε να ανοίξει τα πιο δύσκολα ζητήματα: Μίλησε για αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη, σε μια χώρα που όλοι οι πολιτικοί στηρίζουν με φανατισμό το Ισραήλ και κλείνουν τα μάτια μπροστά στη γενοκτονία που διαπράττει. Δήλωσε ξεκάθαρα πως στέκεται στο πλευρό των τρανς ανθρώπων, που δέχονται όλο το μίσος της τραμπικής ρητορικής. Και πήρε θέση χωρίς μισόλογα στο πλευρό των μεταναστ(ρι)ών χωρίς χαρτιά και ενάντια στα πογκρόμ εναντίον τους, που οργανώνει η ICE και ο Τραμπ. Οι δηλώσεις του Μαμντάνι πως η Νέα Υόρκη χτίστηκε από τους μετανάστες και πως θα αποτελεί από δω και μπρος ασφαλές καταφύγιο για κάθε μετανάστ(ρια)η, είναι πρωτοφανείς και ξεσήκωσαν απίστευτο ενθουσιασμό στους από τα κάτω.

Με αυτόν τον τρόπο κερδήθηκαν οι εκατό χιλιάδες εθελοντ(ρι)ες, που «όργωσαν» πόρτα-πόρτα όλη την Νέα Υόρκη.

Το πιο σπουδαίο μάθημα από τη Νέα Υόρκη είναι πως η πρωτοπορία συσπειρώνεται και ανοίγει δρόμο προς τις μάζες, όταν ριψοκινδυνεύει και ανοίγει τα «δύσκολα» και «αντιδημοφιλή» ζητήματα. Όταν επιτίθεται σε όλο το μέτωπο στο ιδεολογικό οπλοστάσιο της άρχουσας τάξης. Όχι όταν συντάσσεται φρόνιμα μαζί με το ρεύμα, αλλά όταν τολμά να πάει κόντρα. Έτσι βγαίνει από την απομόνωσή της.

Ή, για να θυμηθούμε τους στίχους του Διονύση Σαββόπουλου, από την εποχή που ήταν ακόμη ποιητής, πριν καταντήσει παρατρεχάμενος της εξουσίας:

«Δεν μας ακούς που τραγουδάμε

με φωνές ηλεκτρικές

ώσπου οι τροχιές μας συναντάνε

τις βασικές σου τις αρχές».

*Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Η Κόκκινη» φύλλο 30ο (Νοέμβρης – Δεκέμβρης 2025) που κυκλοφορεί.

Σχολιάστε