
Γράφει η Κική Σταματόγιαννη
Η φετινή 25η Νοέμβρη, Διεθνής Ημέρα ενάντια στη βία σε βάρος των γυναικών, θα ξημερώσει σε έναν κόσμο δηλητηριασμένο με την αντιδραστική ιδεολογία του τραμπισμού, το «αντι-woke» παραλήρημα, που μας γυρνά δεκαετίες πίσω και ρίχνει συνειδητά νερό στον μύλο της έμφυλης βίας.
Χαρακτηριστικό του νέου αντιδραστικού ρεύματος στις ΗΠΑ, που έρχεται και ως απάντηση στην εκλογική νίκη Μαμντάνι και του πανικού που προκάλεσε, είναι η καμπάνια #Repeal the 19th. «Καταργήστε τη 19η Τροπολογία». Ούτε λίγο ούτε πολύ ζητούν την κατάργηση της συνταγματικής μεταρρύθμισης, που έδωσε το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες. Όταν ισχυριζόμαστε συχνά ότι η (ακρο)δεξιά γυρνά τους δείκτες του ρολογιού πίσω, κάτι τέτοιο εννοούμε. Όχι απλώς δεκαετίες. Αιώνες ολόκληρους κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, που θεωρούνταν περίπου απρόσβλητα. Όχι πια. Οι γυναίκες σύμφωνα με τους θιασώτες αυτού του ρεύματος δεν είναι ικανές όχι μόνο να αποφασίζουν οι ίδιες για τις ζωές τους, αλλά ούτε καν για το ποιον θα εκλέξουν προκειμένου να παίρνει τις όποιες αποφάσεις. Ως κατώτερες, θα περιμένουν υπομονετικά τους άντρες να πάρουν τις κρίσιμες αποφάσεις.
Πριν από μια γυναικοκτονία, έναν βιασμό, μια πράξη βίας, πρέπει να έχει κατασκευαστεί η κατωτερότητα της γυναίκας. Η αντίληψη ότι συνιστά ένα εξάρτημα, ένα εργαλείο του άντρα. Ένα περιουσιακό του στοιχείο, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιήσει καταπώς επιθυμεί.
Συνέδρια, καμπάνιες παχυλά χρηματοδοτούμενες με δημόσιο και ιδιωτικό χρήμα, ομιλίες, άρθρα και βιβλία, δημόσια ρητορική πολιτικών ανδρών σκιαγραφούν την εικόνα της σύγχρονης γυναίκας και σχεδόν μυρίζουμε τη ναφθαλίνη του περασμένου αιώνα. Επιστρέφει το μοντέλο της ήσυχης, υπάκουης, εξαρτώμενης και συχνά μη εργαζόμενης γυναίκας, που γεννοβολάει παιδιά. Αυτό είναι το αφήγημα της (ακρο)δεξιάς. Μιας σύγχρονης, λουστραρισμένης ακροδεξιάς. Ινφλουένσερς εξιδανικεύουν γυναίκες-μητέρες πέντε, έξι ή εφτά παιδιών, που είναι όμορφες και περιποιημένες για τον άντρα-κουβαλητή, που θα γυρίσει σπίτι μετά τη δουλειά. Γυναίκες, που καθαρίζουν μανιωδώς ένα ήδη καλογυαλισμένο σπίτι.
Αυτή η εικόνα δεν έχει φυσικά την παραμικρή σχέση με την πραγματικότητα. Άνεργες ή κακοπληρωμένες, πρώτες στη λίστα προς απόλυση, τρέχοντας με την ψυχή στο στόμα να καλύψουν στοιχειώδεις ανάγκες χωρίς την παραμικρή βοήθεια από δημόσιες δομές (συχνά ανύπαρκτες, υποστελεχωμένες και σε προφανή αδυναμία να επιτελέσουν τον ρόλο τους). Με τα λεφτά να μη φτάνουν ούτε μέχρι τα μέσα του μήνα, μέσα σε μια κοινωνία ανασφάλειας και απειλής πολεμικών συγκρούσεων.
Δεν είναι τυχαίο που βρισκόμαστε σε μια τέτοια συνθήκη. Όταν ο καπιταλισμός χρειάστηκε τις γυναίκες, τις έβγαλε από το σπίτι και τις έριξε στους χώρους δουλειάς. Ήταν τα κρίσιμα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Χρησιμοποιήθηκε η εργασία των γυναικών μέχρι ξεζουμίσματος. Μέχρι σωματικής και ψυχικής κατάρρευσης.
Στις τωρινές συνθήκες ανεργίας και ραγδαίας φτωχοποίησης όμως, το σύστημα δεν έχει να δώσει παρά μόνο για ιλιγγιώδεις πολεμικούς εξοπλισμούς και στρατιωτικές δαπάνες. Και η γυναίκα πρέπει να επιστρέψει σπίτι. Χωρίς χρήματα στο πορτοφόλι της. Χωρίς την αυτοπεποίθηση να κερδίζει μόνη της τη ζωή της. Ηττημένη. Να προσπαθεί να τα βγάλει πέρα όσο και όπως μπορεί. Να ξεσπούν πάνω της τα νεύρα τους εξουθενωμένοι σύζυγοι -κακοπληρωμένοι ή άνεργοι. Να φροντίζει αυτή ηλικιωμένους, άρρωστους και παιδιά, ενώ υποστηρικτικές δομές και σύστημα δημόσιας υγείας έχουν καταρρεύσει.
Κι αυτά πριν καν φτάσουμε στα σταυροδρόμια, που διακλαδίζονται πάνω στα σώματα των γυναικών. Πριν φτάσουμε να μιλήσουμε για μετανάστριες και προσφύγισσες, ρομνιές, ανάπηρες, σεξεργάτριες, τρανς και οροθετικές, νευροδιαφορετικές, χρήστριες. Εκεί η αίσθηση της κατωτερότητας και το δόγμα «ζωές ανάξιες να βιωθούν» απογειώνεται.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο που σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Καταγραφής Τρανς Θυμάτων από τους 281 τρανς ανθρώπους που δολοφονήθηκαν φέτος, η συντριπτική πλειονότητα είναι γυναίκες. Και μάλιστα σεξεργάτριες, παραμένοντας η πιο στοχοποιημένη κοινωνική ομάδα.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο το μένος μεγάλων κομματιών των δυτικών κοινωνιών, που στρέφουν το μίσος τους ενάντια σε γυναίκες μετανάστριες. Θυμόμαστε το: «Γύρνα μωρή στη χώρα σου», από ντόπια χείλη σε έγκυο γυναίκα, κλωτσώντας με μανία τη λαστιχένια βάρκα γεμάτη με προσφύγισσες και παιδιά.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο το αντιμεταναστευτικό μένος, η ισλαμοφοβία, που βρήκε έναν βολικό αποδιοπομπαίο τράγο στις γυναίκες με μαντίλα σε Ευρώπη και ΗΠΑ, η λύσσα με την οποία επιτίθενται αστυνομικές δυνάμεις σε ανάπηρες γυναίκες, όπως έγινε πρόσφατα στη Βρετανία σε κινητοποιήσεις υπεράσπισης της Παλαιστίνης.
Απέναντι σε όλο αυτό τι κάνουμε;
«Το σπίτι του αφέντη δεν γκρεμίζεται με τα εργαλεία του αφέντη». Η εμβληματική φράση, που μας άφησε ως πολύτιμη παρακαταθήκη η μαύρη, λεσβία λογοτέχνιδα Οντρ Λορντ (Audre Lorde) έρχεται ως κρίσιμη υπενθύμιση. Η βία, οι διακρίσεις, ο στιγματισμός, η περιθωριοποίηση, ο αποκλεισμός, τα κατεξοχήν δηλαδή εργαλεία με τα οποία επιβάλλεται ένα καπιταλιστικό, πατριαρχικά δομημένο, σύστημα πάνω στις γυναίκες, δεν μπορούν ποτέ να είναι αυτά με τα οποία θα σπάσουμε τον φαύλο κύκλο της βίας και των διακρίσεων.
Ο «αφέντης», το σύστημα, κάνει τη δουλειά του, κινούμενο από το ένστικτο της επιβίωσης, της αυτοσυντήρησης. Καθώς κλυδωνίζονται τα θεμέλιά του, καθώς νιώθει την απειλή από τα κινήματα, στρέφεται στις παραδοσιακές αξίες. Αυτές που νομίζαμε ότι τις είχαμε κλειδώσει στο χρονοντούλαπο κι όμως τις βλέπουμε να ορθώνονται μπροστά μας.
Εμείς, όμως, για να γκρεμίσουμε συθέμελα το σπίτι, στο οποίο μας περιόρισε ο αφέντης, για να συντρίψουμε έναν άδικο κόσμο βίας, οφείλουμε να προτάξουμε τα δικά μας εργαλεία. Τη συστράτευση όλων σε έναν κοινό σκοπό. Τη συμπερίληψη στο κίνημά μας των πλέον ευάλωτων γυναικών ανάμεσά μας: των τρανς, των μεταναστριών και προσφυγισσών, των ρομνιών και των σεξεργατριών. Όλων αυτών που έριξε ο αφέντης στο περιθώριο. Όλων αυτών που στιγμάτισε, απέκλεισε, καταπίεσε.
Η βία κατά των γυναικών –όλων των γυναικών- είναι δομικός άξονας του συστήματος. Δεν μπορεί το σύστημα να δουλέψει αλλιώς, χωρίς αυτόν. Εμείς καλούμαστε να σπάσουμε αυτόν τον άξονα με τον μόνο τρόπο που ξέρουμε. Καταργώντας τους διαχωρισμούς και τα τείχη που ορθώνει ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, η ισλαμοφοβία, η τρανσφοβία, ο μισαναπηρισμός, ο αντιτσιγγανισμός.
Όταν ο αφέντης έχει κάνει σημαία του την alt-right ρητορική, εμείς οφείλουμε όχι μόνο να βάλουμε φραγμό σ’ αυτήν, αλλά και να μιλήσουμε τη δική μας γλώσσα. Την οικουμενική γλώσσα της συντροφικότητας όλων των από τα κάτω. Όλων των καταπιεσμένων και οικονομικά εκμεταλλευόμενων πλασμάτων.
Θα το γκρεμίσουμε, αφέντη, το σπίτι σου. Μαζί με όλο το αίμα, τη βία και τον πόνο που σέρνει πίσω του.
Με τα δικά μας εργαλεία της αλληλεγγύης, της φροντιστικότητας και του πάθους για την αλλαγή αυτού του κόσμου.
Και θα χορέψουμε πάνω στα συντρίμμια.
*Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Η Κόκκινη» φύλλο 30ο (Νοέμβρης – Δεκέμβρης 2025) που κυκλοφορεί.
