ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΛΟΓΟ ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΑΝΕΠΙΦΥΛΑΚΤΑ ΤΟΝ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΞΕΣΗΚΩΜΟ ΣΤΗ ΛΕΥΚΟΡΩΣΙΑ

Γράφει ο Χάρης Παπαδόπουλος

Όσο πυκνώνουν οι κινητοποιήσεις της εργατικής τάξης στα μεγάλα εργοστάσια της Λευκορωσίας ενάντια στο καθεστώς Λουκασένκο, όσο απλώνονται οι απεργίες και οι κάθε είδους δράσεις σε εργατικούς χώρους, άλλο τόσο αυξάνουν στην Αριστερά της Ελλάδας οι απαισιόδοξες φωνές. Μια σειρά αρθρογράφοι και σχολιαστές, σε διάφορους τόνους,  μεμψιμοιρούν για τον κίνδυνο να καταρρεύσει το τελευταίο οχυρό του σοβιετικού κρατικού καπιταλισμού και μαζί του και η δημόσια δωρεάν υγεία και παιδεία, τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας κλπ.

Χαρακτηριστικές τέτοιες περιπτώσεις είναι το άρθρο του Ριζοσπάστη («Στις “μυλόπετρες” του εκμεταλλευτικού συστήματος», Ελισαίος Βαγενάς, 23 Αυγούστου 2020) αλλά και του Πριν («Λευκορωσία: Εξέγερση με ξένες σημαίες», Παναγιώτης Ξοπλίδης 23 Αυγούστου 2020). Στα κείμενά τους η δυσθυμία των αρθρογράφων απέναντι στις εργατικές κινητοποιήσεις κατά του καθεστώτος Λουκασένκο είναι πρόδηλη, ενώ δεν λείπουν οι νύξεις για τα επιτεύγματα του καθεστώτος Λουκασένκο που διατηρούν τα εργατικά εισοδήματα στη Λευκορωσία σχετικά ψηλά, σε αντίθεση με όλα τα άλλα πρώην σοβιετικά κράτη.   

Μοιάζει σαν να φοβούνται οι άνθρωποι αυτοί πως όλες τούτες οι κατακτήσεις της εργατικής τάξης  θα χαθούν ακριβώς εξαιτίας της δράσης της, των απεργιών της και των συγκρούσεων στον δρόμο με τις δυνάμεις καταστολής.

Όμως είναι δυνατόν να είναι κανείς αριστερός, και μάλιστα κομμουνιστής, και να παθαίνει αναφυλαξία με τις εργατικές κινητοποιήσεις και τις απεργίες;

Πώς είναι δυνατόν να πιστεύουν κάποιοι αγωνιστές ταγμένοι στην Αριστερά πως τα πράγματα είναι καλύτερα για τον λαό μιας χώρας, όταν την κυβερνούν απολυταρχικά γραφειοκράτες και στρατηγοί και η εργατική τάξη είναι πειθήνια και σιωπηλή στις διαταγές τους; Πώς είναι δυνατόν να επιλέγουν τη διαιώνιση της καταπίεσης αντί για την εργατική εξέγερση;

Και όμως είναι δυνατόν. Και η δικαιολογία των αριστερών αρθρογράφων που ψέγουν την εργατική εξέγερση στη Λευκορωσία είναι πως από αυτήν επωφελούνται οι Δυτικοί ιμπεριαλιστές στον στόχο τους να περικυκλώσουν καλύτερα τη Ρωσία.

«Οι συνθήκες για τα σχέδια του δυτικού κεφαλαίου για την απόσπαση της χώρας από τη Ρωσία και την πρόσδεσή της στη Δύση ήταν πιο πρόσφορες από ποτέ» μας σημειώνει ο σύντροφος Παναγιώτης Ξοπλίδης στο «Πριν». Και στην κατακλείδα του άρθρου του ο συγγραφέας συμπεραίνει:

«Ο χαμένος σε κάθε περίπτωση θα είναι ο εργαζόμενος λαός της Λευκορωσίας καθώς, είτε με επικράτηση της Δύσης είτε της Ρωσίας και των αντίστοιχων φατριών τους, η λεία θα είναι τα εργατικά συμφέροντα» (σ.σ. Η υπογράμμιση έχει γίνει από τον αρθρογράφο του «Πριν»).

Η πολιτική ανάλυση του -πολύ αγαπητού και αξιόλογου  συντρόφου- Ξοπλίδη μάς αναγκάζει να εξετάσουμε τα κριτήρια που χρησιμοποίησε για να καταλήξει σε αυτό το τόσο απαισιόδοξο συμπέρασμα.

Η συζήτηση για τα κριτήρια

Ώστε, λοιπόν, κριτήριο για να στηρίξουμε ή όχι μια εργατική εξέγερση σε κάποιο σημείο του πλανήτη είναι το αν επωφελείται από αυτήν μια ξένη ιμπεριαλιστική δύναμη ή μια αντίπαλη αστική τάξη.

Αν το δεχτούμε όμως αυτό, θα πρέπει να παραιτηθούμε ολοκληρωτικά από τη στήριξη οποιασδήποτε επαναστατικής εξέλιξης σε κάθε σημείο της γης. Επειδή κάθε χώρα ανήκει (ή ηγείται) τυπικά ή άτυπα σε κάποιο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, είναι σίγουρο πως μια επαναστατική διαδικασία σε αυτήν θα ενισχύσει τον αντίπαλο ιμπεριαλισμό ή την ανταγωνίστρια αστική τάξη. Αυτό δεν είναι μια καινούργια συζήτηση. Έχει ανοίξει εδώ και τουλάχιστον έναν αιώνα μέσα στην επαναστατική Αριστερά. Τουλάχιστον από το Πάσχα του 1916.

Εκείνη τη χρονική στιγμή στην Ιρλανδία είχε ξεσπάσει μια εξέγερση στο Δουβλίνο, την πρωτεύουσα της Ιρλανδίας, χώρας κατεχόμενης τότε από τους Άγγλους ιμπεριαλιστές. Η εξέγερση ήταν δίκαιη, ηρωική και γνήσια λαϊκή και η Αριστερά της Ιρλανδίας, με επικεφαλής τον σοσιαλιστή ηγέτη Τζέιμς Κόνολι, συμμετείχε με ενθουσιασμό. Έτσι, φαινόταν πως δεν θα υπήρχε λογικά καμιά αφορμή για να στραβομουτσουνιάζουν μαζί της οι κάθε λογής αρθρογράφοι και αυτόκλητοι αξιολογητές των εργατικών εξεγέρσεων. Και όμως.

Η αφορμή που άνοιξε ο ασκός του Αιόλου μέσα στην παγκόσμια Αριστερά για την ιρλανδική εξέγερση ήταν η στήριξη σε αυτήν, που επιχείρησε να παράσχει η Γερμανία του Κάιζερ. Το 1916 διεξαγόταν ήδη επί δύο έτη ο αιματηρός Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Και τα γερμανικά υποβρύχια προσπαθούσαν να φτάσουν έγκαιρα στο εξεγερμένο Δουβλίνο για να το εφοδιάσουν με πολεμικό υλικό. Στόχος: να μπορέσει ο επαναστατικός ιρλανδικός στρατός να καταφέρει να αντέξει περισσότερο στην αγγλική γενική αντεπίθεση.

Έτσι, η όποια στήριξη στην ιρλανδική εξέγερση θα σήμαινε συμπαράταξη με τον γερμανικό ιμπεριαλισμό. Και η όποια αποποίηση στήριξης της εξέγερσης θα σήμαινε ενίσχυση του αγγλικού ιμπεριαλισμού. Αδιέξοδο.

Τη λύση, που έκοψε τον γόρδιο δεσμό των λαθεμένων κριτηρίων, την έδωσε ο Λένιν. Ήταν ο ηγέτης μέσα στην παγκόσμια επαναστατική Αριστερά, που τάχθηκε ανοιχτά, ανεπιφύλακτα και με όλο του τον ενθουσιασμό υπέρ της νίκης των εξεγερμένων της Ιρλανδίας.

Για τον Λένιν ήταν ξεκάθαρο από την αρχή πως το κριτήριο που έχει σημασία για την Αριστερά, η οποία επιδιώκει να ανατρέψει την αστική τάξη, είναι η κίνηση και η δράση της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων. Και όχι το ποιος ιμπεριαλισμός επωφελείται συγκυριακά κάθε φορά. Σημασία έχει το πώς οι εξεγερμένες μάζες θα μάθουν από την ίδια τους την πείρα, αλλά και από τη σοσιαλιστική προπαγάνδα και αγκιτάτσια, το ποιοι είναι οι ταξικοί εχθροί και ποια τα καθήκοντα της πάλης κάθε φορά. Με το κριτήριο του Λένιν οδηγείσαι στο να εμπλακείς υπέρ των εξεγερμένων και να ζυμωθείς μαζί τους.

Με το κριτήριο των αρθρογράφων του «Ριζοσπάστη» και του «Πριν», όμως, φοβόμαστε πως καταλήγεις μόνο στην αποστασιοποίηση, την παραίτηση και την μεμψιμοιρία απέναντι στο ζωντανό κίνημα των μαζών.      

Επιστροφή στην εξέγερση στη Λευκορωσία

Το σημερινό κίνημα μαζών στη Λευκορωσία δείχνει πως είναι αδύνατο να μακροημερεύσει το καθεστώς Λουκασένκο.

Ακόμη και αν καταφέρει ο Λουκασένκο να αντιμετωπίσει προσωρινά τη σημερινή εργατική αμφισβήτηση και να καλμάρει τις κινητοποιήσεις, ο ίδιος θα είναι πολιτικά μονάχα ένας «νεκρός με αναστολή»: Δεν θα μπορεί το καθεστώς του να προσφέρει προοπτική και σταθερότητα στο κομμάτι της άρχουσας τάξης και της κρατικής γραφειοκρατίας που συμπαρατάσσεται ακόμη μαζί του.

Ακόμη χειρότερα, δεν μπορεί ο Λουκασένκο να υπολογίζει ούτε στο κομμάτι των καπιταλιστών της ολότελα «ελεύθερης» αγοράς, που ο ίδιος εξέθρεψε στοργικά στη Λευκορωσία επί δυόμιση δεκαετίες. Αυτοί οι καπιταλιστές ελπίζουν στην αύξηση των κερδών τους μόνο με άμεση πτώση των εργατικών εισοδημάτων και ραγδαίες ιδιωτικοποιήσεις. Και αυτό το πρόγραμμα το καθεστώς Λουκασένκο θα δυσκολευτεί περισσότερο από κάθε άλλο να το υλοποιήσει, μια και ήδη έχει εναντίον του μεγάλα κομμάτια του εργατικού πληθυσμού της χώρας.

Η πολιτική αντιπολίτευση στον Λουκασένκο είναι ολόκληρη εμποτισμένη με τις ιδέες της «ελεύθερης αγοράς» και των ακόμη πιο ελεύθερων επιθέσεων στο βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης. Δεν υπάρχει καμιά ουσιαστικά φωνή στο αντι-Λουκασένκο στρατόπεδο, που να αρθρώνει διαφορετικό λόγο και πρόγραμμα. Και, παρόλο που στις συνθήκες της σύγκρουσης με το καθεστώς τα αιτήματα που προβάλλονται είναι υπέρ της Δημοκρατίας και των ελεύθερων εκλογών, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για το τι θα ακολουθήσει στη Λευκορωσία αν αναλάβει να κυβερνήσει οποιοσδήποτε από τους «αστέρες» της σημερινής αντιπολίτευσης.

Ούτε η υπάρχουσα αριστερά στη Λευκορωσία έχει κάτι να προσφέρει στις ανάγκες του κινήματος. Γράφει ο Ελισαίος Βαγενάς στο πόνημά του για τη Λευκορωσία στον «Ριζοσπάστη»:  

«Εύφλεκτη ύλη» βρήκαν (εννοεί: οι δυνάμεις της δεξιάς αντιπολίτευσης) κάμποση στα κοινωνικά προβλήματα και αδιέξοδα, που δημιούργησε ο καπιταλιστικός δρόμος και στη Λευκορωσία τα τελευταία 26 χρόνια, επί Προεδρίας Λουκασένκο, ενώ το «φιτίλι» άναψαν η κυνικότητα και η καταστολή με την οποία η κυρίαρχη πολιτική ελίτ επιδίωξε να διαχειριστεί τις αστικές εκλογές και το εκλογικό αποτέλεσμα.

Σ’ αυτές τις συνθήκες ιδιαίτερη σημασία έχει η αλληλεγγύη στους κομμουνιστές και στον εργαζόμενο λαό της Λευκορωσίας, που μπορεί και πρέπει να οργανώσει τη δική του αυτοτελή πάλη με κριτήριο τα συμφέροντά του, να αποκρούσει τις ξένες επεμβάσεις, να διεκδικήσει την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών του,  να χαράξει το δρόμο για το σοσιαλισμό » κλπ., κλπ.

Ποιοι είναι, όμως, αυτοί οι κομμουνιστές και ποια ακριβώς σχέση έχουν με τον εργαζόμενο λαό; Ο αρθρογράφος επιχείρησε να μας διαφωτίσει επ’ αυτού λίγες παραγράφους πιο πριν:

«Πριν από 26 χρόνια το κομμουνιστικό κίνημα στη Λευκορωσία χαιρέτισε την ανάδειξη του Λουκασένκο στην Προεδρία, την άρνησή του να οδηγήσει τη χώρα σε ΝΑΤΟ και ΕΕ, να απορρίψει τις «οδηγίες» του ΔΝΤ για ραγδαίες μεταρρυθμίσεις της αγοράς. Χαιρέτισε φιλοσοβιετικές δηλώσεις του Προέδρου, αλλά την ίδια ώρα στάθηκε επιφυλακτικό και κριτικό απέναντι στην επιδίωξή του να ενισχύσει τις αρμοδιότητές του έναντι του Κοινοβουλίου, να διολισθήσει σε έναν όλο και πιο προσωποπαγή και αυταρχικό τρόπο διαχείρισης.

Στα 1996 στη βάση αυτή προέκυψε διάσπαση στο Κόμμα των κομμουνιστών της Λευκορωσίας (ΚκΛ), που πέρασε στην αντιπολίτευση, ενώ το Κομμουνιστικό Κόμμα Λευκορωσίας (ΚΚΛ), που προέκυψε από τη διάσπαση, μέχρι και σήμερα στηρίζει τον Αλ. Λουκασένκο. Το ΚκΛ μετεξελίχθηκε σε ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, που τελικά άλλαξε και τίτλο σε «Λευκορωσικό αριστερό κόμμα Δίκαιος Κόσμος» και εντάχθηκε στο «Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς». Αντίθετα, το ΚΚΛ συμμετέχει στις Διεθνείς Συναντήσεις των ΚΚ και στην Ενωση ΚΚ-ΚΚΣΕ, στηρίζει ανεπιφύλακτα τον Λουκασένκο, έχει 11 στους 110 βουλευτές, ενώ στελέχη του, όπως ο πρώην Α’ Γραμματέας του, Ι. Καρπένκο, που τώρα είναι υπουργός Παιδείας, έχουν αναλάβει κυβερνητικές θέσεις».

Επομένως, ποιοι είναι αυτοί οι κομμουνιστές στους οποίους πρέπει να δείξουμε αλληλεγγύη; Μήπως πρόκειται για αυτούς που ο ηγέτης τους είναι βασικός υπουργός του Λουκασένκο; Και τι σχέση έχουν ετούτοι με τον «εργαζόμενο λαό της Λευκορωσίας»; Είναι δυνατόν ποτέ, όταν αυτός ο εργαζόμενος λαός βιώνει «κοινωνικά προβλήματα και αδιέξοδα», όπως παραδέχεται ο αρθρογράφος, και όταν «το φυτίλι άναψαν η κυνικότητα και η καταστολή», οι υποτιθέμενοι κομμουνιστές να συμπαρατάσσονται ακριβώς με την «κυνικότητα και την καταστολή» ενάντια στον εξεγερμένο λαό και παρόλα αυτά να διατηρούν οποιαδήποτε οργανική σχέση μαζί του;

Είναι φανερό πως, λίγο να ξύσεις τη μπογιά από τις πομπώδεις φράσεις και τελετουργικές διατυπώσεις του αρθρογράφου του «Ριζοσπάστη», διαπιστώνεις πως η επιχειρηματολογία του έχει πάρει οριστικό διαζύγιο από την απλή λογική. 

Αυτή η Αριστερά, που έχει κρατήσει τα σύμβολα και τα σφυροδρέπανα  του παρελθόντος για να μπορέσει να υπηρετήσει καλύτερα τον κρατικό (και όχι μόνο) καπιταλισμό της Λευκορωσίας, δεν έχει τίποτα απολύτως να προσφέρει στο εργατικό κίνημα και στους εξεγερμένους.

Και τώρα;

Υπάρχει μια θέση αρχών στον μαρξισμό που συχνά αρθρογράφοι της Αριστεράς την προσπερνούν ελαφρά τη καρδία. Αναφερόμαστε στη θέση του Μαρξ πως «η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας». 

Οι εργάτες και οι εργάτριες, όσο παραμένουν τα υποζύγια της Ιστορίας, απλώς τραβούν τους τροχούς της άμαξας της άρχουσας τάξης. Μα όταν αποκτούν συνείδηση της δύναμής τους και εμπιστοσύνη στη συλλογικότητά τους, οι εργάτ(ρι)ες μεταμορφώνονται. Και, σε εξαιρετικές ως τώρα στιγμές στην Ιστορία, αναλαμβάνουν αυτές να διευθύνουν την άμαξα. Όπως στην Κομμούνα του Παρισιού το 1871. Όπως στη Ρωσία με τα σοβιέτ το 1917.

Αυτή τη στιγμή στη Λευκορωσία, επί έναν ολόκληρο μήνα, μια σειρά μεγάλοι εργοστασιακοί χώροι έγιναν το θέατρο απίστευτα δυναμικών κινητοποιήσεων και απεργιών. Αυτές οι δράσεις είχαν κύρια πολιτικά αλλά, ταυτόχρονα, και οικονομικά αιτήματα. Οι εργάτες και οι εργάτριες της Λευκορωσίας παλεύουν για τα δικαιώματά τους στη δουλειά αλλά, πάνω από όλα, παλεύουν για να ανατρέψουν τον «Αρουραίο», τον διεφθαρμένο και αυταρχικό Λουκασένκο.  Και, πάνω από όλα, οι εργάτ(ρι)ες αποκτούν κάθε μέρα και περισσότερο αυτοπεποίθηση και συλλογικούς δεσμούς.

Η εργατική εξουσία και ο σοσιαλισμός δεν πέφτουν από τον ουρανό. Προκύπτουν μέσα από το ζωντανό εργατικό κίνημα. «Η απεργιακή φρουρά είναι το έμβρυο της εργατικής εξουσίας» τόνιζε ο Λένιν. Και οι απεργιακές φρουρές σήμερα στη Λευκορωσία στήνονται ενάντια στο καθεστώς Λουκασένκο. Και όποια δύναμη θέλει να παλέψει για να κερδίσει οποιαδήποτε επιρροή μέσα στους/στις πιο προχωρημένους εργάτ(ρι)ες πρέπει να κατέβει εκεί, στον ίδιο αγώνα μαζί τους και να προσπαθήσει να τον μπολιάσει με προωθητικά συνθήματα και τακτικές.

Αυτά, βέβαια, αφορούν όσους/ες επαναστάτ(ρι)ες επιχειρούν να διδαχτούν κάτι από τον Λένιν.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s