ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΙΣΙΝΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΑΣ

Γράφει ο Χάρης Παπαδόπουλος

Ποια είναι η στάση που θα πρέπει να κρατάμε απέναντι στα μεγάλα ιστορικά γεγονότα; Όλη η ουσία συμπυκνώνεται στα διδάγματα που αντλούμε. Διότι το ζήτημα δεν είναι να ψάξουμε να βρούμε κάποιους ηρωικούς πολιτικούς προγόνους, να τους τοποθετήσουμε στο κάδρο και να τους κρεμάσουμε στο σαλόνι μας να καμαρώνουμε. Το ζήτημα είναι να κατανοήσουμε τα μαθήματα και να τα κάνουμε όπλα μας στις μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις που φαίνονται να πλησιάζουν στο σήμερα. Για να καταφέρουμε να προχωρήσουμε μπροστά την υπόθεση της εργατικής τάξης, με όσο γίνεται λιγότερα λάθη και απώλειες και περισσότερη επιτυχία.    

«Ένα κεφάλι δίχως μνήμη είναι ένα οχυρό χωρίς φρουρά» σημειώνει ο Ναπολέων Βοναπάρτης. Η ιστορική μνήμη, λοιπόν, θα πρέπει να γίνει το καλύτερό μας όπλο.

Από την εθνική κρίση στην κοινωνική επανάσταση

Σημείο 1ο: Δεν φτάσαμε στην Παρισινή Κομμούνα το 1871 με την απλή και σταδιακή άνοδο της ταξικής πάλης. Δεν υπήρξε μια διαδικασία, όπως η θέρμανση του νερού σε ένα δοχείο, όπου κάποια στιγμή φτάνει στο σημείο βρασμού. Κάθε άλλο. Η Κομμούνα του Παρισιού, το ίδιο όπως και η ρώσικη επανάσταση του 1917, μισό αιώνα αργότερα, αλλά και τα περισσότερα επαναστατικά γεγονότα στη σύγχρονη Ιστορία, ξεκίνησαν από μια εθνική κρίση.

Στον γαλλοπρωσικό πόλεμο που προηγήθηκε της παρισινής Κομμούνας, η γαλλική αστική τάξη έδειξε τον χαρακτήρα της. Για να χρησιμοποιήσουμε μια βιβλική έκφραση: «ζυγίστηκε και βρέθηκε λειψή».  

Υπάρχει μια γενική παραδοχή μέσα στον εργατικό κόσμο κατά τους καιρούς της ομαλότητας και της κοινωνικής ειρήνης: Πως τάχα αυτοί που κυβερνούν, αυτοί που απολαμβάνουν τα μεγάλα κέρδη και τα υψηλά αξιώματα, είναι οι πιο έξυπνοι, οι πιο ικανοί, οι «άριστοι». Αντίθετα, ο εργατόκοσμος είναι αυτός που κάνει τις κακοπληρωμένες χαμαλοδουλειές, επειδή «τόσο τους κόβει». Με κανέναν άλλον τρόπο δεν διαλύονται τόσο γρήγορα αυτές οι αυταπάτες όσο με έναν πόλεμο. Και ίσως κανένας άλλος πόλεμος δεν κουρέλιασε τόσο γρήγορα τις αυταπάτες των μαζών όσο ο γαλλοπρωσικός πόλεμος του 1870–1871, ο πόλεμος που προκάλεσε ο Λουδοβίκος Βοναπάρτης, ο αυτοκράτορας της Γαλλίας που επιτέθηκε στην Πρωσία.

Οι εργάτ(ρι)ες του Παρισιού έδειξαν απίστευτο πνεύμα αλληλεγγύης και αυτοθυσίας σε αυτόν τον πόλεμο. Υπεράσπιζαν τα σπίτια, τις οικογένειες, τη ζωή τους την ίδια και όχι βέβαια το «εθνικό μεγαλείο» της Γαλλίας.

Αντίθετα η αστική τάξη, από την αρχή του πολέμου, έκανε σαφή τη θέση της: «η τάξη μας, τα συμφέροντά μας, βρίσκονται πάνω από το έθνος». Έτσι οι αστοί έδωσαν ένα καλό μάθημα στην εργατική τάξη. Να επιδιώξει και αυτή το δικό της ταξικό συμφέρον.

Ενώ οι Γάλλοι αστοί ετοιμάζονται να υπογράψουν μια ταπεινωτική ειρήνη με την Πρωσία του Μπίσμαρκ, την ίδια ώρα, με ένα κατεπείγον νομοσχέδιο, δίνουν το στίγμα τους για το ποιος θα πληρώσει τα σπασμένα του πολέμου και της εθνικής κρίσης. Επιβάλλουν την καταβολή των καθυστερημένων, από την αρχή του πολέμου, ενοικίων σε όλη τη χώρα. Αδιαφορούν έτσι για την απελπιστική κατάσταση των εργαζομένων, που θα υποχρεώνονταν να βρεθούν άμεσα στον δρόμο.

Η κυβέρνηση των Βερσαλλιών, αυτή που θα παίξει στη συνέχεια τον ρόλο του σφαγέα της Παρισινής Κομμούνας, αποδεικνύεται από την αρχή ως κυβέρνηση ταξικής μονομέρειας. Και αυτή η κυβέρνηση, με το αδιάκοπο μαστίγωμα των ταπεινών και των αδύνατων, θα καταφέρει να ξυπνήσει την ταξική συνείδηση των εργατ(ρι)ών του Παρισιού.

Σημείο 2ο: Ο χαρακτήρας της Κομμούνας

Η Παρισινή Κομμούνα ήτανη πρώτη εργατική κυβέρνηση που γνώρισε ο κόσμος. Και παρότι η κυβέρνηση αυτή έπεσε θύμα των προκαταλήψεων της εποχής στερώντας το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες, ήταν ωστόσο η πιο δημοκρατική κυβέρνηση μέχρι τότε. Όλοι οι εργάτες και οι μικροαστοί του Παρισιού εξέλεξαν τους αντιπροσώπους τους που ήταν άμεσα ανακλητοί και παίρναν όλοι τους τον μισθό ενός ειδικευμένου εργάτη. Αυτό το επίτευγμα δεν το πέτυχαν κάποιοι σοφοί που εκπόνησαν ένα τέλειο σχέδιο για το πώς θα είναι οργανωμένη η κοινωνία. Η Κομμούνα ήταν έργο των παρισινών εργατ(ρι)ών που δούλευαν, εκείνη την εποχή, 11 ώρες την ημέρα και έφευγαν από τη δουλειά τους για να πάνε να κρατήσουν βάρδιες με το όπλο στο χέρι στα οδοφράγματα της πόλης. Η μόρφωση αυτών των ανθρώπων ήταν συνήθως στοιχειώδης και συχνά ανύπαρκτη. Όμως, βρήκαν έναν εξαιρετικά προοδευτικό και λογικό τρόπο να αυτοκυβερνηθούν.

Σημείο 3ο: Ο ρόλος των γυναικών και των παιδιών

«Βασικό χαρακτηριστικό των κοινωνικών επαναστάσεων, όπως φάνηκε και στην Παρισινή Κομμούνα, είναι ο μεγάλος ρόλος που παίζουν σε αυτές με την ολόθερμη συμμετοχή τους οι γυναίκες και τα παιδιά». Αυτή την παρατήρηση την κάνει ο σύντροφος Προσπέρ–Ολιβιέ Λισαγκαρέ, ηρωικός κομμουνάρος, από τους τελευταίους ένοπλους υπερασπιστές του επαναστατημένου Παρισιού, που συνέγραψε στην εξορία την εξαιρετική «Ιστορία της Παρισινής Κομμούνας».  

Οι γυναίκες δεν έλαβαν από την Κομμούνα τα εκλογικά τους δικαιώματα. Όμως δεν αρνήθηκαν καμιά θυσία στα οδοφράγματα και σε κάθε πόστο, για την υπεράσπιση της Κομμούνας με νύχια και με δόντια από τον αντεπαναστατικό στρατό που περικύκλωσε το Παρίσι. Οι εργάτριες του εξεγερμένου Παρισιού αντιλαμβάνονταν πολύ καλά πως η πτώση της Κομμούνας θα σήμαινε τη δική τους συντριβή. Και πολέμησαν σαν να εξαρτιόνταν τα πάντα από αυτές τις ίδιες.

Αξίζει να σημειώσουμε μια φράση του Άγγλου ανταποκριτή των Τάιμς, που περιέγραφε τη στάση των γυναικών του Παρισιού στα οδοφράγματα, απέναντι στον στρατό των Βερσαλλιών, κατά την Ματωμένη Εβδομάδα (21–28 Μάη 1871): «Τι τρομερό που θα ήταν το γαλλικό έθνος, αν θα αποτελούνταν αποκλειστικά από γυναίκες»! Ο αστός αυτός ανταποκριτής αναφερόταν στις «petroleuses» – στις «πυρπολήτριες» θα μεταφράζαμε τον όρο στη γλώσσα μας.

Και μια παρατήρηση ακόμη της φεμινίστριας συγγραφέως Σίλβια Φεντερίτσι στο βιβλίο της «Ο Κάλιμπαν και η μάγισσα». Η λύσσα και το μένος που έβγαζε ο γαλλικός αστικός τύπος απέναντι στις υπερασπίστριες του Παρισιού θυμίζει χαρακτηριστικά τα αντίστοιχα στερεότυπα που χρησιμοποιήθηκαν στο κυνήγι των μαγισσών στα τέλη του Μεσαίωνα. Ο γαλλικός τύπος περιέγραφε τις petroleuses ως γριές, αναμαλλιασμένες, φρενιασμένες για καταστροφή και, φυσικά, σεξουαλικά ασύδοτες και ανεξέλεγκτες.

Η παρατήρηση του Λισαγκαρέ για την παθιασμένη συμμετοχή των γυναικών και των παιδιών στις μάχες και τις θυσίες σε κάθε επανάσταση επιβεβαιώνεται και στα κατοπινά εξεγερτικά γεγονότα ως τις μέρες μας. Ας θυμηθούμε δύο μόνο τέτοιες στιγμές: τον άφταστο ηρωισμό στα οδοφράγματα της Βουδαπέστης το 1956, στην επανάσταση των εργατ(ρι)ών ενάντια στο σταλινικό καθεστώς και στην εισβολή των ρωσικών τανκς. Αλλά και την παθιασμένη συμμετοχή γυναικών και παιδιών στον δικό μας Δεκέμβρη 1944, στα οδοφράγματα στην Αθήνα, και στον κατοπινό εμφύλιο.                                                                                 
Τα τραγικά λάθη της Κομμούνας

Σημείο 4ο: Στην Κομμούνα του Παρισιού δεν συνέβησαν απλώς λάθη, αλλά περιφρονήθηκε εντελώς η τέχνη της εξέγερσης.

Ο Καρλ Κάουτσκι έγραψε πολλά για να εκθειάσει και να παινέψει την Παρισινή Κομμούνα, μόνο και μόνο για να τη συγκρίνει με τη ρώσικη επανάσταση του 1917 βρίσκοντας προβληματική και λίγη τη δεύτερη σε σχέση με το Παρίσι του 1871. Έγραφε, λοιπόν, ο Κάουτσκι με κομψότητα: «Το ζήτημα της διεξαγωγής του πολέμου δεν ήταν το πιο δυνατό σημείο της Κομμούνας».

Παράδειγμα χαρακτηριστικό: τις πρώτες μέρες της Κομμούνας, αμέσως μετά την αποτυχημένη επιχείρηση της κυβέρνησης του Θιέρσου να αρπάξει τα κανόνια των Κομμουνάρων στη Μονμάρτη και τη Μπελβίλ, η Κομμούνα διέθετε ατόφιο το σύνολο των  στρατευμάτων της, δηλαδή το σώμα της Εθνοφρουράς και μαζί το 81ο Σύνταγμα πεζικού, που είχε περάσει με την επανάσταση. Την ίδια στιγμή οι Βερσαλλίες, η έδρα της κυβέρνησης, βρισκόταν ουσιαστικά αφύλακτες και οι στρατιωτικές δυνάμεις της αντεπανάστασης μικρές και αφοπλισμένες από τον βαρύ οπλισμό τους από τον πρωσικό στρατό εισβολής.

Η ηγεσία των επαναστατών, δηλαδή η Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς, αρνήθηκε να ακούσει τις εισηγήσεις να κινηθεί άμεσα ώστε να συλλάβει όλη την κυβέρνηση. Αντίθετα, έχασε οχτώ πολύτιμες ημέρες οργανώνοντας εκλογές στο Παρίσι. Προσπαθούσε η επαναστατική ηγεσία να εξασφαλίσει τη νομιμοποίηση της επανάστασης αντί να καταλάβει την κεντρική εξουσία. Με άλλα λόγια, αναζητούσε τον τύπο αντί για την ουσία.

Εδώ, επαναλαμβάνουμε την παρατήρηση του Τρότσκι, στο έργο του «Τρομοκρατία και Κομμουνισμός». Η Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς προσπαθούσε να μεταβιβάσει την ευθύνη των δύσκολων αποφάσεων στο δημοτικό συμβούλιο, δηλαδή τη νεοεκλεγμένη Κομμούνα, ενώ η Κομμούνα ξαναπετούσε το μπαλάκι των ευθυνών πίσω στην Κεντρική Επιτροπή.

Όταν τελικά πάρθηκε η απόφαση στις 3 Απρίλη για επίθεση στις Βερσαλλίες, είχαν ήδη ματώσει αρκετά οι Κομμουνάροι από τις δολοφονικές επιθέσεις της αστικής τάξης. Οι δυνάμεις της κυβέρνησης αφόπλιζαν αιφνιδιαστικά μονάδες των Κομμουνάρων και κατόπιν εκτελούσαν επί τόπου και χωρίς ενδοιασμό όλους τους αφοπλισμένους.

Όμως αυτή η επίθεση των Κομμουνάρων στις Βερσαλλίες οργανώθηκε με τον πιο καταστροφικό τρόπο. Τα επαναστατικά στρατεύματα δεν πήραν μαζί τους πυροβολικό ούτε στοιχειώδη τροφοδοσία. Επρόκειτο κυριολεκτικά για μια ένοπλη διαδήλωση. Μια επίδειξη δύναμης, όχι μια σοβαρή στρατιωτική επιχείρηση. Και κατέληξε σε πανωλεθρία.

Η Κομμούνα άφησε να γλιστρήσουν από τα χέρια της όλοι οι στρατηγοί και οι αστυνομικοί, που έφευγαν από το Παρίσι χωρίς να πάθουν το παραμικρό. Ακόμη και οι κατάσκοποι των Βερσαλλιών, που πιάστηκαν φορώντας στολές της Εθνοφρουράς, αφέθηκαν να επιστρέψουν ελεύθεροι στις Βερσαλλίες. Αντίθετα, τα στρατεύματα του Θιέρσου τουφέκιζαν συστηματικά κάθε Κομμουνάρο που αιχμαλώτιζαν.           

Σημείο 5ο: Το θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας της Γαλλίας (στο Παρίσι), έμεινε ουσιαστικά απείραχτο από τους Κομμουνάρους. Αντί να κατασχέσει το θησαυροφυλάκιο, η Κομμούνα άντλησε από εκεί μόλις 16-17 εκατομμύρια φράγκα, υπογράφοντας μάλιστα υποσχετικές πως θα εξοφλήσει σύντομα αυτό το χρέος.

Την ίδια ώρα ο ταξικός εχθρός δεν είχε τέτοιους ενδοιασμούς. Τα αποθέματα της Τράπεζας, ύψους 3,3 δις φράγκων. χρησιμοποιήθηκαν ως εγγύηση για να χρηματοδοτηθεί ο αντεπαναστατικός στρατός του Θιέρσου που κατέσφαξε το Παρίσι. Ο Ένγκελς σημειώνει πως, αν το θησαυροφυλάκιο ερχόταν στα χέρια της Κομμούνας, θα παρέλυε τον αντίπαλο και θα είχε την αξία 10.000 αστών ομήρων.

Σημείο 6ο: Μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να πάρουμε την εξουσία; Είναι δυνατόν να κερδίσουμε την μάχη με την αστική τάξη χωρίς ένα συγκεντρωτικό επαναστατικό επιτελείο;

Η τραγική κατάληξη της Παρισινής Κομμούνας έδωσε στο διπλό παραπάνω ερώτημα την πιο καθαρή απάντηση. Δεν υπάρχει καμιά ελπίδα για τους/τις επαναστάτ(ρι)ες που θα επιχειρήσουν να προσπεράσουν την κατάληψη της εξουσίας και τον επιτελικό σχεδιασμό της καταστροφής του καπιταλιστικού κράτους. Η αστική τάξη θα τους τσακίσει ανελέητα.

Η Κομμούνα του Παρισιού άφησε το ζήτημα της σύνδεσης με τις άλλες πόλεις της Γαλλίας στις αυθόρμητες πρωτοβουλίες μεμονωμένων ανθρώπων. Το ίδιο και την προπαγάνδα μέσα στους φαντάρους του στρατού των Βερσαλλιών.

Ακόμη πιο τρομακτικό στοιχείο, που δείχνει την αφέλεια της Κομμούνας απέναντι στον ταξικό εχθρό, είναι μια παρατήρηση του Τρότσκι: Κατά τις 72 μέρες της Κομμούνας μισθοδοτούνταν από αυτήν κανονικά 167.500 Εθνοφρουροί και αξιωματικοί. Από αυτούς βρισκόταν καθημερινά στα χαρακώματα και σε κάθε άλλη υπηρεσία λιγότεροι από 20.000 και σε καμία στιγμή, ούτε καν στη ματωμένη εβδομάδα της 21ης με 28η Μάη 1871, δεν έφθασαν οι μάχιμοι εθνοφρουροί τον αριθμό των 30.000.

Δεν υπήρχε κανένας μηχανισμός που να επιβάλει την πειθαρχία στην Εθνοφρουρά, δηλαδή στον επαναστατικό στρατό. Έτσι, δεν υπήρχε τρόπος να αντιμετωπιστεί η λαίλαπα του αντεπαναστατικού στρατού, που διέθετε αυστηρή πειθαρχία και μπορούσε να κινητοποιήσει πρακτικά το σύνολο των δυνάμεών του για μάχη.

Έτσι, τα κινήματα αλληλεγγύης στις υπόλοιπες γαλλικές πόλεις (Κομμούνες της Λυών και της Μασσαλίας) εξοντώθηκαν πολύ γρήγορα από την αστική τάξη. Ενώ αμέσως μετά την Παρισινή Κομμούνα κατασφάχτηκαν οι 10.000 ένοπλοι εξεγερμένοι στην Καβύλη, σήμερα τμήμα της Αλγερίας, που ξεσηκώθηκαν τον Απρίλη του 1871 ενάντια στη γαλλική αποικιοκρατία. Τα στρατεύματα που ανέλαβαν το τσάκισμα της εξέγερσης της Καβύλης ήταν τα ίδια που ματοκύλισαν το Παρίσι λίγες εβδομάδες πριν.        

Αντί επιλόγου:

Σε ένα τόσο απογοητευτικό καμβά γεγονότων και παρατηρήσεων πώς θα μπορούσε να κλείσει μια ιστορική παρουσίαση; Ίσως με μια ακόμη πιο απαισιόδοξη ρήση. Έγραφε ο γερο–Χέγκελ πως «αν κάτι διδάσκει η Ιστορία είναι πως κανείς δεν θέλει να διδαχτεί το οτιδήποτε από αυτήν». Τούτη η παρατήρηση επιβεβαιώνεται ως κανόνας πάρα πολύ συχνά.

Ευτυχώς όμως, όπως και όλοι οι κανόνες, έχει και αυτός τις σπάνιες εξαιρέσεις του. Υπήρξε μια δράκα επαναστατ(ρι)ών, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το Παρίσι και λίγες δεκαετίες κατόπιν, που μελέτησαν, πολύ σοβαρά και μεθοδικά, τα διδάγματα της Παρισινής Κομμούνας. Και φρόντισαν να μην επαναλάβουν κανένα από τα πολύ σοβαρά λάθη της.  Ο λόγος για τους μπολσεβίκους του Λένιν που επιχείρησαν τη σημαντικότερη προλεταριακή επανάσταση στον κόσμο. Τη ρώσικη επανάσταση του 1917.

  • To άρθρο συμπυκνώνει την εισήγηση του συντρόφου στη διαδικτυακή εκδήλωση της ΟΚΔΕ – Σπάρτακος στις 18 Απρίλη 2021: «150 χρόνια από την Παρισινή Κομμούνα» Ομιλητές: Ιάσονας Κατριμουστάκης (ΟΚΔΕ Σπάρτακος), Jean-Baptiste Pelé (τάση A&R του NPA, Γαλλία), Χάρης Παπαδόπουλος («Κόκκινη»).

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s