«Ο χλευασμός είναι ο ατμός των μικρών ψυχών»

(Άλφρεντ Τένυσον)

Γράφει ο Χάρης Παπαδόπουλος

Εδώ και αρκετό καιρό, ένα αλλόκοτο κείμενο ανεβαίνει σε συνέχειες στην ιστοσελίδα Redtopia, που ανήκει στην πολιτική οργάνωση Κόκκινο Νήμα. Οι διαχειριστές της σελίδας δηλώνουν πως το αναρτούν με τη φιλοδοξία να συμβάλλει στη συζήτηση για τα αίτια της κρίσης του βρετανικού τροτσκισμού και του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος.

 Ο λόγος γίνεται για το Κι άλλα χρόνια για την ακρίδα-Η καταγωγή του SWP του Άγγλου συγγραφέα Τζιμ Χίγκινς, ηγετικού στελέχους κάποτε του SWP,  έως και τα μέσα της δεκαετίας του ‘70. Το SWP ήταν -και παραμένει ακόμη- η μεγαλύτερη οργάνωση της επαναστατικής Αριστεράς στη Βρετανία. 

Η ιστοσελίδα Redtopia δεν εντόπισε απλώς το κείμενο αυτό κάπου έτοιμο προς δημοσίευση και αποφάσισε να το αναρτήσει. Το βιβλίο του Χίγκινς υπήρχε μέχρι πρότινος στο διαδίκτυο μόνο στη γλώσσα που γράφτηκε, δηλαδή στα αγγλικά. Αυτό σημαίνει πως οι σύντροφοι/ισσες του Κόκκινου Νήματος ξόδεψαν εκατοντάδες εργατοώρες για να το μεταφράσουν στα ελληνικά. Άρα εκτιμούν πως η συγκεκριμένη συμβολή τους έχει σημασία, πως το έργο αυτό έχει κάτι να προσφέρει στη σκέψη των αγωνιστ(ρι)ών της επαναστατικής Αριστεράς στην Ελλάδα.  Ας δώσουμε όμως τον λόγο στους ίδιους τους διαχειριστές της Redtopia: 

«Με αυτόν  εδώ το φάκελο, το Redtopia ανοίγει τη συζήτηση γύρω από την κριτική ανασκόπηση της ιστορίας του «τροτσκιστικού» ρεύματος δημοσιεύοντας κείμενα που θεωρούμε ότι συμβάλλουν στη συζήτηση, χωρίς αυτό να σημαίνει κατ’ ανάγκη την πλήρη συμφωνία μαζί τους ή ακόμη και με τον προλογικό σχολιασμό τους από τον/την εκάστοτε μεταφραστή/στρια».

Το πρώτο που παρατηρεί κανείς σε αυτόν τον σεμνό πρόλογο είναι πως ο συντάκτης του δεν φαίνεται, δυστυχώς, να γνωρίζει καλά ούτε την ίδια του τη γλώσσα. Η λέξη τροτσκιστικό -που προσδιορίζει το συγκεκριμένο πολιτικό ρεύμα για το οποίο γίνεται λόγος στη συνέχεια- μπαίνει σε εισαγωγικά, τα οποία στην περίπτωσή μας είναι εντελώς αχρείαστα. Τα εισαγωγικά μπαίνουν συνήθως για να δηλώσουν πως τα λόγια που περικλείουν είναι ακριβώς αυτά που ειπώθηκαν ή γράφτηκαν επί λέξει. Αλλιώς, θα είχαν νόημα να χρησιμοποιηθούν τα εισαγωγικά μόνο από κάποιον  που θεωρεί πως το ρεύμα που θα περιγραφεί δεν είναι πραγματικά τροτσκιστικό, από όποιον θα ήθελε να χρησιμοποιήσει εδώ την ειρωνεία.  Όμως δεν είναι αυτή η άποψη των διαχειριστών της Redtopia, από όσο γνωρίζουμε ως τώρα.

Ο συντάκτης αυτών των γραμμών αποκαλύπτει, άθελά του, πως η σκέψη του δεν είναι εντελώς σαφής και ξεκάθαρη. Είναι ένα τυπικό σύμπτωμα που προδίδει τους  συγγραφείς  που δεν πατούν καλά πάνω στο υλικό τους. Όσοι δεν νιώθουν ασφαλείς για το ξετύλιγμα της σκέψης τους, όσοι έχουν ανάγκη να πείσουν πως τάχα έχουν πολλά περισσότερα να πουν από όσα προλαβαίνουν να καταγράψουν, αυτοί  καταλήγουν να χρησιμοποιούν τα εισαγωγικά σαν ψωμοτύρι στα γραπτά τους.

Όμως το μικρό συντακτικό παραπάτημα του συντάκτη της Redtopia δεν είναι ούτε καν πταίσμα μπροστά σε ό,τι ακολουθεί. Το κείμενο Κι άλλα χρόνια για την ακρίδα του Χίγκινς δεν ξέρεις πραγματικά από πού να  το πιάσεις.

Εκ κόρακος κρα

Πιστεύουμε πως πολύ δύσκολα θα μπορούσε το πόνημα που μεταφράστηκε στο Redtopia να «ανοίξει τη συζήτηση γύρω από την κριτική ανασκόπηση» οποιουδήποτε ζητήματος. Πόσο μάλλον της ιστορίας του τροτσκιστικού κινήματος. Διότι εκ κόρακος κρα.

Το βιβλίο του Χίγκινς αποτελεί μια απίστευτα πλούσια συλλογή από αναξιοπρεπείς επιθέσεις και μικροκακίες σε βάρος των σημαντικότερων πρωταγωνιστών του βρετανικού τροτσκιστικού κινήματος στις δεκαετίες ’40 έως ΄70. Κύριος στόχος του είναι η προσωπικότητα του Τόνι Κλιφ. Πρόκειται για τον συγγραφέα του κλασικού μαρξιστικού έργου Κρατικός Καπιταλισμός στη Ρωσία και ιδρυτή του ρεύματος του Διεθνούς Σοσιαλισμού μέσα στην παγκόσμια επαναστατική Αριστερά.

Ο Τόνι Κλιφ, δια χειρός Χίγκινς, ζωγραφίζεται ως μια καρικατούρα. Έχουμε εδώ  ένα ανυπόφορο νευρόσπαστο, έναν κουραστικό πολυλογά, έναν τύπο που η μόνη του σχέση με την εργατική τάξη ήταν «τρία μεροκάματα που έκανε στην Παλαιστίνη», σύμφωνα με τον συγγραφέα μας. Λογικά, μια τέτοια φιγούρα, όπως παρουσιάζεται εδώ ο Τόνι Κλιφ, δεν θα μπορούσε να συσπειρώσει γύρω του ούτε μια παρέα ξέμπαρκων απόκληρων. Πόσο μάλλον μια διεθνή οργάνωση με αρκετές χιλιάδες μέλη στην ίδια τη Βρετανία.

Αλλά και οι υπόλοιποι ηγέτες στο βρετανικό τροτσκιστικό ρεύμα δεν παρουσιάζονται με καλύτερα χρώματα. Ο Τζέρυ Χίλυ, ιδρυτής της Διεθνούς Επιτροπής για την Τέταρτη Διεθνή, σκιαγραφείται ως κοινός τραμπούκος, βγαλμένος από οπερέτα τρίτης διαλογής και επικεφαλής μιας συμμορίας καταγέλαστων κουτσαβάκηδων. Το «πώς τολμάς να μιλάς όταν εγώ σε διακόπτω» είναι η φράση του που υπογραμμίζει ο Τζιμ Χίγκινς σχεδόν σε κάθε πέρασμα του Χήλυ από τις σελίδες του βιβλίου.

Ο Τεντ Γκραντ, σημαντικός μαρξιστής συγγραφέας και ιδρυτής δύο διεθνών επαναστατικών οργανώσεων, της CWI αρχικά και μετά της Διεθνούς Μαρξιστικής Τάσης, εμφανίζεται στο βιβλίο ως ένας ανιαρός άνθρωπος, μια ολότελα γκρίζα φιγούρα, που οικοδόμησε μια ολόκληρη διεθνή οργάνωση κατ’ εικόνα και ομοίωσή του, αποτελούμενη από στελέχη μονότονα, μονόχνωτα και βαρετά.

Ο Τεντ Γκραντ κάνει σύντομες εμφανίσεις σε αρκετά κεφάλαια στο βιβλίο του Χίγκινς. Όμως το μόνο συγκεκριμένο πράγμα που μαθαίνουμε για αυτόν είναι πως ο σύντροφος ήταν απαράδεκτα κακός πωλητής επαναστατικών εφημερίδων. Σε κάθε πολιτική ή κινηματική συνάντηση ο Γκραντ εμφανιζόταν κρατώντας ένα μάτσο επαναστατικά έντυπα, όμως από τη νευρικότητα και την ατζαμοσύνη του τα τσαλάκωνε σε λίγη ώρα: Αν τυχόν έκανες το λάθος να αγοράσεις κάποιο έντυπο από τα χέρια του, ήταν αδύνατο μετά να το διαβάσεις.

Και αυτό είναι όλο και όλο που μαθαίνουν οι αναγνώστες και οι αναγνώστριες του Τζιμ Χίγκινς για την ιστορική φιγούρα του επαναστάτη Τεντ Γκραντ.    

Αυτή είναι η στάση του Χίγκινς απέναντι στις κύριες πολιτικές προσωπικότητες της ιστορίας του βρετανικού τροτσκισμού. Και φυσικά δεν θα μπορούσε να είναι επιεικέστερος απέναντι στους σημαντικούς συγγραφείς του επαναστατικού μαρξισμού της επόμενης γενιάς. Έτσι, ο πολυγραφότατος Κρις Χάρμαν εμφανίζεται στις σελίδες του βιβλίου του Χίγκινς ως ένα κούφιο ανθρωπάκι, μια μαριονέτα στα χέρια του Τόνι Κλιφ. Ταυτόχρονα ως διανοούμενος ο Κρις Χάρμαν αποδίδεται ως τσαρλατάνος. Ο Χίγκινς τον συγκρίνει ανοιχτά με τον διαβόητο σταλινικό κομπογιαννίτη Λυσένκο που είχε αναλάβει να «διορθώσει» την επιστήμη της Βιολογίας σύμφωνα με τις ντιρεκτίβες του Πολιτικού Γραφείου του Στάλιν.

Σε κάποιο σημείο του βιβλίου του ο Χίγκινς μεγαλόκαρδα δέχεται πως ο Χάρμαν, παρ’ όλες τις τεράστιες -κατά τον συγγραφέα μας- ελλείψεις του, θα μπορούσε ακόμη και να αποδειχτεί άξιος να γίνει επαγγελματίας επαναστάτης. Όμως, πάλι σύμφωνα με τον Χίγκινς, ο Χάρμαν πρώτα θα έπρεπε «να κάνει πέντε χρόνια μεροκάματο» για να μπορεί μετά να μιλάει και να γράφει για την εργατική τάξη. Και αυτό το ξεδιάντροπο αφ’ υψηλού υφάκι, απέναντι σε  επαναστάτες αφοσιωμένους μια ολόκληρη ζωή στο εργατικό κίνημα, διατρέχει όλα τα κεφάλαια του βιβλίου.

Για τον Πωλ Φουτ, διανοούμενο, ιστορικό και επαγγελματικό στέλεχος του SWP, τον άνθρωπο που έγραψε το εμβληματικό βιβλίο Ο Κόκκινος Σέλλευ εντάσσοντας τον Άγγλο ποιητή στην επαναστατική ρομαντική παράδοση, μαθαίνουμε πως ήταν κι αυτός μόνιμο υποχείριο του ηγέτη του SWP, επειδή «το έντερό του δεν άντεχε την πίεση του Τόνι Κλιφ» – ό,τι και να σημαίνει αυτή η ατυχής έκφραση.

Αλλά καμιά φιγούρα επαναστάτη στο βιβλίο του Χίγκινς δεν παρουσιάζεται τόσο γκροτέσκα και γελοία όσο ο ίδιος ο Τόνι Κλιφ. Ο Χίγκινς τον λοιδορεί για το ταπεραμέντο του, την πληθωρική προσωπικότητά του, τις πολιτικές πρωτοβουλίες του, ακόμη και για τη βαριά εβραϊκή προφορά του στα αγγλικά. Ο Κλιφ παρουσιάζεται να κάνει τις πρώτες του στρατολογίες, στην Παλαιστίνη στην αρχή και κατόπιν στην Αγγλία, μόνο επειδή μιλάει στους ανθρώπους ασταμάτητα, για εικοσιτετράωρα ολόκληρα. Τα θύματά του Τόνι Κλιφ κάποια στιγμή καταρρέουν και υποκύπτουν στην απαίτησή του να γίνουν μέλη της επαναστατικής οργάνωσης.

Έτσι, στις πρώτες σελίδες του βιβλίου διαβάζουμε την αφήγηση της Χάνι (και όχι Τσάνι, όπως ατυχώς αποδόθηκε από τη μετάφραση) Ρόζενμπεργκ που παρουσιάζει με έντονο σαρκασμό το πόσο πολλές ώρες της μιλούσε -ο πολύ νεαρός τότε- Τόνι Κλιφ στην Παλαιστίνη, αρχές της δεκαετίας του ‘40, για να την πείσει να γίνει τροτσκίστρια επαναστάτρια. 

Αυτό που σχηματίζει ως εντύπωση το αναγνωστικό κοινό είναι πως εδώ έχουμε ακόμη μια μαρτυρία από πρώτο χέρι για τον ανυπόφορο και φορτικό χαρακτήρα του Κλιφ.

Όμως υπάρχει κάτι που παρέλειψε να σημειώσει ο συγγραφέας: Η Χάνι δεν στρατολογήθηκε απλώς ως μέλος του πυρήνα της Τετάρτης Διεθνούς στην Παλαιστίνη. Έγινε και η συντρόφισσα της ζωής του Τόνι Κλιφ για παραπάνω από έξι δεκαετίες, μέχρι τον θάνατό του. Και οι δυο τους διέθεταν έναν ιδιαίτερο αυτοσαρκασμό κάθε φορά που αναφέρονταν δημόσια στους εαυτούς τους. Το ίδιο και όταν μιλούσαν ο ένας για τον άλλον μπροστά σε κοινό. Αυτό μπορεί να το βεβαιώσει όποιος έχει γνωρίσει -έστω και ελάχιστα- από κοντά τον Τόνι Κλιφ και τη Χάνι.

Έτσι λοιπόν η Χάνι περιγράφει σ’ αυτή τη σκηνή όχι μόνο τη στρατολογία της στην επαναστατική Αριστερά αλλά και το φλερτ του νεαρού επαναστάτη προς την ίδια, χρησιμοποιώντας το σκώμμα εκεί που άλλοι θα ζωγράφιζαν ρομαντικά άνθη και καρδούλες. 

Αυτόν τον ιδιαίτερο σαρκασμό της Χάνι παίρνει κατά λέξη ο Χίγκινς και τον ποτίζει με άφθονο δηλητήριο. Αλλά είναι πολύ χαμηλό το χτύπημα. Και δυστυχώς είναι τυπικό για τη μέθοδο του Χίγκινς απέναντι στην προσωπικότητα του Τόνι Κλιφ. 

Η Χάνι Ρόζεμπεργκ
με τον σύντροφό της Τόνι Κλιφ

«Δεν είχες τίποτα να πεις, κύριε. Γιατί ηνώχλησες τις λέξεις; Γιατί τις ηνώχλησες;»

(Κ. Μόντης)

Δυσκολευόμαστε να καταλάβουμε τι χρήσιμο και ενδιαφέρον θα μπορούσε το αναγνωστικό κοινό να αποκομίσει  από αυτή τη συρραφή επεισοδίων απύθμενης εμπάθειας και συμπυκνωμένης κακεντρέχειας. Φαίνεται αδιανόητο πως κάποιοι σύντροφοι στο Κόκκινο Νήμα ξόδεψαν τόσο χρόνο για να μεταφράσουν στα ελληνικά αυτό το πράγμα. Πολιτικές εκτιμήσεις ουσιαστικά δεν υπάρχουν πουθενά μέσα στο βιβλίο του Χίγκινς. Και δύσκολα θα μπορούσαν να υπάρξουν.

Οι πρωταγωνιστές της επαναστατικής Αριστεράς στη Βρετανία παρουσιάζονται ως ένα μάτσο γελοίες προσωπικότητες που ηγούνται του κινήματος, μόνο επειδή έχουν την ανάγκη να ποδηγετούν ανθρώπους για να νιώσουν σημαντικοί. Άρα και η  κριτική του συγγραφέα σ’ αυτούς γίνεται σε απολίτικο πλαίσιο. Διότι το όλο πρόβλημα των συγκρούσεων και των διασπάσεων μέσα στις επαναστατικές οργανώσεις παρουσιάζεται ως ψυχολογική ιδιοτροπία κάποιων ανερμάτιστων ηγετίσκων. 

Εδώ αξίζει να ρίξουμε φως πάνω στον ίδιο τον συγγραφέα, που αναλαμβάνει εργολαβικά τον ρόλο του εισαγγελέα απέναντι στη βρετανική επαναστατική Αριστερά. Θα επιχειρήσουμε να τον παρουσιάσουμε χωρίς να τον μιμηθούμε στη μέθοδό του. Έχει σημασία να προσπαθήσουμε, όσο μπορούμε, να αποδώσουμε τον άνθρωπο και όχι τη γελοιογραφία του: 

Ο Τζιμ Χίγκινς, υπήρξε γέννημα της αγγλικής εργατικής τάξης και οργανωμένο μέλος, από τα εφηβικά του χρόνια, στο ΚΚ της χώρας. Αρκετά νέος εγκατέλειψε τον σταλινισμό για να ενταχθεί στην επαναστατική Αριστερά. Πέρασε πρώτα από την ομάδα του Τζέρυ Χίλυ για να καταλήξει αρκετά σύντομα ως κεντρικό στέλεχος των Διεθνών Σοσιαλιστών, της πολιτικής οργάνωσης που εξελίχθηκε στο SWP.

Στα μέσα της δεκαετίας του ‘70 ο Τζιμ Χίγκινς ηγήθηκε μιας ομάδας μέσα στο SWP που ήρθε σε ρήξη με τον Τόνι Κλιφ. Η ομάδα του Χίγκινς έσπασε από το SWP και ακολούθησε μια βραχύβια ανεξάρτητη πορεία για να σκορπίσει πολύ γρήγορα στους τέσσερις ανέμους. Σύντομα ο Χίγκινς ακολούθησε καριέρα επαγγελματία δημοσιογράφου μέχρι το τέλος της ζωής του.

Στην ιστοσελίδα Marxist Internet Archive βρίσκονται καταχωρημένα -στα αγγλικά- όλα τα δημόσια κείμενα που έγραψε στη διάρκεια της ζωής του ο Τζιμ Χίγκινς. Μαζί και το έργο που κρίνουμε εδώ, το οποίο κυκλοφόρησε σε βιβλίο το 1997 στη Βρετανία, πάνω από 20 χρόνια μετά από τη ρήξη του συγγραφέα με το SWP.

Η εκτίμησή μας είναι πως ο Χίγκινς διαθέτει πάρα πολλές εγκυκλοπαιδικές γνώσεις και μια δυνατή πένα δημοσιογράφου. Από την άλλη πλευρά, ακόμη και στα καλύτερα κείμενά του, εκτιμούμε πως ο συγγραφέας αυτός δύσκολα καταφέρνει να προσδώσει βάθος στην πολιτική του ανάλυση. Μοιάζει σαν να φοβάται να καταλήξει σε συμπεράσματα. Σαν να νιώθει αβέβαιος να σταθεί γερά πάνω στο έδαφος της θεωρίας. 

Όμως, είναι φανερό πως ο Χίγκινς είναι πραγματικά φιλαναγνώστης. Αγαπά να παραθέτει στα γραπτά του αξιόλογους συγγραφείς και συχνότερα όλων τον Σαίξπηρ. Και σε όλα τα κείμενά του γίνεται σαφές πως ο δημιουργός τους διαθέτει πνεύμα. Και μάλιστα πολύ πάνω και από τις καλύτερες και αναγνωρισμένες πένες της δημοσιογραφίας.   

Όμως, αυτό που αποτελεί το πιο δυνατό σημείο του Τζιμ Χίγκινς καταλήγει να αποδειχτεί και το καρφί από όπου πιάνεται και ξηλώνεται όλο του το έργο. Ο Ναπολέοντας έγραφε πως το πνεύμα είναι αποδεκτό μονάχα όταν συνδυάζεται με χαρακτήρα. «Χρειάζεται πάντα μια βάση ανάλογη με το ύψος», παρατηρούσε. Και συγχωρούσε στους αξιωματικούς του την έλλειψη πνεύματος. Αλλά ποτέ την έλλειψη χαρακτήρα.

Ένα από τα ιστορικά στελέχη του SWP που εδώ και αρκετά χρόνια έχει αποχωρήσει από την οργάνωση, ο Ίαν Μπέρτσαλ, έχει περιγράψει επιγραμματικά το τι σημαίνει στην περίπτωσή μας η έλλειψη χαρακτήρα: «Η μόνη διαφορά ανάμεσα στον  Τόνι Κλιφ και στον Χίγκινς που έχει σημασία είναι πως, αν ο  Κλιφ θα ήταν αυτός που θα έχανε την οργάνωσή του από τον Χίγκινς, θα μάζευε ό,τι θα μπορούσε να σωθεί και θα επιχειρούσε να ξανασφυρηλατήσει μια επαναστατική οργάνωση από την αρχή. Δεν θα περνούσε 20 χρόνια μνησικακώντας και αναμασώντας το πόσο τον είχαν αδικήσει στη διάσπαση». 

«Χτίζεις στην άμμο. Και χτίζοντας και ξαναχτίζοντας, μεταμορφώνεις την άμμο σε βράχο»

(Χόρχε Λουίς Μπόρχες)

Η ιστορία του ρεύματος του Διεθνούς Σοσιαλισμού  έχει πραγματικά νόημα να εξεταστεί κριτικά και χωρίς επιείκεια. Επειδή, παρά τις αναμφισβήτητες επιτυχίες του, αυτό το ρεύμα χρεώνεται με αξιοσημείωτες υποχωρήσεις. Όπως τη φοβερή κρίση που πέρασε το SWP στη Βρετανία το 2013 και την πρόσφατη κατάρρευση και αυτοδιάλυση της βορειοαμερικάνικης οργάνωσης ISO, που προέρχεται από το ίδιο ιδεολογικό  ρεύμα. Έχει σημασία από αυτές τις πανωλεθρίες να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα για τους επαναστάτες και τις επαναστάτριες του σήμερα και του μέλλοντος, στη Βρετανία και σε όλον τον κόσμο.

Όμως θα πρέπει να τοποθετήσουμε όσο γίνεται καλύτερα τους πρωταγωνιστές του δράματος μέσα στην εποχή τους και στις μάχες που είχαν να δώσουν. Να τους αποδώσουμε αδρά, όχι να τους μουντζουρώσουμε. Και θα πρέπει να καταφέρουμε να μιλήσουμε για την περιπέτεια των ιδεών, για το πώς διαμορφώθηκε η θεωρία του κρατικού καπιταλισμού του Τόνι Κλιφ, ποιες ανάγκες επιχείρησε να καλύψει και πόσο το κατάφερε.

Αυτό είναι έργο δύσκολο, που μόνο πολύ πρόχειρα και βιαστικά μπορούμε να σκιτσάρουμε σε αυτό το άρθρο.

Όμως, δεν ζητάμε την επιείκεια των αναγνωστ(ρι)ών. Ας κριθούμε σκληρά για ό,τι καταφέρουμε να περιγράψουμε εδώ. Και ας είναι, οι κριτικές αυτές, η αφετηρία μιας σοβαρότερης συζήτησης για την ιστορία και τη θεωρία μας. Σ’ αυτό προσδοκούμε και γι’ αυτό δοκιμάζουμε να καταθέσουμε τη σκέψη μας.

Ο Τόνι Κλιφ γεννήθηκε στην Παλαιστίνη την τρομερή χρονιά της ρώσικης επανάστασης, το 1917. Το πραγματικό του όνομα ήταν Γιγκαέλ Γκλουκστάϊν. Το Τόνι Κλιφ ήταν ένα από τα πολλά ψευδώνυμα που μεταχειρίστηκε στην επαναστατική και φιλολογική του δουλειά. Ανήκε σε οικογένεια εβραίων μεταναστών από την Πολωνία. Μια σειρά συγγενείς του εξελίχθηκαν σε ηγετικά στελέχη του σιωνισμού. Ο ίδιος ήταν το μαύρο πρόβατο που έσπασε νωρίς από όλες τις σιωνιστικές παραδόσεις.   

Ο νεαρός Γιγκαέλ έγινε στα 16 του ο πρώτος οργανωμένος τροτσκιστής στην Παλαιστίνη. Ήταν το 1933, η χρονιά που ανέβηκαν στην εξουσία οι Ναζί στη Γερμανία. Ο Γιγκαέλ επί 14 χρόνια θα παλέψει φρενιασμένα για να σφυρηλατήσει μια μικρή επαναστατική οργάνωση. Ως το 1947 το τμήμα της 4ης Διεθνούς στην Παλαιστίνη θα έχει καταφέρει να διαθέτει 30 μόλις οργανωμένα μέλη, Εβραίους αλλά και Άραβες. Αλλά θα είναι η μόνη διεθνιστική οργάνωση μέσα σε όλη τη χώρα με μέλη και από τις δύο εθνικές κοινότητες. Ακόμη και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Παλαιστίνης θα καταλήξει να διασπαστεί σε δυο κόμματα, όπου το ένα θα συγκεντρώσει τους Εβραίους και το άλλο τους Άραβες σταλινικούς.

Το 1947, με την αποχώρηση του αγγλικού στρατού κατοχής, η Παλαιστίνη γίνεται το θέατρο άγριων μαχών και εθνοκάθαρσης των Αράβων από τις σιωνιστικές δολοφονικές πολιτοφυλακές. Το κράτος του Ισραήλ ιδρύεται πάνω στα εδάφη μιας χώρας, της οποίας όλοι σχεδόν οι Άραβες κάτοικοι μετατρέπονται σε πρόσφυγες. Μαζί τους και δυο Εβραίοι διεθνιστές, ο Γιγκαέλ με τη συντρόφισσά του Χάνι Ρόζενμπεργκ.

Ο Τόνι Κλιφ δεν έπαψε ποτέ στη ζωή του να είναι παθιασμένος αντίπαλος του σιωνιστικού κράτους του Ισραήλ. Όταν κάποιες φορές χρειαζόταν να δηλώσει την εθνική του ταυτότητα έλεγε σταθερά: «Είμαι Παλαιστίνιος, εβραϊκής καταγωγής».

Από το 1947 η Χάνι και ο Γιγκαέλ εγκαθίστανται μόνιμα στην Αγγλία. Ο Γιγκαέλ μέχρι το τέλος της ζωής του θα παραμείνει ανιθαγενής, άτομο χωρίς συγκεκριμένη υπηκοότητα. Μάλιστα τον πρώτο καιρό της μετοίκησής του στη Βρετανία ο Γιγκαέλ θα απελαθεί από την αγγλική κυβέρνηση στην Ιρλανδία. Μόνο μετά από χρόνια θα  καταφέρει να σμίξει με τη Χάνι ξανά στο Λονδίνο.

Παρά τις δυσκολίες και τη μεγάλη φτώχεια που γνώριζαν, ο Γιγκαέλ και η Χάνι παρέμεναν σταθερά στρατευμένοι στην επανάσταση. Φτάνοντας στην Αγγλία οργανώθηκαν στο RCP, το Επαναστατικό Κομμουνιστικό Κόμμα, όπως λεγόταν η μεγαλύτερη τότε τροτσκιστική ομάδα στην Αγγλία, που διέθετε μόλις ελάχιστες εκατοντάδες μέλη. Σύντομα σχετικά θα βρεθούν από εκεί διωγμένοι, με μια μικροσκοπική ομάδα συντρόφων και συντροφισσών, επειδή ασκούσαν κριτική στη γραμμή της 4ης Διεθνούς ως συμφιλιωτική απέναντι στον σταλινισμό.

Η ολιγομελής ομάδα θα επιβιώσει και θα μεγαλώσει, μετονομαζόμενη το 1962 στους Διεθνείς Σοσιαλιστές. Πρόκειται για πολιτική οργάνωση που συσπειρώνει πια εκατοντάδες μέλη. Θα εξελιχθεί αργότερα στο SWP των χιλιάδων μελών, που εδώ και δεκαετίες διεκδικεί τα πρωτεία σε μέγεθος, μεταξύ των επαναστατικών οργανώσεων στη Βρετανία.

Πριν γίνει αναφορά στο τι νέο κόμιζε η νέα αυτή οργάνωση, αξίζει να φωτιστεί λίγο παραπάνω το πρόσωπο του Τόνι Κλιφ, του ιδρυτή της. Διότι ο Γιγκαέλ, από τη δεκαετία του ’50, μέσα στην επαναστατική Αριστερά της Αγγλίας είναι πια ο Τόνι Κλιφ. Και έτσι υπογράφει πλέον τα κείμενά του.

Τόνι Κλιφ

«Όλα τα πράγματα είναι έτοιμα, αν το μυαλό μας είναι έτοιμο».

(«Ερρίκος 5ος», Σαίξπηρ).

Ο Τόνι Κλιφ δεν ήταν απλώς μια προσωπικότητα έξω από τα συνηθισμένα. Δεν έχουμε εδώ μονάχα έναν εξαιρετικά επίμονο και χαρισματικό άνθρωπο, αφιερωμένο στη σοσιαλιστική επανάσταση, που δεν το βάζει κάτω στα δύσκολα. Υπήρξε ένα καθοριστικό πρόβλημα υγείας που ταλαιπωρούσε από τη γέννησή του τον Τόνι Κλιφ, πρόβλημα που συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του.

Ο Κλιφ γεννήθηκε με μια σοβαρή καρδιακή δυσλειτουργία. Η πρόβλεψη των γιατρών ήταν πως το μικρό παιδί δεν θα καταφέρει να επιβιώσει μέχρι να φτάσει τα 17 του χρόνια. Και σύστηναν για το υπόλοιπο της ζωής του αυστηρή δίαιτα, πολλά φρούτα και μια ήσυχη, αποτραβηγμένη ζωή, χωρίς προβλήματα και εντάσεις.

Όταν ο Κλιφ έφτασε τα 17, ήταν ήδη στρατευμένος επαναστάτης στην Τέταρτη Διεθνή και η πρόβλεψη των γιατρών ήταν πως δεν θα καταφέρει να φτάσει ως τα τριάντα του. Τελικά, ο Τόνι Κλιφ έφυγε πλήρης ημερών, στα 83 του χρόνια στο Λονδίνο. Μέχρι τέλους πρόσεχε να τρώει λίγο και υγιεινά. Βοηθούσε σε αυτό πάρα πολύ η εξαιρετική φτώχεια, στην οποία έζησε για χρόνια, και η αυστηρή ζωή του επαγγελματία επαναστάτη.

Όμως ο Τόνι Κλιφ έζησε χωρίς να ακολουθήσει καμιά άλλη συμβολή των γιατρών εκτός από τη δίαιτα. Ακριβώς επειδή είχε συνηθίσει να περιμένει τον θάνατο κάθε φορά στην επόμενη στροφή, έδειχνε τεράστιο ενθουσιασμό για το θαύμα της ζωής και κάθε μέρα την άδραχνε γερά από τα μαλλιά. Αν θέλει κάποιος/α να καταλάβει ποια ήταν η πιο συνηθισμένη έκφραση του προσώπου του Τόνι Κλιφ θα πρέπει να σκεφτεί μικρά παιδιά στην πίσω θέση ενός αυτοκινήτου να κοιτάνε με δέος τη διαδρομή σε πρωτόγνωρα για αυτά μέρη.

Ο Κλιφ έμοιαζε συνεχώς σαν ένα παιδί που δεν χορταίνει να κοιτά τον κόσμο με  ορθάνοιχτα μάτια και να παθιάζεται με ό,τι είχε να κάνει εκείνη τη στιγμή μπροστά του. Υπερβολικά σοβαρός και ολότελα αστείος την ίδια στιγμή, εξαιρετικά εκφραστικός και πάντα περίεργος για καινούργια πράγματα και γνωριμίες. Αυτός ήταν ο Τόνι Κλιφ.

Αν έπρεπε να διασχίσει μια αίθουσα για να ανεβεί στο βήμα δεν θα τη διέσχιζε ποτέ ήσυχα και απλά, όπως το κάνουν οι περισσότεροι άνθρωποι. Θα έπαιρνε φόρα και θα έτρεχε για να ανεβεί, χαρούμενος σαν να είχε μόλις καταφέρει μια σκανδαλιά. Ή θα πλησίαζε στο βήμα χοροπηδώντας άτακτα από δω και από εκεί, όπως ακριβώς κάνουν τα παιδάκια.

Αν αντίθετα ήταν άλλος/η ο ομιλητής/ρια, τότε ο Τόνι Κλιφ θα έπαιρνε θέση στο ακροατήριο και θα παθιαζόταν να ακούει. Σε περίπτωση που διαφωνούσε με τα λόγια του ομιλητή θα έδειχνε με τις κινήσεις όλου του σώματός του την αντίρρησή του. Το ίδιο και τη συμφωνία του. Ακριβώς όπως αποδίδει ο Γούντι Άλλεν στις ταινίες του τους Εβραίους συγγενείς του στη Νέα Υόρκη, όταν κάνει αναφορές στην οικογένειά του.

Αυτή η χειμαρρώδης εκφραστικότητα του Τόνι Κλιφ είναι που έδωσε την αφορμή στον Χίγκινς να περιγράψει τον επαναστάτη ηγέτη σαν σκιάχτρο εν κινήσει, σαν μια ανοικονόμητη, φορτική και ανυπόφορη προσωπικότητα. Αλλά ο συγγραφέας αυτός, που ανέλαβε να μας κάνει τη γνωριμία του η ιστοσελίδα Redtopia, τόσο μόνο μπορούσε.  

Όμως, ήρθε η ώρα να επιχειρήσουμε να τοποθετηθούμε για το τι συγκεκριμένα συνέβαλε στη μαρξιστική θεωρία και στην παράδοση του Τρότσκι ο Τόνι Κλιφ και το ρεύμα του Διεθνούς Σοσιαλισμού. 

Τόνι Κλιφ

Η κληρονομιά του τροτσκισμού

Η σημασία του τροτσκιστικού ρεύματος στην Ιστορία της Αριστεράς ξεπερνά κατά πολύ το μέγεθός του. Ο τροτσκισμός δεν είναι μονάχα άλλη μια από τις πολλές και διάφορες εκδοχές της κομμουνιστικής Αριστεράς, που απλώς έχει εκείνες ή τις άλλες εμφάσεις και καταβολές.

Ο τροτσκισμός είναι ο μαρξισμός που όρθωσε το ανάστημά του απέναντι στη σταλινική γραφειοκρατία. Αυτό δεν ήταν απλά μια διαμάχη σε αμφιθέατρα και σε κομματικά συνέδρια. Οι τροτσκιστές αντιμετώπισαν τις Δίκες της Μόσχας, τα γκουλάκ στη Σιβηρία και τα εκτελεστικά αποσπάσματα. Και πλήρωσαν τεράστιο φόρο αίματος, μέσα και έξω από τη Ρωσία του Στάλιν.

Σήμερα, μετά την πανωλεθρία και την κατάρρευση των σταλινικών καθεστώτων, δεν μπορείς να μιλήσεις για την επανάσταση και τον σοσιαλισμό χωρίς να στηριχτείς στις ιδέες και στα γραπτά του Τρότσκι. Ο Ισαάκ Ντώυτσερ, βιογράφος του Τρότσκι, τον περιγράφει ως τον «νόμιμο διάδοχο του κλασικού μαρξισμού». Δεν υπάρχει η παραμικρή υπερβολή σε αυτή τη διατύπωση.  

Ο Τρότσκι διέσωσε τη μαρξιστική θεωρία από τον απόλυτο διασυρμό. Χωρίς αυτόν ο μαρξισμός θα είχε καταντήσει ιησουίτικη απολογητική της σταλινικής αντεπανάστασης. Θα ήταν το ευαγγέλιο, αλλά και η στολή παραλλαγής μιας τάξης παρασιτικής και άξεστης. Της τάξης που συνέτριψε την επανάσταση του Οκτώβρη του 1917 και έπνιξε στο αίμα την επαναστατική πρωτοπορία και όλη την εργατική τάξη στις Δίκες της Μόσχας.    

Βέβαια, όλα τα παραπάνω μοιάζουν φαιδρά και ολότελα άξια χλευασμού για τον Τζιμ Χίγκινς, τον συγγραφέα του λιβελλογραφήματος που εξετάζουμε. Για αυτόν ο τροτσκισμός είναι το ίδιο (τουλάχιστον) αποτυχημένος, όπως και ο σταλινισμός. Ο Χίγκινς δεν παραλείπει να ειρωνευτεί στο βιβλίο του τον Τρότσκι ξανά και ξανά για τις «προφητείες» του σε σχέση με την αναμενόμενη θυελλώδη ανάπτυξη της 4ης Διεθνούς.

Για τον Χίγκινς το τροτσκιστικό ρεύμα στο σύνολό του είναι συνώνυμο του φιάσκου. Διαβάζοντας το βιβλίο του θυμόμαστε τους αφορισμούς του Διονύση Σαββόπουλου: «Οι μειοψηφίες, τάγματα ξυπόλητα, σκαρφαλώνουν μέσα σε σκοτάδια απόλυτα».  

Ο Χίγκινς ψάχνει συνεχώς ευκαιρία να σαρκάσει τον Τρότσκι και όλο το τροτσκιστικό ρεύμα εν γένει. Έτσι για παράδειγμα στο τελευταίο, το 14ο κεφάλαιο του βιβλίου του, ειρωνεύεται όποιον πιστεύει πως οι συλλογικότητες που ίδρυσαν την 4η Διεθνή στο Παρίσι το 1938 διέθεταν πράγματι εν συνόλω 6.000 μέλη.

Όσον αφορά τους αριθμούς, βεβαίως ο Χίγκινς έχει δίκιο. Είναι αμφίβολο αν τα συνολικά μέλη των οργανώσεων που συναποτέλεσαν την 4η διέθεταν -τις μέρες του ιδρυτικού συνεδρίου- έστω και 3.000 πραγματικά μέλη σε όλη την υφήλιο. Όμως, τι νόημα έχει τόση εμμονή να βρει ο συγγραφέας κάτι να χλευάσει και να μειώσει;  

Πέρα πάντως από τις χοντροκοπιές και τις ειρωνείες του Χίγκινς, πράγματι το τροτσκιστικό ρεύμα στη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο περίοδο βρέθηκε μπροστά σε μεγάλη κρίση.   

«Ποτέ δεν λες η μοίρα πως σε αδίκησε, μα μόνο η Ιστορία αλλιώς σου μίλησε»

Όταν δολοφονήθηκε ο Τρότσκι, η ολιγάριθμη οργάνωση της 4ης Διεθνούς έμεινε με τις γραπτές παρακαταθήκες του εμπνευστή της. Όμως δεν ήταν εύκολο να αντιμετωπίσει μόνο με αυτές τη σκληρή πραγματικότητα που είχε προκύψει από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο μεταπολεμικός κόσμος δεν είχε καμία σχέση με τις προβλέψεις του Τρότσκι.

Η Ρωσία του Στάλιν δεν είχε καταρρεύσει ούτε από τα δεξιά, εξαιτίας της κοινωνικής αντεπανάστασης, ούτε από τα αριστερά, εξαιτίας της πολιτικής επανάστασης της εργατικής τάξης, σύμφωνα με την κλασική τροτσκιστική διατύπωση. Αντίθετα, ο σταλινισμός επεκτάθηκε και σε μια σειρά άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Σε λίγο θα ακολουθήσει η κινέζικη επανάσταση, η βιετναμέζικη και η κουβανική. Παντού θα τεθούν επικεφαλής σταλινικά κόμματα, που θα φτάσουν στην εξουσία με την εργατική τάξη απαθή και στο περιθώριο των γεγονότων. Ακολουθώντας την τροτσκιστική ορθοδοξία, αυτά τα καθεστώτα θα έπρεπε να είναι κάποιου είδους «εκφυλισμένα» ή «παραμορφωμένα εκ γενετής» εργατικά κράτη.

Αλλά μπορούσαν να υπάρξουν κάποιας μορφής εργατικά κράτη, έστω και «παραμορφωμένα», χωρίς τη δράση της εργατικής τάξης; Και, αν ο σταλινισμός μπορούσε να καθοδηγήσει επαναστάσεις, έστω με γραφειοκρατικό και κακό τρόπο, τότε τι χρειαζόταν η ανεξάρτητη δράση της εργατικής τάξης και η ξεχωριστή οργάνωση της 4ης Διεθνούς; Και αν η Ιστορία χρησιμοποιεί ως υποζύγιο και όχι ως καταλύτη τις εργατικές μάζες, τότε δεν είναι λάθος από τη βάση της όλη η θεωρία του μαρξισμού που ισχυρίζεται πως «η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας»;

Έτσι, οι επίγονοι του Τρότσκι βρέθηκαν μπροστά σε ερωτήματα και διλήμματα, που απαιτούσαν γενναία επανεξέταση των συμπερασμάτων του εμπνευστή τους και γενικότερα μια σοβαρή στάση απέναντι στη μαρξιστική θεωρία.

Οι περισσότερες από τις ομαδοποιήσεις που προέκυψαν μέσα από τους κόλπους της 4ης Διεθνούς διέσωσαν, άλλη λιγότερα κι άλλη περισσότερα, στοιχεία της τροτσκιστικής παράδοσης, αλλά σπάνια κατάφεραν να κρατήσουν «την καρδιά και το μυαλό» του Τρότσκι. Ο ίδιος, όσο ζούσε, συχνά επανεξέταζε τις θεωρίες του και δεν δίσταζε να πετάξει στην άκρη συμπεράσματα και εικασίες που δεν είχαν δικαιωθεί από την πραγματικότητα.

Και το ζήτημα πάνω στο οποίο κάθε λίγα μόλις χρόνια ο Τρότσκι άλλαζε ριζικά άποψη, ήταν αυτό της φύσης της σταλινικής γραφειοκρατίας. Επρόκειτο για καινούργιο κοινωνικό φαινόμενο, που πρώτος ο Τρότσκι επιχείρησε την ανατομή του με τα εργαλεία του μαρξισμού. Και ενώ στην αρχή της κόντρας του με τον σταλινισμό επιχειρηματολογούσε πως το γραφειοκρατικό καθεστώς μπορούσε να μεταρρυθμιστεί ειρηνικά και το κομμουνιστικό κόμμα να κερδηθεί ξανά από τα μέλη του, ο Τρότσκι κατέληξε στα τελευταία χρόνια της ζωής του να επιμένει πως ο σταλινισμός θα ανατραπεί από την εργατική τάξη μόνο με τη βία και με ανεξάρτητη -και παράνομη- επαναστατική καθοδήγηση.

Ο ίδιος ο Τρότσκι πίστευε πως ο απόλυτος και τελικός κριτής της φύσης του σταλινικού καθεστώτος θα είναι ο επερχόμενος πόλεμος. Ο πόλεμος ήρθε και ανέτρεψε ολοκληρωτικά τις προβλέψεις του ιδρυτή της 4ης Διεθνούς. Μπορούσε το καθήκον της εξαγωγής συμπερασμάτων από τη συγκλονιστική αυτή δοκιμασία να περιμένει;

Η ίδια η κεντρική θέση του Τρότσκι για τη φύση του σταλινικού καθεστώτος θα έπρεπε να επανεξεταστεί εκ θεμελίων. Αυτό θα έκανε και ο ίδιος, αν ζούσε. Όσο και αν η ισχυρογνωμοσύνη είναι συχνά χαρακτηριστικό των αρχηγών, ο Τρότσκι δεν καταδεχόταν ποτέ να μπει στο δίλημμα «ή στραβός είναι ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε». Σαν καλός καπετάνιος προτιμούσε να επανεξετάζει ξανά και ξανά την πορεία του, παρά να ρίξει το πλοίο στα βράχια.

Εδώ ακριβώς είναι που μια σειρά αγωνίστ(ρι)ες του τροτσκιστικού ρεύματος επιχείρησαν να διασώσουν τον τροτσκισμό εξετάζοντας κριτικά τη θεωρία του Τρότσκι για το εκφυλισμένο εργατικό κράτος στη Ρωσία. Και κάποιοι/ες κατέληξαν νωρίς στην εκτίμηση πως η σταλινική Ρωσία και τα κράτη-δορυφόροι της Ανατολικής Ευρώπης είναι ξεκάθαρα κράτη κρατικοκαπιταλιστικά. Και άρα, αυτό που θα πρέπει να γίνει είναι εργατική κοινωνική επανάσταση σε Ανατολή και Δύση.

Η πρώτη συντρόφισσα που κατέληξε σε αυτά τα συμπεράσματα ήταν η Ναταλία Σέντοβα, η συντρόφισσα της ζωής του Τρότσκι. Η Ναταλία αποχώρησε από την 4η Διεθνή με ένα συγκλονιστικό κείμενο, το οποίο έχουμε ήδη δημοσιεύσει στην ιστοσελίδα μας (https://kokkini.org/2019/09/03/%ce%bd%ce%b1%cf%84%ce%b1%ce%bb%ce%b9%ce%b1-%cf%83%ce%b5%ce%bd%cf%84%ce%bf%ce%b2%ce%b1-%ce%b7-%cf%80%ce%bf%ce%bb%ce%b5%ce%bc%ce%af%cf%83%cf%84%cf%81%ce%b9%ce%b1-%cf%80%ce%bf%cf%85-%ce%b1%ce%b3%ce%b1/) Λίγο μετά την αποχώρησή της, θα διατυπώσει την άποψη πως η Ρωσία του Στάλιν είναι κρατικός καπιταλισμός. 

Επίσης, στις ΗΠΑ ανάλογη άποψη εξέφρασαν οι συγγραφείς της Επαναστατικής Αριστεράς  Ράγια Ντουναγιέφσκαγια και C.L.R. James.

Τέλος, ανάλυση σε παρόμοιο μήκος κύματος επεξεργάστηκε ο Τόνι Κλιφ και η μικρή ομάδα του που αποσπάστηκε από την «ορθόδοξη» αγγλική τροτσκιστική οργάνωση.

Όμως, από όλες αυτές τις προσπάθειες η μόνη που κατέληξε σε σφυρηλάτηση σοβαρής πολιτικής οργάνωσης με διεθνή ανάπτυξη και παράδοση ήταν αυτή του Τόνι Κλιφ και της τάσης του Διεθνούς Σοσιαλισμού.

Δίπλα στη θεωρία του κρατικού καπιταλισμού ο Τόνι Κλιφ και οι σύντροφοί του διαμόρφωσαν τη θεωρία της διαθλασμένης διαρκούς επανάστασης, επιχειρώντας να επικαιροποιήσουν την ανάλυση του Τρότσκι για τη διαρκή επανάσταση στον Τρίτο Κόσμο. Και τέλος, επεξεργάστηκαν τη θεωρία της διαρκούς οικονομίας των όπλων, για να εξηγήσουν την περίπου 30χρονη διαρκή ανάπτυξη του καπιταλισμού και την έλλειψη οικονομικών κρίσεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο, στην περίοδο μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο.    

Οι Διεθνείς Σοσιαλιστές του Τόνι Κλιφ, μέσα στη Βρετανία και διεθνώς, κατάφεραν να φτιάξουν οργανώσεις που άντεξαν ως τώρα την απομόνωση και στρατολόγησαν μια σειρά αγωνιστές και αγωνίστριες, δίνοντάς τους όραμα και σοβαρή ανάλυση.

Και ήρθε η δίνη της δεκαετίας του ‘90. Τότε, ολόκληρος ο κόσμος της Αριστεράς στην υφήλιο γλιστρούσε στην παραίτηση και την απάθεια, απελπισμένος από τη διάλυση της ΕΣΣΔ και των σταλινικών καθεστώτων. Μαζί τους και οι δυνάμεις της οργανωμένης Αριστεράς. Με μία εξαίρεση: τις οργανώσεις που ακολουθούσαν το ρεύμα του Διεθνούς Σοσιαλισμού.

Με μια αισιοδοξία που πολλές φορές φάνταζε γραφική και απλοϊκή, οι οργανώσεις αυτές θύμιζαν τα μικρά παιδιά στο παραμύθι του Άντερσεν Τα καινούρια ρούχα του βασιλιά. Φώναζαν παντού πως «Ο βασιλιάς είναι γυμνός», πως τα σταλινικά καθεστώτα που κατέρρευσαν ήταν κρατικοί  καπιταλισμοί, πως δυσφημούσαν το όνομα του σοσιαλισμού στην παγκόσμια εργατική τάξη. Και πως, από την κατάρρευσή τους, η πάλη για επανάσταση και σοσιαλισμό μόνο να κερδίσει μπορεί.

Και έτσι, αυτές οι οργανώσεις πήραν μαζί τους και μια σειρά απογοητευμένους/ες πρώην μαχήτ(ρι)ες της σταλινικής Αριστεράς, τους ξαναέστησαν στα πόδια τους πολιτικά και τους έδωσαν ξανά πίσω την πίστη στην υπόθεση της σοσιαλιστικής επανάστασης. Μεταξύ αυτών, στην Ελλάδα υπήρξε και ο συντάκτης τούτων εδώ των γραμμών.

Όμως, οι οργανώσεις της παράδοσης του Τόνι Κλιφ δεν ξεπέρασαν όλα τα προβλήματα.

Το ρεύμα του Διεθνούς Σοσιαλισμού, παρά τα επιτεύγματά του, δεν κατάφερε παρά ελάχιστα να ξεπεράσει το στάδιο, στο οποίο βρίσκονται λίγο-πολύ όλες οι οργανώσεις της επαναστατικής Αριστεράς παγκοσμίως. Δεν έπαψαν να είναι οργανώσεις γενικής προπαγάνδας και κριτικής της δράσης της ρεφορμιστικής και σταλινικής αριστεράς. Και δεν κατάφεραν να γίνουν οι ίδιες οι οργανωτές της εργατικής οργής και της πάλης των μαζών, έστω και μειοψηφικά.    

Κατά τη γνώμη μας, από εδώ προέρχονται -σε πολύ μεγάλο βαθμό- οι κακοδαιμονίες, οι γραφειοκρατικές στρεβλώσεις και οι διασπάσεις που ταλαιπωρούν τα στελέχη και τα μέλη των επαναστατικών οργανώσεων. Και στις οργανώσεις που αναφέρονται στην παράδοση του Τόνι Κλιφ. Αλλά και στην υπόλοιπη επαναστατική Αριστερά.

Οι ηγέτες των επαναστατικών οργανώσεων είναι γενικά άνθρωποι που έχουν θυσιάσει πάρα πολλά για να σφυρηλατήσουν τις οργανώσεις τους, κόντρα στο ρεύμα. Τόσα πολλά που, συνήθως, θεωρούν πως τους επιτρέπονται τα πάντα.

Όπως είχε παρατηρήσει και ο Τρότσκι, κάνοντας κριτική στην ηγεσία του αμερικάνικου SWP στην εποχή του, οι επαναστάτες ηγέτες έχουν μια έντονη τάση να «παραμερίζουν» τα προβλήματα, πετώντας στην άκρη μαζί και τους ανθρώπους, τους συντρόφους και τις συντρόφισσες που δεν συντονίζονται απόλυτα με την εκάστοτε ηγεσία. Από αυτή τη δυστυχία δεν φαίνεται να ξέφυγαν ούτε οι Διεθνείς Σοσιαλιστές στη Βρετανία και παγκόσμια, ούτε οι αντίστοιχες συλλογικότητες που επιχείρησαν να οικοδομηθούν στην Ελλάδα.  

Αυτά τα ζητήματα προκύπτουν συχνότερα, παρατηρούσε πάλι ο Τρότσκι, όσο μικρότερες είναι οι επαναστατικές οργανώσεις, όσο πιο απομονωμένες είναι από την εργατική πρωτοπορία.

Όμως, ποια είναι η θεραπεία για αυτήν την κακοδαιμονία; 

Η ρίζα της κακοδαιμονίας

Στις πιο ασφυκτικές στιγμές της πολιτικής του απομόνωσης, ο Τρότσκι, που προσπαθούσε να εμφυσήσει κουράγιο και υπομονή στις μικρές ομάδες που τον ακολουθούσαν, έκανε συχνά συγκρίσεις με την αποξένωση στην οποία βρέθηκαν οι μπολσεβίκοι στη Ρωσία στα πρώτα χρόνια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου.

Πραγματικά, οι μπολσεβίκοι είχαν βρεθεί τότε με την πλάτη στον τοίχο και οι οργανωμένες δυνάμεις, που τους είχαν απομείνει, ήταν εξαιρετικά ισχνές. Μάλιστα, στους πρώτους μήνες του πολέμου, ο ίδιος ο Λένιν θεωρούσε πως το σύνολο των οργανωμένων δυνάμεων του κόμματος ήταν πλήρως αποπροσανατολισμένες και ο ίδιος μπορούσε να βασιστεί προσωρινά σε μόλις μια-δυο ντουζίνες σχετικά πεισμένων μελών. Λίγο περισσότερο από τρία χρόνια μετά, τον Οκτώβρη 1917, οι μπολσεβίκοι κατακτούσαν την εξουσία στη Ρωσία -το ένα έκτο του πλανήτη! Η ταχύτατη πορεία από τα τάρταρα στην έφοδο στον ουρανό έφερνε ίλιγγο και στους ίδιους τους πρωταγωνιστές της. Και αυτήν την πορεία, την εγγυήθηκε, σύμφωνα με τον Τρότσκι, η πολιτική καθοδήγηση του Λένιν και των ιδεών του μαρξισμού.

Όμως, η αλήθεια είναι πως οι μπολσεβίκοι διέθεταν ένα προσόν επιπλέον από τους νεαρούς οπαδούς του Τρότσκι: στα εργοστάσια της Πετρούπολης και της Μόσχας, στις πετρελαιοπηγές του Μπακού και στα ορυχεία της Ουκρανίας, οι μπολσεβίκοι αγωνιστές του 1914-1917, ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές, ήταν γνωστοί προσωπικά στους εργάτες ή τουλάχιστον στους πιο μαχητικούς και πρωτοπόρους από αυτούς. Αργότερα αυτή η εργατική πρωτοπορία θα κάνει τη διαφορά, όταν κερδηθεί με τον μπολσεβικισμό. Η σχέση του επαναστατικού κόμματος με την εργατική πρωτοπορία ήταν ο απαραίτητος κρίκος από όπου πιάστηκαν οι μπολσεβίκοι και επικοινώνησαν με τις πιο πλατιές μάζες.

Από αυτή την άποψη, η σύγκριση των μπολσεβίκων με τους απομονωμένους νεαρούς διανοούμενους που ακολουθούσαν τον Τρότσκι τη δεκαετία του ‘30 είναι τουλάχιστον καταθλιπτική.

Ένας λόγος παραπάνω, η εργατική πρωτοπορία έχει την τάση να πλουτίζει, να γενικεύει και να κάνει έντονη τη συζήτηση, τις αμφιβολίες και τις αντιρρήσεις πάνω στην τρέχουσα «γραμμή» ενός πολιτικού οργανισμού όπου συμμετέχει. Όμως ακριβώς επειδή οι πρωτοπόροι εργάτες και οι εργάτριες χρειάζονται το κόμμα ως εργαλείο δράσης, δεν αφήνουν εύκολα περιθώριο σε διασπάσεις, είτε στα διαμαρτυρόμενα μέλη της βάσης είτε στην ανυπόμονη ηγεσία που θέλει να «ξεμπερδεύει από προβλήματα».

Η σχέση των μπολσεβίκων με την πρωτοπορία δεν ήταν μόνο το κλειδί για την εξουσία την κατάλληλη στιγμή, αλλά και ο καταλύτης που κράτησε το κόμμα ενωμένο ακόμα και στις χειρότερες στιγμές των δοκιμασιών του. Η σχέση της επαναστατικής οργάνωσης με την πρωτοπορία, αυτή είναι η απαραίτητη βιταμίνη που χρειάζονται επειγόντως οι οργανώσεις που αναφέρονται στον μαρξισμό και την κληρονομιά του Τρότσκι. Και αυτή η σχέση θέλει δουλειά για να υπάρξει και για να σφυρηλατηθεί.

Τόσο στην περίπτωση του SWP στη Βρετανία, που έχασε πάρα πολλά από τα μέλη του στην κρίση του 2013, όσο και στην περίπτωση της ISO στις ΗΠΑ που αυτοδιαλύθηκε πρόσφατα, ακόμη και στην Ελλάδα στην πολύ μικρότερη κρίση της ΔΕΑ το 2018 από όπου προέκυψε και το Κόκκινο Νήμα, οι επαναστατικές οργανώσεις δεν πλήρωσαν απλώς αυτά ή εκείνα τα λάθη των ηγετικών στελεχών. Ούτε μόνο εκείνη ή την άλλη παραβίαση του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού.

Πλήρωσαν την έλλειψη ζωντανής σχέσης με την εργατική πρωτοπορία, με τους πιο ανήσυχους και αφοσιωμένους/ες μαχητές και μαχήτριες του εργατικού και των άλλων κινημάτων. Είναι η μαζική συμμετοχή τέτοιων στοιχείων που εξασφαλίζει πως τα καταστατικά τηρούνται και η εσωκομματική δημοκρατία παραμένει ζωντανή και όχι κενό γράμμα μέσα στην επαναστατική οργάνωση. Και όσο λείπει αυτή η σχέση, κάθε ποσοτικό οργανωτικό επίτευγμα θα εγκυμονεί μια εκκωφαντική έκρηξη (ή κατάρρευση) σε μια επόμενη στροφή. Ή, για να το θέσουμε με τα λόγια του Τρότσκι, όταν επισκέφτηκε την κομματική οργάνωση του Λένινγκραντ, το κάστρο του  Ζηνόβιεφ την εποχή της Ενιαίας Αντιπολίτευσης κατά του Στάλιν: «Όλα εδώ πάνε πάρα πολύ καλά. Μέχρι να αρχίσουν να πηγαίνουν πολύ χάλια».    

Τι γύρευε η αλεπού στο παζάρι;

Τίποτα από τα παραπάνω δεν υπάρχει ούτε ως υπαινιγμός μέσα στο πόνημα του Χίγκινς για τον βρετανικό τροτσκισμό. Διαβάζοντας τις σελίδες του το μόνο που σου μένει είναι η αίσθηση του συρμού απέναντι στις μικρές επαναστατικές οργανώσεις: πως δηλαδή κάτι στραβό υπάρχει εκ γενετής στο ρεύμα του τροτσκισμού. Ένα δομικό ελάττωμα, κάτι που είναι γραμμένο στο DNA του. Κάτι που είναι απροσδιόριστο, ασύλληπτο, αδύνατο να εντοπιστεί.  

Από αυτή την άποψη το βιβλίο του Χίγκινς, όσο ρηχό και λίγο και αν είναι στο περιεχόμενό του, ενστερνίζεται -ή καλύτερα γλιστρά- μέσα από τη φλύαρη περιπτωσιολογία, προς μια φιλοσοφική θέση: τον αγνωστικισμό. Ο συγγραφέας δεν γνωρίζει τις αιτίες των πραγμάτων.  Δεν φιλοδοξεί να καταφέρει να μάθει κάτι παραπάνω για αυτές. Δεν θεωρεί πως είναι δυνατό να γίνει κατορθωτό κάτι τέτοιο. Και μάλλον δεν ενδιαφέρεται κιόλας ιδιαίτερα για τα αίτια που η επαναστατική Αριστερά στην Βρετανία βρίσκεται στο περιθώριο των πολιτικών γεγονότων.   

Αδυνατούμε να καταλάβουμε για ποιον λόγο ο αγνωστικισμός ενός τόσο φτωχού θεωρητικά πονήματος όπως αυτό του Χίγκινς γοήτευσε τους εγχώριους μεταφραστές του. Πάντως, είναι φανερό πως ούτε τα ίδια τα στελέχη του Κόκκινου Νήματος αισθάνονται ολότελα εντάξει με το κείμενο που ανέβασαν και ένιωσαν την ανάγκη κάπως να το σουλουπώσουν. Γι’ αυτό και στο κρίσιμο 14ο κεφάλαιο, τον επίλογο του βιβλίου του Χίγκινς, προσθέσανε με δική τους πρωτοβουλία δύο φράσεις στον τίτλο του κεφαλαίου, οι οποίες δεν υπάρχουν στο πρωτότυπο αγγλικό κείμενο.

Οι φράσεις αυτές είναι: «Να ξεπεράσουμε τις παθογένειες – Η πάλη για τον σοσιαλισμό παραμένει επίκαιρη». Το δυστύχημα για το Κόκκινο Νήμα είναι πως αυτές οι παρείσακτες φράσεις δεν είναι καν συμπληρωματικές στο κείμενο του Χίγκινς, αλλά το αλλοιώνουν πέρα για πέρα. Το κείμενο του επιλόγου είναι ένα ατέλειωτο κατεβατό κατά του συνόλου της τροτσκιστικής παράδοσης. Ξεκινά με μια σχοινοτενή σύγκριση των στελεχών του τροτσκισμού με τους ορφανούς επισκόπους των δυτικών εκκλησιών. Και καταλήγει με έναν γενικό αφορισμό των επαναστατικών οργανώσεων και μια αρκετά αόριστη επίκληση στη δύναμη του εργατικού κινήματος να ξαναζεστάνει τις ελπίδες των ταπεινών ανθρώπων.

Τα στελέχη του Κόκκινου Νήματος ένιωσαν προφανώς εκτεθειμένα με μια τόσο απροκάλυπτη επίθεση του συγγραφέα που μετέφρασαν, ενάντια στο σύνολο της παράδοσης της οργανωμένης επαναστατικής Αριστεράς. Και αποφάσισαν, φαίνεται, να αποκαταστήσουν τις ισορροπίες με μια λαθροχειρία.

Αλλά είναι τόσο φανερή η αντίθεση του πλαστού τίτλου με το υπόλοιπο περιεχόμενο του κεφαλαίου που είναι εύλογο να αναζητήσει το -όποιο- αναγνωστικό κοινό το πρωτότυπο κείμενο, που κυκλοφορεί ελεύθερα στο διαδίκτυο στα αγγλικά, για να δει τι συμβαίνει. 

Και, σε κάθε περίπτωση, μαρξιστική θεωρητική δουλειά δεν γίνεται με ευτέλεια, κουτοπονηριά και απελπισμένο κυνήγι ισορροπιών.    

Συνοψίζοντας

Η αποτίμηση του ρεύματός μας θα χρειαστεί, κατά τη γνώμη μας, μια πολύ πιο απαιτητική εργασία από την άτυχη προσπάθεια που επιχειρήθηκε από την ομάδα του Κόκκινου Νήματος. Είναι εξαιρετικά σημαντικό διάφορες ομάδες, σύντροφοι και συντρόφισσες, να βάζουν το δάχτυλο στις πληγές και να μην αφήσουν τίποτα να μείνει κρυφό. Αλλά είναι το ίδιο και περισσότερο σημαντικό το να μην πετάξουν και το μωρό μαζί με τα βρώμικα νερά του μπάνιου.

Η Ιστορία του τροτσκισμού και του ρεύματος του Διεθνούς Σοσιαλισμού δεν είναι απαλλαγμένη από λάθη και αδυναμίες. Είναι, ως σήμερα, η ιστορία των επαναστατ(ρι)ών που κινήθηκαν στο περιθώριο της πολιτικής ζωής. Αλλά, ταυτόχρονα, είναι η δική μας παράδοση και η δική μας πολιτική περηφάνεια.

Πάνω σε αυτή την παράδοση θα σταθούμε για να δώσουμε τις μάχες μας σήμερα. Αλλιώς, αν αποκοπούμε από αυτή, θα χαθούμε σαν τον Ανταίο: τον γίγαντα πολεμιστή που έπαιρνε δύναμη από τη μάνα του τη Γη, όσο πατούσε πάνω της, αλλά όταν έχασε την επαφή μαζί της χάθηκε άδοξα και ατιμωτικά μέσα στα χέρια του αδυσώπητου Ηρακλή.

One comment

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s