Το πνεύμα του πολέμου, των Χριστουγέννων και του Τσίμερβαλντ

Γράφει ο Δημοσθένης Παπαδάτος – Αναγνωστόπουλος
Ανήμερα Χριστούγεννα, το κανάλι της Βουλής έπαιξε τη σπουδαία ταινία του Κριστιάν Καριόν Joyeux Noël (2005), με θέμα τη χριστουγεννιάτικη ανακωχή του 1914 στα γαλλο-εβετικά σύνορα, λίγο πριν ξαναξεκινήσει η ανθρωποσφαγή που κράτησε ως το 1918 — ή το 1945.
Προσέξτε πώς αρχίζει η ταινία: οι άνθρωποι χαίρονται με την καρδιά τους που πηγαίνουν στον πόλεμο. Ο πόλεμος θεωρείται από εκατομμύρια δίκαιη υπόθεση. Τον Σεπτέμβρη του 1915, στην αντιπολεμική διάσκεψη των διεθνιστών της Αριστεράς, στο Τσίμερβαλντ της Ελβετίας, οι συμμετέχοντες χωρούν –γράφει εκ των υστέρων ο Τρότσκι– σε τέσσερις καναπέδες: 38 είναι όλοι κι όλοι, στα χρόνια που μόνη της η γερμανική Σοσιαλδημοκρατία μετράει πάνω από ένα εκατομμύριο μέλη.
Αλλά δεν είναι η ταινία μόνο που φέρνει τις σκέψεις αυτές. Στο χριστουγεννιάτικο φύλλο της Καθημερινής, ο Παντελής Μπουκάλας αμφισβητεί ότι το 2020 ήταν «the worst year ever»: οι νεκροί της πανδημίας, λέει, είναι ασύγκριτα λιγότεροι από τους στρατιωτικούς και τους πολίτες που πέθαναν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο: «Ενδεικτικά, η Ελλάδα έχασε 88.000 στρατιωτικούς και 715.00 πολίτες, η δε Σοβιετική Ένωση 10.000.000 στρατιωτικούς αι 20.000.000 πολίτες, όταν οι Αμερικανοί άμαχοι που σκοτώθηκαν ήταν μερικές εκατοντάδες, στο Περλ Χάρμπορ».
Χριστουγεννιάτικες ηθικοπλασίες, θα σκεφτεί κανείς. Αλλά στο δικό του χριστουγεννιάτικο φύλλο, το Βήμα φιλοξενεί άρθρο του Π.Κ. Ιωακειμίδη που δείχνει μια διαρκή προετοιμασία για πόλεμο:
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΝΑΤΟ, από το 2015 και μετά καταγράφεται εντυπωσιακή αύξηση των συνολικών αμυντικών δαπανών (ενώ το 2013-2014 είχε σημειωθεί κάποια υποχώρηση γύρω στο 1%). Η αύξηση φτάνει σήμερα (2020) σύμφωνα με εκτιμήσεις στο 4,3%. Έτσι οι συνολικές αμυντικές δαπάνες που έφθαναν τα 896 δισ. δολάρια το 2015 εκτινάχθηκαν στα 1.030 δισ. το 2020 […] Η Ελλάδα εμφανίζεται να κατέχει τη δεύτερη θέση μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες σε αμυντικές δαπάνες ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) με 2, 588% (ΗΠΑ 3,87%) […] Ας σημειωθεί ότι η Ελλάδα είναι η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα σε ύψος αμυντικών δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι αμυντικές δαπάνες στην Ελλάδα έφτασαν από 4,073 δισ. το 2014 σε 4,398 δισ. το 2020 («Η πανδημία καλπάζει, οι στρατιωτικές αδαπάνες αυξάνονται»).
Η πανδημία παρομοιάστηκε με πόλεμο χωρίς να είναι. Πόλεμος, όμως, υπήρξε μέσα στο 2020: στη Συρία, στη Λιβύη, στα σύνορα Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν. Η απειλή πολεμικού επεισοδίου στο Αιγαίο κράτησε πάνω από 100 μέρες. Και μόνο ως προετοιμασία για πόλεμο, έστω εικονική ως τώρα, μπορεί να διαβαστεί αυτή η διαρκής ανιούσα των πολεμικών εξοπλισμών.
Δεν ξέρω πόσο συνειδητά διάλεξε το κανάλι της Βουλής τη θαυμάσια αντιπολεμική ταινία του Καριόν. Δύο σκέψεις όμως κάνω από χτες: Η μια είναι για την πίστη των πιστών: τα Χριστούγεννα του 1914 αποδείχτηκε ότι το γνωστό όπιο των λαών μπορεί να έχει και άλλες χρήσεις, πέρα από τη συνηθισμένη του κοινωνικού ηρεμιστικού: μπορεί, ας πούμε, να είναι παρηγοριά και αντίδοτο στο βαρύ θανατηφόρο ναρκωτικό του εθνικισμού.
Η άλλη σκέψη είναι για τους 38 της διεθνιστικής διάσκεψης του Τσίμερβαλντ, που αξίζει να θυμόμαστε και να τιμούμε: Από την Ελβετία, ήταν οι Γκριμ, Τσαρλ Νάινε, Φριτς Πλάτεν και Καρλ Μουρ. Από την Ιταλία, οι Μοργκάρι, Μπαλαμπάνοφ, Τζουζέπε Μοντιλιάνι, Κονσταντίνο Λατσάρι και Τζατσίντο Σεράτι. Από τη Γαλλία, οι Μερέμ και Μπουρντερόν. Από την Ολλανδία, η ποιήτρια Ενριέτε Ρόλαν Χολστ. Από τη Σουηδία και τη Νορβηγία, οι Zεθ Χόγκλουντ και Τούρε Νέρμαν. Από τη Γερμανία, οι Έβαλντ Βόγκτερ, Γκεοργκ Λέντεμπουρ, Άντολφ Χόφμαν, Γιόζεφ Χέρτσφελντ, Μίνα Ράιχερ, Χάινρχ Μπέργκες, Γκούσταβ Λάενμάιερ, Μπέρτα Ταλχάιμερ, Έρνστ Μάγερ, Τζούλιαν Μπόρχαρντ. Από τη Βουλγαρία, ο Βασίλ Κολάροφ, και από τη Ρουμανία, ο Κριστιαν Ρακόφσκι. Από την τότε Ρωσική Αυτοκρατορία, οι Μπολσεβίκοι Λένιν και Ζηνόβιεφ, οι Μενσεβίκοι Άξελροντ και Μαρτόφ και οι Εσέροι Τσερνόφ και Μαρκ Νάτανσον: ο Τρότσκι συμμετείχε για λογαριασμό της Nashe Slovo, μιας ομάδας Ρώσων εξόριστων στο Παρίσι. Από τη Λευκορωσία ο Γιαν Μπέρζιν. Και από την Πολωνία οι Ράντεκ, Βάρσκι και Πάβελ Λέβινσον.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο ιστολόγιο Bouquiniste (dpapadatos.wordpress.com) και το αναδημοσιεύουμε με την άδεια του αρθρογράφου.