Αυτομόρφωση για το βιβλίο «Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα» του Παντελή Πουλιόπουλου

Γράφει η Κική Σταματόγιαννη

{Το κείμενο αυτό είναι η εισήγηση της συντρόφισσας στην ανοιχτή αυτομόρφωση της εφημερίδας «Η Κόκκινη» που πραγματοποιήθηκε στις 27 Μάρτη 2024 στο Στέκι Μεταναστ(ρι)ών στη Θεσσαλονίκη}

Η αφορμή για να ασχοληθούμε στην αποψινή μας αυτομόρφωση με την πολιτική κληρονομιά του Παντελή Πουλιόπουλου είναι πως πριν από 90 ακριβώς χρόνια, τον Μάρτη του 1934, είχε κυκλοφορήσει, από τις εκδόσεις Γκοβόστη στην Αθήνα, το βιβλίο του «Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα». Πρόκειται για το πιο αξιόλογο έργο μαρξιστικής ανάλυσης και πολεμικής, που γράφτηκε ποτέ πρωτότυπα στα ελληνικά.

Πρόκειται για ένα βιβλίο που, εννέα δεκαετίες μετά, διατηρεί όλη την αξία του. Και, επιπλέον, συναρπάζει το αναγνωστικό κοινό με τη ζωντανή του γλώσσα και τη ζωηρή και παθιασμένη πολεμική του ενάντια στον σταλινισμό.

Ο Παντελής Πουλιόπουλος υπήρξε η πιο σημαντική μορφή του επαναστατικού μαρξισμού στην Ελλάδα. Υπήρξε Γενικός Γραμματέας του κόμματος το 1924, ενώ διαγράφηκε από το ΚΚΕ -μαζί με άλλα ηγετικά στελέχη του-  το 1927, εξαιτίας της αντίθεσής του στη γραμμή του Στάλιν στη Ρωσία και την Κομμουνιστική Διεθνή.

Ο Παντελής Πουλιόπουλος προσέγγισε και ενστερνίστηκε τις θέσεις του Τρότσκι για τον εκφυλισμό της ρωσικής επανάστασης και την ανάγκη να ανατραπεί από την εργατική τάξη η σταλινική γραφειοκρατία. Και το 1934, συνέγραψε ένα συγκλονιστικό πολιτικό ντοκουμέντο, το «Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα», καταγγέλλοντας δημόσια τη στροφή του ΚΚΕ στην καινοφανή σταλινική «θεωρία των σταδίων», που επιβλήθηκε από τα πάνω στο Κόμμα στην περίφημη «6η Ολομέλεια» της Κεντρικής του Επιτροπής, τον Γενάρη του 1934.

Το ΚΚΕ μετέφερε με αυτή τη γραμμή στην ελληνική πραγματικότητα τα πολιτικά καθήκοντα, που έβαζε η νικήτρια πλέον γραφειοκρατία στη Ρωσία του Στάλιν. Τώρα, τη ρωσική εξωτερική πολιτική την εξυπηρετούσε η συμμαχία, σε κάθε χώρα, των κομμουνιστικών κομμάτων με το «φιλελεύθερο» τμήμα της κάθε αστικής τάξης ενάντια στο «αντιδραστικό».

Η ουσία της νέας γραμμής ήταν το ότι η Αριστερά μαζί με κάποιους  «προοδευτικούς» αστούς πολιτικούς θα επιχειρούσαν να κερδίσουν τις εκλογές και να γίνουν κυβέρνηση για να εφαρμόσουν προοδευτικές μεταρρυθμίσεις. Ξεκάθαρα δηλωνόταν από τις ηγεσίες των κομμουνιστικών κομμάτων ότι δεν έθεταν πλέον ως στόχο να ανατρέψουν το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά διεκδικούσαν κυρίως δημοκρατικές αλλαγές μέσα από την εργατική ψήφο. Αντί της επαναστατικής διαδικασίας, οι κοινοβουλευτικές αυταπάτες. Αυτή ήταν η γραμμή των «Λαϊκών Μετώπων», σε Γαλλία και Ισπανία, το 1936, που οδήγησαν τις δυνάμεις της Αριστεράς σε αυτές τις χώρες σε καταστροφικές ήττες.

Στην Ελλάδα, τα επόμενα χρόνια, οι διαρκείς υποκλίσεις του ΚΚΕ στο τάχα «προοδευτικό» και «αντιφασιστικό» τμήμα της ελληνικής αστικής τάξης, θα οδηγήσουν στις προδοτικές συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας, που είχαν ως τελική κατάληξη την τρομερή πανωλεθρία της Βάρκιζας και την παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ στον ταξικό εχθρό.

Ο Πουλιόπουλος ήταν αυτός που ανέλαβε να «σηκώσει το γάντι», που πέταξε απέναντι στη μαρξιστική θεωρία η απόφαση της 6ης Ολομέλειας. Και να προειδοποιήσει έγκαιρα το εργατικό κίνημα από το 1934, 11 ολόκληρα χρόνια πριν τη συντριβή της Βάρκιζας. Μέσα σε πέντε εβδομάδες, ο Πουλιόπουλος συνέγραψε το «Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα», που -όπως γίνεται φανερό και από τον τίτλο του- αναφέρεται στον χαρακτήρα που θα έχει η επερχόμενη επαναστατική διαδικασία στη χώρα.

Τι αξία έχει αυτή η συζήτηση σήμερα; Ο Παντελής Πουλιόπουλος, και η παρακαταθήκη που άφησε στην επαναστατική θεωρία, είναι εφόδια που τα χρειαζόμαστε πάρα πολύ για να πορευτούμε στο κίνημα. Τα χρειαζόμαστε όσο και ένα πλοίο που για να πλεύσει προς νέους ορίζοντες με ασφάλεια έχει ανάγκη από πυξίδα και χάρτες.

Στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το εργατικό και τα άλλα κινήματα σήμερα, χρειάζεται να θυμόμαστε από πού ξεκινήσαμε, τι εμπόδια ξεπεράσαμε ή αντιθέτως ποια εμπόδια έκοψαν την πορεία μας, ποια λάθη υπήρξαν εγκληματικά και άρα δεν πρέπει να επαναληφθούν. Αλλιώς δεν θα ξέρουμε το πώς να συνεχίσουμε. «Ένα κεφάλι δίχως μνήμη είναι μια θέση χωρίς φρουρά» έγραφε ο Ναπολέοντας. Ας επιχειρήσουμε, λοιπόν, να ξαναδέσουμε το νήμα με την ιστορική μνήμη. 

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα του βιβλίου, τον Παντελή Πουλιόπουλο

Ο Πουλιόπουλος γεννήθηκε με τον αιώνα, τον 20ο αι. Επομένως είναι μόλις 24 χρονώ, το 1924, όταν αναδεικνύεται Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ μέσα από το κίνημα των Παλαιών Πολεμιστών της Μικρασιατικής Εκστρατείας.

Πριν από αυτό, το 1919, ο Πουλιόπουλος είχε επιστρατευτεί στον ελληνικό στρατό και είχε σταλεί στο Μικρασιατικό Μέτωπο. Ήταν μόλις 19 χρονών, φοιτητής της Νομικής και ήδη οργανωμένο μέλος στο ΣΕΚΕ (κατόπιν ΚΚΕ). Στο μέτωπο ο Πουλιόπουλος θα συνδεθεί με άλλους κομμουνιστές φαντάρους και θα ξεκινήσει την επαναστατική ζύμωση μέσα στο στράτευμα. Παρόλο που τότε η ηγεσία του ΣΕΚΕ δεν ενθάρρυνε τα μέλη του κόμματος να κάνουν παράνομη δουλειά μέσα στον στρατό, οι κομμουνιστές φαντάροι με επικεφαλής τον Πουλιόπουλο οργάνωσαν μόνοι τους τον δικό τους υπόγειο μηχανισμό προπαγάνδας. Στόχος: το σταμάτημα του ιμπεριαλιστικού πολέμου της Ελλάδας σε βάρος του τουρκικού πληθυσμού που υπεράσπιζε τη γη του, αποχώρηση του ελληνικού στρατού από το μικρασιατικό έδαφος και επιστροφή των Ελλήνων φαντάρων στα σπίτια τους.

Ποιο το αποτέλεσμα αυτής της αντιπολεμικής δράσης; Την επόμενη χρονιά, το 1920, η οργάνωση των κομμουνιστών φαντάρων στο μέτωπο θα διαθέτει έως και 200 μέλη με τη δική τους ξεχωριστή Κεντρική Επιτροπή. Θα καταφέρουν να εκδώσουν κάποια φύλλα της παράνομης εφημερίδας «Ερυθρός Φρουρός», χρησιμοποιώντας γι’ αυτό τον πολύγραφο του συντάγματος Τηλεγραφητών του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος. Μέχρι που το Γενικό Επιτελείο ανακαλύπτει την ηγεσία της οργάνωσης και τους συλλαμβάνει τον Μάη του 1922.

Ο Παντελής Πουλιόπουλος και τα άλλα στελέχη της οργάνωσης θα φυλακιστούν στη Σμύρνη, στις φυλακές του Μπαρτζόβα, περιμένοντας το στρατοδικείο και την εκτέλεσή τους. Όμως, θα σωθούν όλοι, χάρη στην κατάρρευση του μετώπου τον Αύγουστο του 1922. Οι δραπέτες κομμουνιστές και ο Πουλιόπουλος θα επιστρέψουν στην Ελλάδα ανάμεσα στις δεκάδες χιλιάδες φαντάρους του ελληνικού στρατού που εγκατέλειψαν άρον-άρον τα χαρακώματα.

Στην Ελλάδα ο Πουλιόπουλος θα ξεκινήσει έναν πολυμέτωπο αγώνα. Πρώτα απ’ όλα, θα επιχειρήσει, μαζί με άλλους συντρόφους του κόμματος, να οργανώσει σε πολλές πόλεις της Ελλάδας τους «Παλαιούς Πολεμιστές». Επρόκειτο για ένα μαζικότατο σωματείο των πρώην επιστρατευμένων του ελληνικού στρατού. Η μεγάλη πλειοψηφία τους θα είναι αγρότες, με σημαντική παρουσία και νέων εργατών. Γιατί έχει ξεχωριστή σημασία να το αναφέρουμε εδώ; Διότι οι «Παλαιοί Πολεμιστές» θα γίνουν το πιο μαχητικό, διεκδικητικό και ριζοσπαστικό από όλα τα κινήματα στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’20 και θα συνεχίσουν να κάνουν αισθητή την κινηματική τους παρουσία και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’30. Θα πετύχουν να ολοκληρωθεί η αγροτική μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και να υπάρξει κάποια κρατική μέριμνα για ανάπηρους στρατιώτες και χήρες σκοτωμένων μαχητών.

Ο Πουλιόπουλος θα αναδειχθεί σε ηγετική μορφή του κινήματος των Παλαιών Πολεμιστών και το 1924 θα εκλεγεί πρόεδρός τους. Και θα είναι ο βασικός συγγραφέας των κειμένων τους. Ανάμεσά τους και το περίφημο έργο «Πόλεμος κατά του Πολέμου», εξαιρετικό ντοκουμέντο, που υπογράφει με το ψευδώνυμο «Φίλιππος Ορφανός». Πρόκειται για συγκλονιστικό κείμενο που αξίζει να διαβάζεται και σήμερα και να χρησιμοποιείται για αντιπολεμική ζύμωση.

Χαρακτηριστικό της απήχησης της οργάνωσης των Παλαιών Πολεμιστών ήταν πως η εφημερίδα της Ομοσπονδίας τους θα φτάσει την κυκλοφορία των 20.000 φύλλων το 1924 και το 1925.

Το δεύτερο μεγάλο μέτωπο που άνοιξε ο Παντελής Πουλιόπουλος ήταν για την αλλαγή της ηγεσίας του ΣΕΚΕ (ΚΚΕ), όπου ανήκε κι αυτός. Η ιστορική ηγεσία του κόμματος [Κορδάτος, Σίδερης, Δημητράτος, Κουριέλ, Μπεναρόγια] είχε δοκιμαστεί στην τρομερή τετραετία 1919–1922. Και είχε αποδειχθεί «λίγη». Απέναντι στις δύο ιμπεριαλιστικές εκστρατείες του ελληνικού στρατού στην Ουκρανία και στη Μ. Ασία, το ΣΕΚΕ ήταν φυσικά, από θέση αρχής, αντίθετο. Αλλά δεν είχε τολμήσει να οργανώσει τον αγώνα ενάντια στον ελληνικό μιλιταρισμό ανοιχτά. Και απέναντι στο κράτος προσπαθούσε να αποφύγει τις προκλήσεις.

Ακόμη χειρότερα: Η ηγεσία αυτή δικαιολογούσε τη στάση της με το δόγμα: «το κόμμα έχει ανάγκη μακράς νομίμου υπάρξεως». Με άλλα λόγια να σταθούμε λίγο πρώτα στα πόδια μας, να μην ανοίγουμε ακανθώδη ζητήματα και μέτωπα με τις ελληνικές αρχές και κυρίως να μην εκτίθεται το κόμμα προκαλώντας. Απέναντι σε αυτήν την πολιτική, που οδηγούσε στην υποταγή στο αστικό κράτος, ο Πουλιόπουλος –επιστρέφοντας στην Ελλάδα- ξεκίνησε αμείλικτο αγώνα.

Ένα τρίτο μέτωπο, που άνοιξε ταυτόχρονα με τα άλλα δυο ο Πουλιόπουλος, ήταν και η επιστροφή στα φοιτητικά έδρανα. Θα καταφέρει, ταυτόχρονα με την ξέφρενη δράση του στο κίνημα, να πάρει το πτυχίο του και να ασκηθεί ως δικηγόρος. Και όλα αυτά πριν καν τελειώσει η χρονιά του 1924, μέσα σε δύο μόλις χρόνια από τη δραπέτευσή του από τη φυλακή. Ως δικηγόρος αργότερα θα σταθεί στο πλευρό όλων όσων τον έχουν ανάγκη: Θα συνδράμει φοιτητές και διαδηλωτές που συλλαμβάνονται σε πορείες και σέρνονται στα αστυνομικά τμήματα, φυλακισμένους, εργαζόμενους που τους αδικούσε το αφεντικό, κι όλα αυτά χωρίς χρήματα μέσα από την «Εργατική Βοήθεια» που είχε συσταθεί, ακριβώς για νομική στήριξη των καταπιεσμένων. Ένα από τα πιο συγκινητικά κεφάλαια της ζωής του Πουλιόπουλου.

Τον Φλεβάρη του 1924 ο Πουλιόπουλος θα αναλάβει διευθυντής της «Κομμουνιστικής Επιθεώρησης», του θεωρητικού περιοδικού του ΣΕΚΕ. Και τις τελευταίες μέρες του Νοέμβρη της ίδιας χρονιάς, θα εκλεγεί Γενικός Γραμματέας του ΣΕΚΕ, στο 3ο έκτακτο Συνέδριο του κόμματος, που πλέον από εκείνη τη στιγμή θα μετονομαστεί σε Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΚΕ).

Το μακεδονικό

Με την ανάληψη της ηγεσίας του κόμματος από τον Πουλιόπουλο, ένα μέρος από την προηγούμενη ηγεσία αποχωρεί από το Κόμμα και ιδιωτεύει. Οι υπόλοιποι οδηγούνται σε διαγραφή. Όμως, ο Πουλιόπουλος δεν θα προλάβει να αναδιατάξει το κόμμα, για να δώσει με επιτυχία τις μάχες του. Τεσσεράμισι μήνες μετά την εκλογή του στη θέση του Γενικού Γραμματέα, στις 15 Απρίλη 1925, ο Πουλιόπουλος και άλλα πέντε νεοεκλεγμένα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ συλλαμβάνονται με την κατηγορία πως εργάζονταν για την αυτονόμηση της Μακεδονίας και της Θράκης από το ελληνικό κράτος. Ενώ οι κομμουνιστές ηγέτες βρίσκονται έγκλειστοι στις φυλακές Συγγρού, στην Ελλάδα ξεσπά στρατιωτικό κίνημα που φέρνει στην εξουσία ως δικτάτορα τον Πάγκαλο.

Στις δύο δίκες, που θα ακολουθήσουν το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, ο Παντελής Πουλιόπουλος θα υπερασπίσει με πάθος τη μακεδονική μειονότητα, που υποφέρει από καταπίεση, διωγμούς και διακρίσεις από το ελληνικό κράτος. Κι όλα αυτά τη στιγμή που πάνω από το κεφάλι του Πουλιόπουλου και των υπολοίπων κρέμεται η απειλή καταδίκης σε θάνατο για εθνική προδοσία.

 Οι απολογίες του Πουλιόπουλου σε αυτές τις δίκες θα μείνουν μνημειώδεις. Και θα πετύχουν εντέλει την αθώωση όλων των κατηγορουμένων. Αλλά δεν πρόκειται να αφεθούν ελεύθεροι. Θα οδηγηθούν όλοι σε διοικητική εξορία σε νησιά. Οι κομμουνιστές εξόριστοι θα απελευθερωθούν έναν χρόνο μετά, τον Αύγουστο του 1926, με την κατάρρευση της δικτατορίας του Πάγκαλου.

Ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της πολιτικής σκέψης του Πουλιόπουλου, που εκφράστηκε μέσα και από τη δράση και από τα κείμενά του, ήταν ότι κατάφερε να συνειδητοποιήσει απόλυτα τι σήμαινε ο πόθος για απελευθέρωση για ένα καταπιεσμένο άνθρωπο. Και όχι μόνο το συνειδητοποίησε, αλλά προσπάθησε με αυτό να δέσει τον αγώνα της εργατικής τάξης προς την απελευθέρωσή της. Το έκανε τόσο στην περίπτωση των προσφύγων όσο και της μακεδονικής μειονότητας.

«Οι κομμουνιστές  δεν μπορούνε να αρνηθούνε τον πόθο ενός εθνικά καταπιεσμένου πλάσματος να αποτινάξει τον εθνικό καταπιεστικό ζυγό» («7 Θέσεις για το Μακεδονικό», κείμενο που έγραψε αργότερα, έγκλειστος στην Ακροναυπλία). Αν δεν το καταλαβαίνεις, πρέπει να διαβάσεις ιστορία. Αν το ξέρεις, αλλά το αρνείσαι συνειδητά, τότε δεν μπορείς να λέγεσαι κομμουνιστής.

Το ίδιο και με τους Μικρασιάτες πρόσφυγες. Θεωρούσε την υπεράσπισή τους βασικό ζήτημα των κομμουνιστών της εποχής, όχι από ανθρωπιά απλώς και αλληλεγγύη. Αλλά γιατί έτσι –όπως και στην περίπτωση των εθνικά Μακεδόνων- σπας από το εθνικό αφήγημα, σπας από τον εθνικό κορμό. Άρα, το δέσιμο με τα πιο καταπιεσμένα στρώματα, κοινότητες είναι εκ των ουκ άνευ για ένα επαναστάτη/τρια, γιατί είναι ακριβώς αυτό που σε φέρνει σε σύγκρουση με τους από πάνω. Με τους καταπιεστές. Γι’ αυτό είναι πολύ βασικό.

Και είναι κάτι αντίστοιχο με αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε κι εμείς σήμερα: να γίνουμε το μεγάφωνο της οργής των πιο καταπιεσμένων μέσα στους καταπιεσμένους. Άρα, να υπερασπίσουμε πρόσφυγες και μετανάστριες, τρανς και ρομά, όλους τους μη κανονικούς, γιατί αυτοί ακριβώς που οι εξουσιαστές σιχαίνονται. Αυτά είναι τα ταξικά μας αδέρφια. Κι αυτό το είχε καταλάβει από πολύ νωρίς ο Πουλιόπουλος και το έκανε βασικό κομμάτι στην πολιτική του δράση.

Από το ΚΚΕ στην «Αριστερή Αντιπολίτευση»

Η νέα επαναστατική ηγεσία του ΚΚΕ έδωσε εξετάσεις θάρρους και αψηφισιάς απέναντι στο αστικό κράτος στην Ελλάδα. Όμως την ίδια ώρα στο παγκόσμιο επαναστατικό κέντρο, τη Σοβιετική Ρωσία, οι εξελίξεις ήταν ολότελα απογοητευτικές. Ένα κομμάτι του μπολσεβίκικου κόμματος άρχισε να εξελίσσεται σε γραφειοκρατικό στρώμα και κατόπιν σε άρχουσα τάξη. Την ίδια ώρα η πλειοψηφία της παλιάς φρουράς περιθωριοποιείται. Σύντομα θα εξοστρακιστεί από το κόμμα, θα εξοριστεί στη Σιβηρία και τελικά θα εξοντωθεί στις Δίκες της Μόσχας το 1936–38.

Η ίδια διαδικασία θα ξεκινήσει και στα Κομμουνιστικά Κόμματα της Δύσης. Τα στελέχη που τολμούσαν να επικρίνουν τις επιλογές της Κομμουνιστικής Διεθνούς και του Κρεμλίνου, οι ηγέτες που επιχειρούσαν να σκεφτούν με μαρξιστικά κριτήρια και γενικά να χρησιμοποιήσουν το δικό τους μυαλό κι όχι να εφαρμόσουν πιστά και άκριτα τις επιταγές της Μόσχας, θα διωχθούν ανελέητα. Λογικό και επόμενο, ο Παντελής Πουλιόπουλος θα είναι από τους πρώτους αποδιοπομπαίους τράγους της νέας σταλινικής ορθοδοξίας στα Κομμουνιστικά Κόμματα.

Νοέμβρης του 1927 και ο Παντελής Πουλιόπουλος και μια σειρά στελέχη θα βρεθούν έξω από το ΚΚΕ ως «λικβινταριστές» (δηλαδή: «διαλυτικά στοιχεία»). Ο Παντελής Πουλιόπουλος θα προσεγγίσει και ενστερνιστεί τις θέσεις του Τρότσκι για τον εκφυλισμό της ρωσικής επανάστασης και την ανάγκη να ανατραπεί από την εργατική τάξη η σταλινική γραφειοκρατία.

Η εποχή των μεγάλων οργανώσεων και των μαζικών κινημάτων έχει περάσει μια για πάντα για τον Πουλιόπουλο. Μέχρι το τέλος της ζωής του θα απομείνει να παλεύει μέσα σε πολύ ολιγάριθμες ομάδες συντρόφων. Και τα τελευταία 6 χρόνια της ζωής του (από το 1937 ως το 1943) –που θα τα περάσει έγκλειστος στις ελληνικές φυλακές- θα βρίσκεται σε ασφυκτική «υγειονομική ζώνη» από τον μηχανισμό του ΚΚΕ, για να μην επικοινωνεί με τους συγκρατούμενούς του.

Παρόλα αυτά, τα χρόνια της περιθωριοποίησης και της απομόνωσης θα αποδειχθούν τα πιο παραγωγικά για την πολιτική σκέψη και πνευματική παραγωγή του Παντελή Πουλιόπουλου. Και θα αναδείξουν το μέταλλό του. Ποιος πραγματικά ήταν.

Ένα από τα βασικά ζητήματα με τα οποία ήρθε αντιμέτωπος:

Η «Θεωρία των σταδίων»

Εδώ συγκρατούμε δύο βασικούς ιστορικούς κόμβους:

’36 Θεσσαλονίκη και ’43-’44 με το Εαμ

Τον Μάη του 1936 στη Θεσσαλονίκη το ΚΚΕ θα βρεθεί να ηγείται σε έναν εκπληκτικό ξεσηκωμό των εργατικών μαζών, που σάρωσε την αστυνομία από τον δρόμο και συναδελφώθηκε με τους φαντάρους. Και αρχίζει να απειλεί την κεντρική εξουσία. Για 48 ώρες μοναδική εξουσία στη Θεσσαλονίκη ήταν η Κεντρική Απεργιακή Επιτροπή, όπου πλειοψηφούσε συντριπτικά το ΚΚΕ. Και όμως, το κίνημα αυτό χάθηκε άδοξα χωρίς συνέχεια.

Λίγα χρόνια μετά, το 1943-44, το ΚΚΕ βρέθηκε επικεφαλής ενός συγκλονιστικού επαναστατικού κινήματος στην Ελλάδα, που απειλούσε (για μια και μοναδική φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους) την εξουσία της αστικής τάξης. Και παρά τη συντριπτική αριθμητική κυριαρχία του ΕΑΜ και τη μαχητικότητα του ΕΛΑΣ, Παρόλο που ο κόσμος αγκάλιαζε και βοηθούσε τον επαναστατικό στρατό και εν πολλοίς τον αναγνώρισε σαν εξουσία, το κίνημα αυτό ηττήθηκε τον Δεκέμβρη του 1944 και αφοπλίστηκε στη Βάρκιζα. Η πορεία του προς την πανωλεθρία θα είναι πλέον αναπότρεπτη.

Και όμως: Και το φυλλορρόημα της εργατικής οργής στη Θεσσαλονίκη το 1936 και η ντροπή της Βάρκιζας το 1945 είχαν προβλεφτεί έγκαιρα από τον Παντελή Πουλιόπουλο. Και όλα αυτά στο σύγγραμμά του που παρουσιάζουμε σήμερα, το «Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα».

  Πάμε πίσω, καμιά δεκαριά χρόνια πίσω. Το χρονικό σημείο-κλειδί, κατά τον Πουλιόπουλο ήταν ο Γενάρης του 1934. Τότε που το ΚΚΕ έβαλε με τα ίδια του τα χέρια τη νάρκη κάτω από τα θεμέλια οποιασδήποτε μελλοντικής επιτυχίας της πολιτικής του. Το καθοριστικό γεγονός ήταν η 6η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ.

Το ΚΚΕ σ’ αυτή τη συνεδρίαση, προχώρησε σε μια ολοκληρωτική στροφή στο πρόγραμμά του. Εισήγαγε τη λεγόμενη «θεωρία των σταδίων». Μια στρατηγική ριζικά αντίθετη σε ό,τι πρέσβευε ως εκείνη τη στιγμή.

Μέχρι τότε τι υποστήριζε; Η επανάσταση που θα ξεσπάσει στην Ελλάδα θα είναι σοσιαλιστική. Ποιο θα είναι το επαναστατικό υποκείμενο; Μα η εργατική τάξη, που θα ανατρέψει  την εξουσία των καπιταλιστών και θα θέσει τις υποδομές, τον μεγάλο πλούτο της Ελλάδας, δηλαδή τα εργοστάσια, τα πλοία, τα ορυχεία, τα λιμάνια και τις τράπεζες, κάτω από τον έλεγχο των εργατριών με μοναδικό κριτήριο τις ανάγκες των από τα κάτω.

Και μετά ήρθε η 6η Ολομέλεια. Ξαφνικά επιβάλλεται άνωθεν φυσικά (από τη σταλινική γραφειοκρατία του Κρεμλίνου) η καινούρια ανάλυση και υιοθετείται από τη μια μέρα στην άλλη μια κατεύθυνση ολότελα διαφορετική από αυτήν που ίσχυε μέχρι πρότινος. Μια ανάλυση που έλεγε τι; Η επανάσταση δεν μπορεί να έχει χαρακτήρα άμεσα εργατικό και σοσιαλιστικό, «γιατί η χώρα έχει μέσο»-μονάχα-«επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης και άλυτα ακόμη ζητήματα αστικοδημοκρατικού μετασχηματισμού».

Άρα τι; Αφού δεν έχουμε στην Ελλάδα ανεπτυγμένο καπιταλισμό, ε ας τον αναπτύξουμε πρώτα και ας τον γκρεμίσουμε μετά!

Με άλλα λόγια, πριν προχωρήσουμε στον σοσιαλισμό θα πρέπει πρώτα να ολοκληρώσουμε την καπιταλιστική ανάπτυξη. Τι καθήκον μας βάζει αυτή η σκέψη; Μέχρι τότε, μας μένει το καθήκον να ισχυροποιήσουμε την αστική δημοκρατία. Αυτό το παράλογο σχήμα ήταν η λογική της Ολομέλειας.

Η πολιτική του ΚΚΕ μέσα στο εργατικό κίνημα προσπαθούσε να μην «τρομάξει» τους υποψηφίους συμμάχους, το υποτίθεται προοδευτικό και παραγωγικό τμήμα της αστικής τάξης, με τους οποίους θα επιχειρούνταν η καλύτερη θωράκιση της αστικής δημοκρατίας.

  Ο Πουλιόπουλος ήταν αυτός που σήκωσε την αντιπαράθεση με την απόφαση της 6ης Ολομέλειας. Και υπερασπίστηκε τη μαρξιστική θέση για το ποιος θα είναι ο χαρακτήρας που θα έχει η επανάσταση που θα ξεσπάσει στην Ελλάδα.   

Ποιο είναι το βασικό δίπολο εδώ;

Από τη μια η επιλογή της ενότητας της εργατικής τάξης σε ένα ενιαίο μέτωπο και της πάλης για τη σοσιαλιστική επανάσταση. Δηλαδή αυτό που υπερασπιζόταν ο Παντελής Πουλιόπουλος, σήμαινε ότι στρεφόμαστε ξεκάθαρα ενάντια στους καπιταλιστές και προσπαθούμε να απαλλαγούμε από την καπιταλιστική εκμετάλλευση μια για πάντα.

Από την άλλη: Η «θεωρία των σταδίων» της 6ης Ολομέλειας συνιστούσε να παραμείνουν τα πράγματα ως έχουν, να διατηρηθεί το καθεστώς αδικίας και εκμετάλλευσης, χωρίς να παρθούν άμεσα και δραστικά σοσιαλιστικά μέτρα. Άρα τι; Να συμμαχήσουμε με τους αστούς πολιτικούς, να διευρυνθούμε, να μπούμε σε αστικές κυβερνήσεις, να πάρουμε κάποια φιλολαϊκά μέτρα ανακούφισης για τους ακραία πληγέντες, να κάνουμε κάποιες προοδευτικές μεταρρυθμίσεις. Να μην κόψουμε όμως τη ρίζα του κακού, τη ρίζα της εκμετάλλευσης και της βίας. Και για να το πετύχουμε αυτό, για να μην τρομάξουμε και διώξουμε τους συμμάχους μας, υποχωρούμε κάνοντας εκπτώσεις στις βασικές μας ιδέες.

Όλα αυτά, όλο αυτό το πρόγραμμα, που διατυπώθηκε για πρώτη φορά στην 6η Ολομέλεια, γνώρισαν μια σειρά από πολιτικές ήττες. Ήττες που πλήρωσαν οι εργαζόμενοι με εξορίες, φυλακίσεις, διωγμούς, βασανιστήρια και εκτελέσεις.

Αυτή είναι η παράδοση, που μπορεί να της γύρισε την πλάτη ένα μέρος της Αριστεράς και να συκοφαντήθηκε από τον σταλινισμό, αλλά αυτή είναι η επαναστατική παράδοση, στην οποία πρέπει να σκύψουμε.

Ο ίδιος ο Πουλιόπουλος δεν πρόλαβε να δει τη θλιβερή επιβεβαίωση των συμπερασμάτων του βιβλίου του που παρουσιάζουμε σήμερα. Δεν πρόλαβε να δει το ΚΚΕ να μπαίνει σε κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» με την αστική τάξη και με επικεφαλής τον Γεώργιο Παπανδρέου τον Οκτώβρη του 1944. Δεν πρόλαβε ούτε τον Δεκέμβρη, ούτε την πανωλεθρία της Βάρκιζας, την αποκήρυξη του Άρη Βελουχιώτη και την συντριβή στον Γράμμο.

Ο Παντελής Πουλιόπουλος είχε ήδη πέσει νεκρός στο εκτελεστικό απόσπασμα, στις 6 Ιούνη 1943, στο Κούρνοβο, μαζί με άλλους 105, τουλάχιστον, έγκλειστους αγωνιστές. Υπάρχει μαρτυρία πως λίγα λεπτά πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, ο Πουλιόπουλος είχε απευθυνθεί με παθιασμένο λόγο στους Ιταλούς φαντάρους του εκτελεστικού αποσπάσματος μιλώντας στη γλώσσα τους. Ο Πουλιόπουλος τους κάλεσε να πάψουν να ακολουθούν τον εγκληματικό φασισμό και να ενωθούν με όσους αγωνίζονται για την επανάσταση και τον σοσιαλισμό. Γι’ αυτό και τον Παντελή Πουλιόπουλο τον εκτέλεσαν με τα περίστροφά τους οι φασίστες αξιωματικοί και όχι οι σαστισμένοι φαντάροι του αποσπάσματος.

Ο Πουλιόπουλος υπήρξε ο μόνος από όλους όσους πέρασαν από το πόστο του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ που έπεσε νεκρός στο πεδίο της μάχης μαχόμενος τον ταξικό εχθρό. Όμως αυτό το κόμμα αρνείται έως και σήμερα οποιαδήποτε αναφορά στον πιο χαρισματικό και ικανό άνθρωπο που πέρασε ποτέ από την ηγεσία του.

Οι αποφάσεις της 6ης Ολομέλειας του 1934, ήταν η πυξίδα του ΚΚΕ, μέχρι τουλάχιστον και την καταστροφική χρονιά του 1989, τότε που το ΚΚΕ στήριξε τις κυβερνήσεις του Τζανετάκη με την Νέα Δημοκρατία και την Οικουμενική, πάλι με την Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ αυτή τη φορά. 

Και παρόλο που σήμερα το ΚΚΕ έχει παραδεχτεί πια πως ήταν «σοβαρό πολιτικό λάθος» η 6η Ολομέλεια και η θεωρία των σταδίων, αρνείται πεισματικά να αναγνωρίσει πως ο Πουλιόπουλος και οι τροτσκιστές πρόβλεψαν έγκαιρα την καταστροφή και προσπάθησαν με όλα τα πενιχρά τους μέσα  να προειδοποιήσουν τα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΕ.

Όμως το ΚΚΕ πετάει από πάνω του σημαντικά κομμάτια της σταλινικής του παράδοσης, μόνο και μόνο για να διασώσει τον πυρήνα του σταλινικού εκφυλισμού: την υπεράσπιση του ρωσικού κρατικού καπιταλισμού με επικεφαλής τη σταλινική γραφειοκρατία, του  στυγνού καθεστώτος που εξολόθρευσε εκατοντάδες χιλιάδες κομμουνιστές στις «Δίκες της Μόσχας». Με άλλα λόγια μια φρικτή παράδοση απόλυτα εχθρική στο εργατικό κίνημα, με την οποία μας χωρίζουν ποτάμια αίματος.

Και τώρα;

Το δράμα του Παντελή Πουλιόπουλου και των συντρόφων του ήταν πως αποτελούσαν μικροσκοπικές ομάδες που μπορούσαν μόνο να προειδοποιήσουν. Τους έλειπε απελπιστικά ένας ικανός αριθμός αφοσιωμένων και αποφασισμένων στελεχών για να οργανώσουν γεγονότα και να ανατρέψουν συσχετισμούς. 

Σήμερα που η Επαναστατική Αριστερά δεν αποτελείται πια από μικροσκοπικές ομάδες και που ο σταλινισμός, ακόμη και στην Ελλάδα, είναι μονάχα μια σκιά του προηγούμενου εαυτού του, το στοίχημα, για να συνεχίσουμε τον αγώνα του Πουλιόπουλου, είναι και πάλι να οργανωθούμε, να εξοπλιστούμε με ιδέες και γνώσεις και να δράσουμε ως υπομόχλια της ανατροπής. Ακριβώς στη λογική του Αρχιμήδη, που λάτρευε να παραφράζει ο Λένιν: «Δώσε μου οργάνωση για να πιαστώ και θα ανατρέψω όλη τη Ρωσία».

Σχολιάστε