
Αναφορά στο «Πλουραλισμός, πολυπολιτισμικότητα, ενσωμάτωση, αφομοίωση: σημειώσεις για τη σύγχρονη ανοιχτή κοινωνία»
Γράφει ο Χάρης Παπαδόπουλος
Στο δοκίμιό του το «Πέντε δυσκολίες για να γράψει κανείς την Αλήθεια» ο Μπρεχτ αναφέρει πως μια από τις βασικές προϋποθέσεις για τη διάδοση της αλήθειας είναι η πονηριά και η μαεστρία που πρέπει να διαθέτει κάποιος για να την εξαπλώσει.
Ο Μπρεχτ φέρνει για παράδειγμα ένα ποίημα της αρχαίας Αιγύπτου, που πληροφορεί για επαναστατικά γεγονότα, σε ένα μακρινό μέρος:
Οι πλούσιοι εκεί έχασαν την πολιτική εξουσία και μαζί τις περιουσίες τους. Τώρα κουμάντο κάνουν όσοι δεν είχαν πριν στον ήλιο μοίρα.
Ο ποιητής καταδικάζει σαφέστατα τα συμβάντα, δηλώνοντας οπαδός του νόμου και της τάξης, μα, το κάνει με μια κάποια ατζαμοσύνη: πάνω στην «αφέλειά» του περιγράφει με πολύ ζωηρά και θελκτικά χρώματα την κοινωνική ανατροπή κάνοντας τους ακροατές του να γοητευτούν από την προοπτική να απαλλαγούν κι αυτοί από τους αφέντες τους.
Η Σώτη Τριανταφύλλου είναι το αντίστροφο ακριβώς παράδειγμα από τον αιγύπτιο βάρδο. Ξεκινάει να υπερασπίσει, υποτίθεται, τις αξίες του Διαφωτισμού, του κράτους δικαίου, της κοινωνικής συνοχής και της κοινωνίας των πολιτών που «κινδυνεύουν» από την πλάνη της πολυπολιτισμικότητας και τις προκλήσεις του Ισλάμ απέναντι στη δυτική ανεκτικότητα.

Η συγγραφέας δεν παραλείπει να καταδικάσει σαφώς την ακροδεξιά: «αν δεν διορθωθούν οι πρακτικές της πολυπολιτισμικότητας, υπάρχει κίνδυνος κοινωνικών εκρήξεων και μετατόπισης των πολιτών σε ανοιχτά ρατσιστικές θέσεις».
Όμως όλα όσα λέει είναι ακριβώς αυτά που χρειάζονται για να στηριχτεί η ρητορική μίσους της ακροδεξιάς: Το πνεύμα της συγγραφέως περικλείεται όλο σε ένα τσιτάτο αμφιβόλου προελεύσεως, που δανείζεται, όπως δηλώνει η ίδια, από τον Μάρκο Πόλο: «Ο φανατικός μουσουλμάνος είναι αυτός που σου κόβει το κεφάλι. Ο μετριοπαθής μουσουλμάνος είναι αντίθετα αυτός που σε κρατά ακίνητο για να σου κόψει το κεφάλι ο φανατικός». Η παραπάνω παράθεση είναι από σχετικό άρθρο της, όπου ισχυρίζεται πως «Όσα υφιστάμεθα, οφείλονται στην πολεμοχαρή και φθονερή φύση του ισλάμ…»
Το πόνημα της κ. Τριανταφύλλου αποτελούν 350 σελίδες με λόγο σοβαροφανή και περισπούδαστο. Όμως η εμπάθεια και η ευήθεια ξεπετιούνται στην επιφάνεια παντού στο κείμενο, ανάμεσα από τις βαρύγδουπες διατυπώσεις: Οι τζιχαντιστές κρύβονται μεταξύ των προσφύγων, κατά την κ. Τριανταφύλλου, ενώ το υψηλό ποσοστό βιασμών στη Σουηδία αποδίδεται από την ίδια στον αριθμό των μεταναστών που διαμένουν εκεί.
Το κατάστιχο με τα μαργαριτάρια της κ. Τριανταφύλλου μοιάζει ανεξάντλητο. Όμως το πρώτο βραβείο ανοησίας αξίζει ίσως η αναφορά – στη μέση περίπου του βιβλίου – στο δείπνο με κρέας χαλάλ που δοκίμασε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ομπάμα, δίνοντας στη συνέχεια ευχές για το μουσουλμανικό Ραμαζάνι, ενέργεια που η συγγραφέας μας καταλογίζει στην … επιρροή των Αμερικανών μαρξιστών στον Λευκό Οίκο (!).
Διαθέτει λοιπόν μια μαεστρία και μια πονηριά αυτό το βιβλίο. Γιατί, πραγματικά, χρειάζεται ένα κάποιο ταλέντο για να συγκεντρωθούν όλες οι κουβέντες καφενείου ενάντια στους μουσουλμάνους μετανάστες και σύμπασα η ακροδεξιά επιχειρηματολογία σε ένα έργο, και να καλλωπιστεί όλο αυτό το συνονθύλευμα με τα πλουμίδια της ακαδημαϊκής διανόησης.
Όσο για την πονηριά του έργου, είναι η ίδια που υπάρχει στο καθημερινό ρατσιστικό μοτίβο: «Εγώ δεν είμαι ρατσιστής, αλλά…», κι αμέσως ακολουθεί ο ρατσιστικός οχετός. Η κ. Τριανταφύλλου χρησιμοποιεί όσα χαρίσματα διαθέτει για να θολώσει την αλήθεια, να προκαλέσει το μίσος και να ρίξει το ανάθεμα στους μουσουλμάνους μετανάστες και πρόσφυγες.
Η Σώτη Τριανταφύλλου δεν κατάφερε να γράψει ένα σοβαρό βιβλίο ενάντια στην πολυπολιτισμικότητα, αλλά έναν λίβελλο κακής ποιότητας ενάντια στο Ισλάμ και την Αριστερά.

Η πολυπολιτισμικότητα, η σχετική ανοχή δηλαδή σε διαφορετικές κουλτούρες και πρακτικές των μεταναστευτικών κοινοτήτων, δεν είναι κάποιο ιδεολόγημα της Αριστεράς, αλλά η πολιτική πρακτική των καπιταλιστικών κρατών της Δύσης στα χρόνια της κερδοφορίας: Τα αφεντικά της οικονομίας χρειάζονταν επιτακτικά τα εργατικά χέρια από τις πρώην αποικίες τους. Όταν, όμως, τέλειωσε η ανάπτυξη και εγκαταστάθηκε μόνιμα η κρίση, η Ευρώπη έγινε περίκλειστο οχυρό και οι κοινότητες των μεταναστών περιττό βάρος. Η Αριστερά, που πάντα υπερασπίζει τους αδικημένους και καλεί σε ενότητα όλη την εργατική τάξη, χρεώθηκε τώρα την πολυπολιτισμικότητα, γιατί υπεράσπισε τους μετανάστες και τους πρόσφυγες.
«Η επιθυμία είναι η αρχή του λόγου και της πράξης» έλεγε ο Τρότσκι. Ή αλλιώς, η λογική και τα επιχειρήματα παίρνουν αξία από το σκοπό και το καθήκον που υπηρετούν. Υπάρχουν βιβλία που βοηθούν τους αναγνώστες και τις αναγνώστριές τους να οργανώσουν τη σκέψη τους, να αντιληφθούν τον κόσμο όπως είναι και να ενθαρρυνθούν να τον αλλάξουν. Και υπάρχουν συγγράμματα που καλλιεργούν τη σύγχυση, κολακεύουν τις προκαταλήψεις και ενισχύουν την εχθρότητα ενάντια στους αποδιοπομπαίους τράγους της κάθε εποχής: τους Εβραίους χτες, τους μουσουλμάνους σήμερα και τους μαχητές και τις μαχήτριες της Αριστεράς σε κάθε περίσταση και εποχή.
Και όσο βαθαίνει η κρίση είναι πολύ πιθανό να δούμε κι άλλα σοβαροφανή πονήματα και δημόσιες φωνές να παίρνουν ανοιχτά θέση υπέρ της μισαλλοδοξίας…