
Γράφει ο Γιάννης Κ. Μάντζας
Ημερομηνία: 16 Μαΐου 1944
Τοποθεσία: Άουσβιτς- Μπιρκενάου
Ιστορικό γεγονός: Εξέγερση των Ρομά κατά των ναζί
Συμπληρώνονται σήμερα 78 χρόνια από εκείνη τη μοναδική εξέγερση των ρομά και σίντι στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Άουσβιτς. Μέρα αντίστασης, που ακολουθήθηκε όμως από ημέρα θλίψης για τον λαό των ρομά. Η 16 Μαΐου 1944 ήταν η ημέρα αντίστασης. Η 2 του επόμενου Αυγούστου η ημέρα θλίψης.
Η 16η Μαΐου 1944 είναι μια ηχηρή υπενθύμιση ότι ακόμη και στην πιο άγρια καταστολή, ο λαός -ακόμα και σε συνθήκες αιχμαλωσίας- μπορεί ν’ αντιταχθεί. Εκείνη την ημέρα στο Άουσβιτς-Μπιρκενάου οι ρομά και σίντι κρατούμενοι ξεσηκώθηκαν εναντίον των ναζί φρουρών. Με τον όρο ρομά εννοούμε τους πληθυσμούς εκείνους, που είναι ευρέως γνωστοί με το ανακριβές όνομα τσιγγάνοι ή γύφτοι, και αποτελούν τη μεγαλύτερη εθνοτική μειονότητα της Ευρώπης. Ο όρος σίντι αναφέρεται σε ρομά πληθυσμούς της κεντρικής Ευρώπης (Γερμανία, Αυστρία κλπ.), που μιλούν μια διάλεκτο της ρομανής, τη σιντί.
Ρομά και Εβραίοι: μοίρα παρόμοια
Το πιο φρικτό έγκλημα στο κέντρο της Ευρώπης αφορούσε το ναζιστικό σχέδιο για μια «Ευρώπη χωρίς τσιγγάνους». Συνάντησε, όμως, σθεναρή αντίσταση των ψυχωμένων ρομά και σίντι, που δεν παραδόθηκαν με κατεβασμένα τα χέρια.
Η Τελική Λύση του «τσιγγάνικου προβλήματος» είχε διατυπωθεί από τον Χάινριχ Χίμλερ και αποφασίστηκε ενάμιση χρόνο πριν από την εξέγερση των ρομά (16 Δεκεμβρίου 1942). Στο βιβλίο του για τη ζωή και την ιστορία του λαού μας (Ίαν Χάνκοκ, Είμαστε ο λαός των ρομά, Τόπος, Αθήνα 2020) ένας μεγάλος ρομά επιστήμονας αναφέρει:
«Το διαβόητο διάταγμα του Χάινριχ Χίμλερ σχετικά με το Άουσβιτς, της 16ης Δεκεμβρίου 1942, μπορεί να θεωρηθεί πως εγκαινιάζει το τελικό στάδιο της Τελικής Λύσης του Τσιγγάνικου Προβλήματος. Σ’ αυτό το διάταγμα στηρίχθηκε η ολοκληρωτική τους εξόντωση. Σύμφωνα με τις οδηγίες που δόθηκαν το 1943 για την εφαρμογή του, όλοι οι τσιγγάνοι, όποιος κι αν ήταν ο βαθμός φυλετικής καθαρότητας τους, έπρεπε να σταλούν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (Χάνκοκ, 2020: 82).
Στο Ολοκαύτωμα χάθηκαν τουλάχιστον 500.000 ρομά και σίντι, ενώ άλλοι υπολογισμοί μιλούν για ενάμιση εκατομμύριο. Το ναζιστικό καθεστώς εξαρχής υπέβαλε τους ρομά σε αυθαίρετες συλλήψεις, εγκλεισμούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, καταναγκαστική εργασία, απάνθρωπα πειράματα, και εν τέλει μαζικές δολοφονίες σε θαλάμους αερίων στα υπό γερμανική κατοχή εδάφη της Σοβιετικής Ένωσης και της Σερβίας, καθώς και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Άουσβιτς-Μπιρκενάου, Κέλμνο, Τρεμπλίνκα, Μπέλζεκ, Σόμπιμπορ και αλλού. Και επίσης σε σφαγές εκτός στρατοπέδων.
Εκατοντάδες ήταν οι Ρομά που πέθαναν τους πρώτους μήνες άφιξής τους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (κυρίως γυναικόπαιδα) λόγω των απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσης. Η σίτισή τους ήταν ανεπαρκής, ενώ η έλλειψη στέγης, θέρμανσης και φαρμάκων έκανε τη ζωή τους μαρτυρική. Όσοι επέζησαν (κυρίως άνδρες) οδηγήθηκαν σταδιακά σε φορτηγά-θαλάμους αερίων και πέθαναν δηλητηριασμένοι από μονοξείδιο του άνθρακα.

16η Μαΐου 1944
Την 16η Μαΐου 1944 είχε προγραμματιστεί να γίνει εκκαθάριση του «στρατοπέδου των Τσιγγάνων» (zigeunlager), που θα οδηγούσε τους εναπομείναντες ρομά και σίντι στους θαλάμους αερίων για ομαδική εξόντωση. Η εξέγερση την καθυστέρησε, και ανέβαλε το ολοκαύτωμα των ρομά από το ναζιστικό καθεστώς, αλλά μονάχα για δυόμιση μήνες.
Την ημέρα εκείνη οι φρουροί των SS περικύκλωσαν και απέκλεισαν το στρατόπεδο νωρίς το πρωί. Όταν διέταξαν τους Ρομά να βγουν όλοι έξω, εκείνοι αρνήθηκαν. Καθώς είχαν ειδοποιηθεί για το επικείμενο τέλος τους από το προηγούμενο βράδυ, άντρες, γυναίκες και παιδιά είχαν οπλιστεί με σιδερένιους σωλήνες, φτυάρια και άλλα εργαλεία, που χρησιμοποιούσαν για τις εργασίες τους εκεί.
Ενώθηκαν όλοι μαζί κι ετοίμασαν τα όπλα αντίστασης τους.
Όταν οι ρομά επιτέθηκαν εναντίον των φρουρών, οι επικεφαλής των SS επέλεξαν να μη συγκρουστούν μετωπικά και αποχώρησαν, μολονότι βρίσκονταν σε θέση ισχύος και μπορούσαν να καταστείλουν την εξέγερση. Δεν είναι σαφές, γιατί δεν το έκαναν. Ίσως φοβήθηκαν το κόστος μιας σύγκρουσης, αλλά και τον αντίκτυπό της αν μαθευόταν.
Η εξέγερση, ωστόσο, δεν έμεινε ατιμώρητη. Στη ναζιστική Γερμανία, το ρατσιστικό μένος εναντίον των ρομά κορυφώθηκε στις 2 Αυγούστου 1944. Τότε τα SS κινήθηκαν εναντίον των 2.898 κρατουμένων, που είχαν απομείνει στο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Τα περισσότερα θύματα ήταν άρρωστοι, ηλικιωμένοι άντρες, γυναίκες και παιδιά. Το προσωπικό του στρατοπέδου, τους θανάτωσε σχεδόν όλους στους θαλάμους αερίων του Μπίρκεναου. Ελάχιστα παιδιά, που είχαν κρυφτεί κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, συνελήφθησαν και θανατώθηκαν και αυτά αργότερα. Τουλάχιστον 19.000 από τους 23.000 Ρομά, που είχαν σταλεί στο Άουσβιτς, πέθαναν εκεί.
Το Πορράιμος, το άγνωστο Ολοκαύτωμα των Ρομά αναγνωρίστηκε μετά το 1980. Χωρίς ποτέ να αποζημιωθεί κανείς εκ των επιζώντων ή από τις οικογένειές τους. Ένα φρικτό έγκλημα στο κέντρο της Ευρώπης έμεινε ατιμώρητο, και τα θύματα του κληροδότησαν στις επόμενες γενιές όλες τις τραυματικές εμπειρίες που βίωσαν εκεί. Σύμφωνα με την ιδέα του διαγενεακού τραύματος, που τεκμηριώνεται μεταξύ άλλων από έρευνες του αμερικάνικου Πανεπιστημίου Emory στην Ατλάντα, τα τραύματα μπορούν να κληρονομηθούν, δηλαδή κάποιες τραυματικές και αγχώδεις εμπειρίες μεταβιβάζονται από τη μια γενιά στις επόμενες.

Όσο μακρινά κι αν μοιάζουν όμως όλα τα παραπάνω, 76 χρόνια μετά, κάποια πράγματα συνεχίζονται έως και τις ημέρες μας. Οι ρομά εξακολουθούν να αποτελούν εύκολο στόχο και να απομονώνονται από την υπόλοιπη κοινωνία. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα με τον οικισμό ρομά στη Νέα Σμύρνη Λάρισας, όπου οι κάτοικοι της περιοχής βρίσκονται σε διπλή καραντίνα εξαιτίας της πανδημίας. Παρόλο που τα μέτρα προφύλαξης γενικά έχουν χαλαρώσει και όλος ο υπόλοιπος κόσμος πηγαίνει σε πλατείες και παραλίες, κάτι τέτοιο δεν επιτρέπεται στους ρομά του οικισμού της Λάρισας μετά την εμφάνιση νέων κρουσμάτων εκεί. Αυτά προκλήθηκαν εξαιτίας της συμμετοχής των ρομά στην κηδεία ενός συντοπίτη τους, που πέθανε από τον κορωναϊό.
Οι ρομά αρνήθηκαν να μπουν στα λεωφορεία του ΕΟΟΔΥ για τη μεταφορά τους στην «Αρωγή», σ’ ένα άγνωστο για αυτούς περιβάλλον και σε μέλλον αβέβαιο. Δεν είχαν εμπιστοσύνη στο κράτος. Και πώς θα μπορούσαν να έχουν; Ζήτησε ποτέ κανείς συγνώμη για όλα εκείνα, που ακολούθησαν την καταναγκαστική μαζική μεταφορά των παππούδων και των γιαγιάδων μας; Έγιναν πολλά πράγματα όλες αυτές τις δεκαετίες, που να μας κάνουν να εμπιστευόμαστε τις αρχές; Έχουμε σήμερα ισονομία και ισοπολιτεία; Το κράτος εισπράττει τους φόρους μας, τι μας δίνει όμως σε αντάλλαγμα; Βασικές μας ανάγκες εξακολουθούν να μην καλύπτονται, και συχνά αντί για βοήθεια αντιμετωπίζουμε διακρίσεις και κατατρεγμό, και καλύτερα ας μη θίξουμε εδώ την περιθωριοποίησή μας σε ζητήματα υγείας, εκπαίδευσης και πρόνοιας. Καταλαβαίνουμε λοιπόν, γιατί κάποιοι ρομά θυμήθηκαν την τύχη των προγόνων μας και αποφάσισαν ν’ αντισταθούν με όσα λίγα μέσα είχαν, βάζοντας φωτιά σε λάστιχα που χρησιμοποίησαν ως οδοφράγματα.
Δυστυχώς ως σήμερα η ιστορία επαναλαμβάνεται. Και ο στόχος παραμένει ο ίδιος. Ο λαός των ρομά.