
Γράφει ο Κωστής Παπαϊωάννου
Ο Joachim Fest, μικρό παιδί στα χρόνια του ναζισμού, θυμάται την απορία του πατέρα του: «(…) έμαθε για τα περιστατικά κακομεταχείρισης Εβραίων, άκουσε εμβρόντητος ότι ο αξιότιμος Έγκον Φριντέλ, η Πολιτιστική Ιστορία του οποίου συγκαταλεγόταν στα αγαπημένα του βιβλία, είχε πηδήξει από το παράθυρο όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με την απειλή του θανάτου και ότι στην Ostmark (όνομα που δόθηκε στην Αυστρία μετά την ένωση με τη Γερμανία) τα SS γνώριζαν μια άνευ προηγουμένου προσέλευση. Γιατί συνεχίζονταν αυτές οι εύκολες νίκες του Χίτλερ; Αναρωτήθηκε ένα βράδυ απαριθμώντας σκεφτικός τα γεγονότα. Και γιατί, αναρωτήθηκε μια άλλη φορά, το μείγμα αυτό από απληστία για υπεροχή και αλαζονεία έκανε την εμφάνισή του ειδικά στη Γερμανία; Γιατί οι μορφωμένοι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονταν τη γελοιότητα του ναζισμού; Πόσο μάλλον οι απλοί άνθρωποι, που στο κάτω κάτω της γραφής έχουνε και «μπέσα»;».
Αυτές οι ερωτήσεις είναι διαρκώς επίκαιρες. Ιδίως σήμερα, που παρατηρείται διεθνώς μετατόπιση προς τα ακροδεξιά. Λαϊκιστές δημαγωγοί καταλαμβάνουν την εξουσία με μισαλλόδοξη ατζέντα. Ενισχύονται ξενοφοβικά, εθνικιστικά και ρατσιστικά κόμματα. Στις ΗΠΑ χρησιμοποιούν τον όρο Alt-right, εναλλακτική Δεξιά. Επιχειρούν να συγκαλύψουν ένα σαφές ρατσιστικό υπόβαθρο, τις θεωρίες λευκής ανωτερότητας. Πολλοί δημοσιογράφοι αρνούνται να χρησιμοποιούν τον όρο, σχολιαστές ζήτησαν να αντικατασταθεί με τον όρο alt-Reich, παραπέμποντας στο Τρίτο Ράιχ και αναδεικνύοντας τους δεσμούς με τον νεο-ναζισμό. Οι δολοφονίες μαύρων από αστυνομικούς και οι ακροδεξιές αντιδράσεις στο κίνημα Black lives matter έφεραν αυτόν τον χυλό στην επιφάνεια: «λευκή υπεροχή», εθνικός απομονωτισμός, αντισημιτισμός, ξενοφοβία, ισλαμοφοβία, σεξισμός, ομοφοβία, λαϊκισμός, μνησικακία, αντι-Διαφωτισμός, ιστορικός αναθεωρητισμός. Εθνικιστές, παλαιοσυντηρητικοί, Χριστιανοί φονταμενταλιστές, νεομοναρχικοί, νεοναζί.
Ο Τραβέρσο κάνει λόγο για «μεταφασισμό», ένα εν εξελίξει φαινόμενο με συνέχειες (παρακαταθήκες του κλασικού φασισμού) και ρήξεις (χαλαρή ιδεολογία, μίγμα λαϊκισμού και ξενοφοβίας). Στην Ευρώπη, ο νέος μετα-φασιστικός εθνικισμός δεν έχει πλέον στο στόχαστρο -όπως τη δεκαετία του ’30- τα άλλα έθνη, και συγκεκριμένα τα ευρωπαϊκά, αλλά τη μετααποικιακή μετανάστευση και το Ισλάμ.
Συχνά βλέπουμε κανονικοποίηση, mainstreaming της ακροδεξιάς. Πολλοί εγκαταλείπουν τον αντισημιτισμό, γίνονται φρουροί της χριστιανικής Ευρώπης και της πατρίδας που «απειλείται» από το Ισλάμ. Ο μεταφασισμός σήμερα δεν απειλεί να ανατρέψει άμεσα και βίαια τις βασικές αρχές μιας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Προτιμά να τις διαβρώσει. Δέχεται την αυταρχική δημοκρατία, ανελεύθερη δημοκρατία. Ένα πολίτευμα που συνεχίζει τυπικά να λέγεται δημοκρατία, αλλά η εκλεγμένη κυβέρνηση υπονομεύει ή ακυρώνει τους θεσμούς.
Δεν πρόκειται για ένα τυπικά μονοκομματικό σύστημα ούτε για μια πολυκομματική δημοκρατία. Μάλλον μια δημοκρατία έγκλειστη. Η κυβέρνηση περιορίζει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, ελέγχει ή φιμώνει τα ΜΜΕ, περιορίζει την ελευθερία των πολιτών να συμμετέχουν στα κοινά, να συνδικαλίζονται, να αντιπολιτεύονται. Οι πορείες και οι διαδηλώσεις αντιμετωπίζονται σαν παράνομες πράξεις. Απαγορεύονται πολιτικές και μη κυβερνητικές οργανώσεις, επειδή τάχα δρουν αντεθνικά. Αξιοποιείται μια έκτακτη συνθήκη, οι προσφυγικές ροές ή η υγειονομική κρίση, για να επιβληθούν περιορισμοί στην άσκηση δικαιωμάτων.
Και πώς διεκδικούν οι ακροδεξιοί του 21ου αιώνα την εξουσία; Οι πιο mainstream δεν έχουν ρόπαλα και τατουάζ σβάστικες, δεν χαιρετάνε φασιστικά με στολές παραλλαγής. Αρνούνται τον φασισμό και τον ναζισμό. Είναι μια ακροδεξιά άλλοτε casual άλλοτε με κουστούμι. Δείχνει ακροδεξιά του καναπέ. Αρχηγοκεντρική χωρίς τη ναζιστική αρχή του αρχηγού. Δεν έχει στρατιωτική δομή και τάγματα εφόδου. Φυσικά η ιδεολογία της έχει δημαγωγία, εθνικισμό, ρατσισμό.

Χρησιμοποιούν λόγο διεισδυτικό, κοφτό, με γωνίες. Είναι «ατακαδόροι». Κάποτε ο λόγος τους αποχαλινώνεται, γίνεται ακραία επιθετικός, λόγος τοξικός, ρητορική μίσους. Οι αλήθειες συνυπάρχουν με τα fake news. Δίνουν απλουστευτικές απαντήσεις σε σύνθετα ερωτήματα. Δείχνουν εχθρούς, υπεύθυνους για τα δεινά του κόσμου: οι τραπεζίτες (ο όρος υποκρύπτει συχνά αντισημιτικό υπαινιγμό) φταίνε για την κρίση, οι ξένοι για την ανεργία, οι μετανάστες για την εγκληματικότητα.
Λένε σχεδόν τα πάντα για να πείσουν ότι δεν έχουν σχέση με τον φασισμό. Ο Rob Riemen μιλάει για την «Αέναη επιστροφή του φασισμού», που καμουφλάρεται με τέτοιες δηλώσεις. «Δεν είμαστε φασίστες, γιατί είμαστε κόμμα της Ελευθερίας». Την πιο καλή απάντηση σε αυτό την έδωσε ο Τόμας Μαν μιλώντας στην Αμερική: «Επιτρέψτε μου να σας πω ολόκληρη την αλήθεια. Αν κάποτε ο φασισμός έρθει στην Αμερική, θα έρθει στο όνομα της Ελευθερίας». Άλλα ψέματα: «Δεν είμαστε εμείς φασίστες, φασισμός είναι το ισλάμ». «Δεν είμαστε φασίστες γιατί είμαστε υπέρ των Εβραίων», «Υπερασπιζόμαστε τις χριστιανο-ιουδαϊκές και ανθρωπιστικές παραδόσεις», «Δεν είμαστε υπέρ της βίας», και εντέλει «Εμείς είμαστε οι αντιφασίστες!».
Η κρίση αξιοπιστίας των πολιτικών δυνάμεων και των παραδοσιακών MME προκαλεί δυσπιστία, γενικευμένη αμφισβήτηση. Βάζοντας στην εξίσωση και τις οικονομικές συνθήκες, δουλειές που χάνονται ή μπορεί να χαθούν, ανύπαρκτο κράτος πρόνοιας, ελαστική και μαύρη εργασία, τι λαμβάνουμε ως αποτέλεσμα; Ανασφάλεια, φόβο και θυμό. Καύσιμη ύλη για επιδέξιους λαοπλάνους με εξελιγμένες διαδικτυακές επικοινωνιακές καμπάνιες. Σε αυτό το πλαίσιο, τα fake news στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να θεωρούνται «εναλλακτική πληροφόρηση» μπροστά στην κραυγαλέα παραπληροφόρηση μεγάλων ΜΜΕ. Λαϊκιστικές «αντισυστημικές» φωνές μοιάζουν αξιόπιστες.
Σε ένα σύμπαν φόβου και ανορθολογισμού, ο ακροδεξιός λαϊκιστής είναι σαν τον απατεώνα στις ταινίες ουέστερν: στέκεται πάνω σε ένα καφάσι στη μέση του χωριού, λέει ψέματα και πουλάει «φάρμακα» για κάθε αρρώστια. Όποια ασθένεια και αν αναφέρει κάποιος, ο απατεώνας θα φωνάξει θριαμβευτικά «Σας το έλεγα, βλέπετε; Να το φάρμακο!».

Οι identitarians στρατολογούν μέλη από ακροδεξιές οργανώσεις, αλλά δεν έχουν στίγμα νεοναζί. Συσπειρώνονται γύρω από την πολιτισμική ταυτότητα. Στον λόγο υπέρ των δικαιωμάτων του ανθρώπου απαντούν με το δικαίωμα στην πατρίδα. Υπερασπίζονται τον φυλετικό πλουραλισμό. Τι λένε; «Κάθε φυλή έχει τον πολιτισμό της, δεν έχουμε τίποτα εναντίον των άλλων φυλών, αρκεί να μένουν στον τόπο τους». Εχθρός τους η αλληλεπίδραση και επιμειξία των φυλών, η πολυφυλετική κοινωνία. Στα λόγια τους κρύβεται ένας «αμυντικός ρατσισμός», ένας νέος νατιβισμός: δεν είμαστε ρατσιστές, αλλά τα κράτη πρέπει να κατοικούνται αποκλειστικά από αυτόχθονες.
Αξιοποιούν fake news με σκοπό την υποκίνηση µίσους. Στη Γερμανία διαδόθηκε ευρέως η κατασκευασμένη είδηση ότι γυναίκες έπεσαν μαζικά θύματα βιασμών από μουσουλμάνους πρόσφυγες. Κατασκευάζονται ή διογκώνονται ειδήσεις για διαφθορά ανθρωπιστικών οργανώσεων, για το διεθνές «εβραϊκό κεφάλαιο» που χρηματοδοτεί τάχα αυτές τις οργανώσεις για να «αλλοιώσει» τον πληθυσμό. Τροφοδοτούν φόβο και εθνικισμό, ενισχύουν πολιτικές δυνάμεις που θέλουν τη διάλυση της Ευρώπης.
Το σύνθημα «Make Europe Great Again» συμπυκνώνει το αποικιοκρατικό παρελθόν και μια μακρά παράδοση φυλετισμού. Πιο ωμά το έθεσε ο επικεφαλής μιας Βελγικής ακροδεξιάς οργάνωσης: «οι λαοί δεν πρέπει να απολογούνται για την ιστορία τους». Είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς σε ποιο παρελθόν αναφέρεται. Και τι σηματοδοτεί μια τέτοια θέση για το μέλλον.
Το μέλλον μάς απειλεί με πολλή ακροδεξιά.
*Το άρθρο είναι δημοσιευμένο στη σελίδα Διαλόγου στο φύλλο 10 της εφημερίδας «Η Κόκκινη» (Οκτώβρης 2020) που κυκλοφορεί.